ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου μιλάει για τα πάντα εκτός από το “Ουζερί Τσιτσάνης”

Ένα από τα πράγματα που με δυσκολεύουν περισσότερο σ' αυτή τη δουλειά, είναι να πρέπει να μιλήσω με έναν άνθρωπο έχοντας προκαθορισμένο χρόνο και συγκεκριμένο θέμα στο οποίο πρέπει να επικεντρωθούμε. Αυτό ήταν περίπου το σενάριο και για τη συνάντησή μου με τον Αντρέα Κωνσταντίνου.

Ο Σπύρος της “Μικρά Αγγλίας”, και ο Βασίλης Τσιτσάνης, του ομώνυμου ουζερί, βρέθηκε στην Αθήνα σ΄ένα διάλειμμα από το Project Bacchae που ανέβαζε στη Θεσσαλονίκη, για την επίσημη προώθηση της ταινίας στην οποία παίζει τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη.

Το ραντεβού είχε οριστεί για τις 4.30, αλλά λίγο η πορεία στο κέντρο, λίγο η καθυστέρηση των τηλεοπτικών συνεργείων “στήνω – ξεστήνω”, μερικά ποτήρια κρασί μετά και το ρολόι έδειξε αισίως επτά. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: πρώτον, ήμουν η τελευταία στην οποία θα μιλούσε ο Αντρέας και δεύτερον, ήταν εμφανές ότι είχε κουραστεί πολύ να μιλάει για τα ίδια πράγματα ξανά και ξανά σε διαφορετικά μέσα. “Το μυαλό μου είναι στη Θεσσαλονίκη. Το “Ουζερί Τσιτσάνης” ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα, αλλά η επανάληψη τόσες ώρες είναι λίγο κουραστική. Όμως είναι κι αυτό ένα από τα πράγματα που μου αρέσουν σ’ αυτή τη δουλειά”, λέει ενώ προσπαθεί να διαλέξει πώς θα κάτσει στον ξύλινο πάγκο και σε ποια απόσταση θα έχει το μαγνητοφωνάκι.

 

Είχα λοιπόν απέναντί μου, ναι μεν έναν άνθρωπο που θα προτιμούσε να πίνει μπύρες με τους φίλους του, αλλά παράλληλα είχαν πέσει τόσο οι αντιστάσεις του που πραγματικά μπορούσε να μιλήσει για τα πάντα – εκτός από την ταινία, όπως φάνηκε λίγο αργότερα. “Φέρνω ένα μήνυμα από τις φίλες μου που είδαν τη Μικρά Αγγλία. Να ξέρεις πως καμια τους δε θα παντρευόταν τον Μάξιμο Μουμούρη, αντί για σένα”, του λέω μεταφέροντας μια πραγματική ατάκα από το ομαδικό chat που έχω με τις κολλητές μου. “Αυτά, να ‘ρθουν να με κοιτάξουν βαθιά στα μάτια να μου τα πουν κι ας φορούν ό,τι θέλουν. Όχι απαραίτητα τα ρούχα της Όρσας. Να τους μεταφέρεις αυτό το μήνυμα”.

Δε μου αρέσουν οι ταινίες εποχής. Ρώτα τους σκηνοθέτες γιατί επιλέγουν να κάνουν τέτοιες ταινίες. Το ‘ναι’ μου είναι ένα συνονθύλευμα πολλών παραγόντων.

Του μιλάω για την αναζήτηση που έκανα στο Google για τον ίδιο και για τα αποτελέσματα που έφτασαν στην οθόνη μου. Όλες οι συνεντεύξεις του ήταν πολύ “σοβαρές και πολιτικοποιημένες”. Όσο κι αν απεχθάνομαι τις ταμπέλες, δεν άντεξα να μην τις βάλω.

“Μου κάνουν τέτοιες ερωτήσεις γι αυτό και τοποθετούμαι κι εγώ έτσι. Δεν έχω καμια καΐλα να μιλήσω για την αριστερά. Ξέρω πολύ καλά τι θέλω και τι επιδιώκω, απλά δε χωράει σε αριστερά, δεξιά, πάνω κάτω. Για μένα αυτή είναι μια κατηγοριοποίηση που έχει πεθάνει και πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Αν πούμε ότι η αριστερά είναι κάποιοι άνθρωποι πιο ανοιχτοί σε κάτι καινούριο και δεν εμμένουν σε παγιωμένες τάσεις ή αντιλήψεις και κρατούν υψηλές αξίες και ιδανικά, τότε ναι, θα ήθελα να μπορώ να λέγομαι αριστερός. Αλλά επειδή δεν είναι αυτό και δεν ξέρω αν ήταν και ποτέ, δεν είμαι”.

Σταμάτησα πια να ασχολούμαι. Κοιτάζω τον δικό μου μικρόκοσμο και αυτό πιστεύω πρέπει να κάνουν όλοι. Σκέψου παγκοσμίως, δράσε τοπικά.

Κεφάλαιο “Γυναίκες”

Η συνέχεια έπρεπε να κινηθεί σε άλλα μονοπάτια. Μόλις συνειδητοποιεί ποιο είναι το site στο οποίο μιλάει έχει μια τρομερή ιδέα: “Ρώτα με γυναικεία πράγματα – ποιο είναι το αγαπημένο του χρώμα εσωρούχων και τέτοια!” για να συναντήσει από μεριάς μου την αντίδραση που του άξιζε “Δε μου αρέσουν αυτά τα κλισέ για τις γυναίκες”.

 

“Είμαι λίγο σεξιστής πρέπει να το ομολογήσω. Βασικά κοροϊδεύω τις φίλες μου τις φεμινίστριες γιατί δεν πιστεύω στον φεμινισμό. Τώρα πια δεν έχει νόημα. Δε μπορώ να το αντιληφθώ. Θεωρώ πως ήταν πάρα πολύ σημαντικός ιστορικά και το πόσα πράγματα κατακτήθηκαν χάρη σ’ αυτόν, αλλά αυτό που αντιλαμβάνομαι εγώ από τον φεμινισμό θεωρώ πως δεν έχει κάποιο νόημα πια. Το θέμα είναι να αντιληφθεί ο καθένας τον ρόλο του. Η γυναίκα και ο άντρας είναι δυο ρόλοι ίσοι αλληλοσυμπληρούμενοι στην κοινωνία. Άλλα πράγματα μπορεί να κάνει η γυναίκα καλύτερα και πιο σωστά, άλλα ο άντρας και δεν ξέρω πού ακριβώς χωράει ο φεμινισμός.”.

Πιστεύω πως οι γυναίκες κινούν τα νήματα παγκοσμίως. Απλά οι άντρες είμαστε λίγο πιο κομπλεξικοί και ”ούγκα μπούγκα” και πιο αδύναμοι από τη φύση μας. Η γυναίκα είναι πιο πλήρης οργανισμός, είναι πιο δυνατή, ξεπερνά τις δυσκολίες πιο εύκολα, είναι πιο υγιής. Θεωρώ ότι με τον τρόπο της, άσχετα με το τι φαίνεται, κάπως ορίζει τα πράγματα. Μπορεί να τα βλέπω και πολύ ρομαντικά στο μυαλό μου, αλλά δε θεωρώ ότι το θέμα του φεμινισμού τίθεται τόσο έντονα σαν επιτακτική ανάγκη όσο παλιότερα. Βέβαια δε μιλάμε για ακραίες καταστάσεις όπως στην Αφρική ή τα ισλαμικά κράτη, εκεί προφανώς και είναι.

Μοιραία η συζήτηση κολλάει στο θέμα “γυναίκα”, μιας και υπάρχουν πολλά κενά για τη σχέση του με το αντίθετο φύλο. Μου λέει ότι είναι πολλά χρόνια μόνος του κι ότι δεν το επέλεξε εκείνος όταν χώρισε. Οι συνεχείς μετακινήσεις του Αθήνα – Θεσσαλονίκη δε βοηθούν στο να έχει μια “κανονική” σχέση. “Ακόμα”, μου λέει και το τονίζει.

Δεν υπάρχει άλλο timing απ’ το τώρα. Οποιοσδήποτε αναβάλλει κάτι με αυτή τη δικαιολογία δεν αγαπάει τον άλλον πραγματικά.

“Τι βρίσκω γοητευτικό σε μια γυναίκα; Το πώς διαχειρίζεται αυτό που φέρει, είτε είναι ένα πράγμα ουσίας μέσα της, η ψυχή της, το μυαλό της, είτε πώς είναι εξωτερικά, είτε και τα δύο. Αυτό είναι το πιο βασικό. Από ‘κει και πέρα μπορώ να γοητευθώ από πολλά πράγματα, από πράγματα που δε θα πήγαινε σίγουρα πολλών φίλων μου το μυαλό. Μια φωνή, ένα βλέμμα, ή ένας τρόπος γέλιου, οτιδήποτε. Μια τυχαία στιγμή”.

 

Το ζήτημα της γοητείας μιας γυναίκας είναι πολύ ρευστό στο κεφάλι του. Μου εξηγεί ότι δε βρίσκει δίκαιο να παγιώνει κανείς μια εικόνα για έναν άνθρωπο. “Την ίδια γυναίκα που μπορεί τη μια στιγμή να τη δεις και να τη σκέφτεσαι όλη μέρα, μπορεί αλλού, αλλιώς να μην σου κάνει. Μαλακίες λέω; Δεν ξέρω, σ’ αυτή τη φάση είμαι. Ίσως το ότι δεν έχω προσωποποιήσει κι εγώ αυτό το πράγμα που έχω σαν επιθυμία, με βάζει πιο πολύ στη θέση του παρατηρητή. Βουτάω τα χέρια μου στο γλυκό, τα ξανατραβάω. Ζω πάντως”. Λίγα λεπτά μετά κι αφού έλειψε για να πάει μέχρι το μπαρ, επιστρέφει και με ενημερώνει ότι ξανασκέφτηκε τα όσα είπε λίγο πριν.

Μπορεί να δίνω την εντύπωση ότι είμαι πολύ άιντε και αυτός ό,τι να ναι κλπ, αλλά μπορώ και θέλω και μου προκύπτει να είμαι πολύ αφοσιωμένος. Δηλαδή έχω κάνει σχέσεις και μία μακροχρόνια και ήμουν πάρα πολύ αφοσιωμένος.

Οι Βάκχες

Καθώς η ώρα περνούσε, αλλά ο χρόνος δε με πίεζε, ούτε η κούραση στα μάτια του Αντρέα με πτοούσαν, του ζήτησα να μου κάνει ανάγνωση με βρετανική προφορά το κείμενό του για το τι είναι η ομάδα του θΘ. “Το θέατρο ενάντια στον θάνατο”, μου λέει και ξεκινάει την παραστατική απαγγελία. “Η αλήθεια είναι πως έχω ακούσει διθυραμβικά σχόλια για τις Βάκχες”, του λέω χωρίς καμία διάθεση να του χρυσώσω το χάπι.

“Έχω χάσει τη μισή μου ζωή με το θΘ, αλλά μ’ αρέσει. Κάνουμε ό,τι γουστάρουμε. Είναι ωραίο αυτό. Είμαστε πορωμένοι όλοι. Γνωριζόμαστε από μωρά. Τα άλλα παιδιά δεν ασχολούνται με το θέατρο, απλά γουστάρουν και το αντιμετωπίζουν με αθωότητα. Τις Βάκχες δε μπορώ να στις περιγράψω, δεν τις έχω δει ποτέ παιγμένες”.

Κεφάλαιο “Αντρέας”

Ο ίδιος δε βλέπει καθόλου τηλεόραση. Του έχουν γίνει πολλές προτάσεις, αλλά δεν τον έχει γοητεύσει τίποτα. Του είχαν προτείνει και έναν ρόλο στο “Νησί”, αλλά τελικά αποφάσισε να μην το κάνει. Αυτή την περίοδο ετοιμάζεται να ταξιδέψει στη Λετονία, όπου θα πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία του Άγγελου Φραντζή. Θα ήθελε να παίξει σε μια ταινία του Tarantino, του Γιώργου Λάνθιμου ή του Οικονομίδη, του Γιάνναρη, του Θανάση Τότσικα. Ναι, φυσικά τον ρώτησα γιατί. “Γιατί τους γουστάρω”, μου έλεγε ξανά και ξανά.

 

Πώς χαλαρώνεις;

“Με ναρκωτικά και αλκοόλ”, μου λέει και αμέσως φροντίζει να ξεκαθαρίσει ότι αστειεύεται.

Πέρασα από την φάση όταν ήμουν μικρός που δοκίμασα τα ναρκωτικά και μετά τα έκοψα. Γαμώ τις φάσεις ήταν. Έχει πλάκα, αλλά για λίγο. Εμπειρικά δε θα θελα να μην έχω ζήσει αυτό το κομμάτι της ζωής μου, αλλά υπάρχει και μια ηλικία κι ένα μέτρο για όλα και αυτό το πράγμα δε μου κάνει πια.

Αυτό που προτιμά για να χαλαρώνει είναι ο ύπνος, η άθληση και το περπάτημα. “Μ’ αρέσει η πόλη πολύ, κάνω πολλά χιλιόμετρα κάθε μέρα. Συνήθως μόνος μου γιατί περπατάω γρήγορα. Δεν έχω βρει ακόμα ταίρι για να με ακολουθεί”.

Αν τον ψάξεις το καλοκαίρι, θα είναι στη Σαμοθράκη. Βαριέται τη βαρεμάρα και τους ανθρώπους που περιαυτολογούν ή εξηγούν πάρα πολλή ώρα αυτό που θέλουν να πουν. Του αρέσει να πετάει πολλές αγγλικές λέξεις την ώρα που μιλάει και να βρίζει. (Έχουν κοπεί αρκετά “μπιπ” από αυτές τις γραμμές). Δε φημίζεται για την υπομονή του και οι τρεις αγαπημένες του ταινίες είναι ο “Big Lebowski”, το “Life Aquatic” και η “25η ώρα”.

Λίγο μετά ανεβαίνει η Βασιλική Τρουφάκου και θυμάμαι ότι πρέπει να κλείσω την ηχογράφηση. Είχαν φύγει όλοι από το μαγαζί και ο Αντρέας θα πήγαινε να βρει τους φίλους του σε ένα μπαρ στην περιοχή. Όπως είπα και στον ίδιο, κάθε φορά που κανονίζω μια συνέντευξη με έναν άνθρωπο που θαυμάζω για τη δουλειά του, εύχομαι να μην τον γνωρίσω από κοντά και τον αντιπαθήσω. Τον ευχαρίστησα που κάτι τέτοιο δε συνέβη με τον ίδιο και δώσαμε ραντεβού την επόμενη φορά στο θέατρο. Εκεί που ο ίδιος κάνει “ό,τι γουστάρει”.

Το “Ουζερί Τσιτσάνης” βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη, 3 Δεκεμβρίου”.

Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson