ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Μαρία Καλλιμάνη ένιωθε ανασφάλεια με την τηλεόραση. Ευτυχώς, όχι πια

ΣΚΑΪ

Τη Μαρία Καλλιμάνη τη γνώρισα πρώτη φορά ως θεατής μέσα από την τηλεόραση και το υπέροχο Δέκα, στον Alpha. Την ξανασυνάντησα στο σινεμά, στον Μαχαιροβγάλτη και στο θέατρο. Κι από τότε οι συναντήσεις μου με την εικόνα της και τις μοναδικές της ερμηνείες ήταν κυρίως στα δύο τελευταία μέσα. Η Μαρία Καλλιμάνη ίσως απέφευγε την τηλεόραση από δική της ανασφάλεια, ίσως δεν της έτυχε να κάνει περισσότερη, όπως θα μου πει. Φέτος όμως, έχει σταθερή παρουσία στη μικρή οθόνη μέσα από τη σειρά του ΣΚΑΪ, Οι Πανθέοι.

Η Μαρία Καλλιμάνη υποδύεται τη Δέσποινα Γαλάτη, και θαυμάζει τον δυναμισμό του χαρακτήρα της. Άλλωστε από το ξεκίνημά της στη ζωή υπήρχαν δυναμικές γυναίκες, οι οποίες έγιναν πρότυπα στη ζωή της. Ανάμεσά τους, η μητέρα της, Βασιλική Καλλιμάνη, η οποία παρόλο που είχε αντιρρήσεις όταν η κόρη της αποφάσισε να αφήσει την αρχαιολογία για την υποκριτική, δοκίμασε κι εκείνη τις δυνάμεις της στον κινηματογράφο μετά τα 75 της και βραβεύτηκε γι’ αυτό. Έγιναν 2 οι βραβευμένες για την ερμηνεία τους, γυναίκες στην οικογένειά τους.

Η Μαρία Καλλιμάνη μού μιλάει για τους Πανθέους, τη γεύση που της άφησε η φετινή τηλεοπτική χρονιά, για τις ταινίες στις οποίες ετοιμάζεται να παίξει(για μία ακόμα φορά θα συνεργαστεί με τον Γιάννη Οικονομίδη) και για τον διοικητικό ρόλο που υπηρέτησε στον κινηματογράφο. Γελά πηγαία, μιλά αυθόρμητα και είναι απολαυστική.

– Ποια είναι η γεύση που σας αφήνει η συμμετοχή σας στους Πανθέους;

Καταρχάς όσον αφορά στους Πανθέους, ήταν μεγάλη μου χαρά που συναντήθηκα με τόσο ωραίους ανθρώπους, συναδέλφους που εκτιμώ και ήθελα χρόνια να δουλέψω μαζί τους και δεν είχε δοθεί η ευκαιρία. Χάρηκα πολύ τη συνεργασία μαζί τους, όπως και με τους ανθρώπους στη σκηνοθετική ομάδα με ενορχηστρωτή τον Σπύρο Μιχαλόπουλο, τους διευθυντές φωτογραφίας, το συνεργείο. Υπήρχε ένα απόλυτο δόσιμο απ’ όλους, παρ’ όλες τις δυσκολίες, γιατί δεν είναι εύκολη έτσι κι αλλιώς η τηλεόραση και πόσο μάλλον μία καθημερινή σειρά. Είχαμε ένα θαυμάσιο κλίμα.

Έχει την πρόκληση η τηλεόραση, να μην χάσεις τη χαρά του παιχνιδιού, παρά το πόσο απαιτητικό είναι το πρόγραμμα. Είναι γενικά πολύ έντονοι οι ρυθμοί και πολύ το υλικό που έπρεπε να βγει σε μία μέρα. Ήταν απαιτητικό, ήθελε πολύ διάβασμα, πολύ προετοιμασία στο σπίτι. Στα τηλεοπτικά γυρίσματα δεν έχεις την πολυτέλεια του χρόνου, όπως στο σινεμά. Βέβαια αυτό είχε και κάτι γοητευτικό και ιντριγκαδόρικο την ίδια στιγμή. Αν έβαζες στην άκρη το άγχος και αφηνόσουν στον συμπαίκτη, σ’ αυτό που συμβαίνει στην σκηνή, χωρίς δεύτερη σκέψη, αυτό μπορεί να σε οδηγούσε σε περιοχές στις οποίες, αν είχες την πολυτέλεια του χρόνου, μπορεί και να μην πήγαινες.

Μαρία Καλλιμάνη ΣΚΑΪ

– Η τηλεοπτική σεζόν πώς σας φάνηκε;

Ξέρετε όλο αυτό που λένε για την τηλεθέαση, είναι πολύ σχετικό τώρα με τις πλατφόρμες. Το πόσος κόσμος βλέπει κι από πού δηλαδή, γιατί βλέπουμε για παράδειγμα ότι οι Πανθέοι έχουν πολύ μεγάλη ανταπόκριση στον κόσμο. Πόσοι άνθρωποι μας μιλούν για τους Πανθέους, βλέπουν τη σειρά και την έχουν αγαπήσει πολύ, τόσοι που λέμε «αποκλείεται να είναι τόσο χαμηλή η ακροαματικότητα».

«Είναι μία μεταβατική περίοδος για την τηλεόραση και τις σειρές, το πού ο κόσμος τις βλέπει. Και παγκόσμια συμβαίνει βέβαια αυτό, αλλά έχει έρθει και στην Ελλάδα».

Είναι και πάρα πολλές σειρές βέβαια. Κάπου ίσως ο τηλεθεατής χάνεται, δεν ξέρει τι να πρωτοδεί. Για εμάς όμως τους ηθοποιούς, ήταν πολύ σημαντικό που συνέβη όλη αυτή η άνθιση στην μυθοπλασία, ειδικά μέσα στην πανδημία, που ήταν δύσκολα τα πράγματα και δεν μπορούσαμε να κάνουμε θέατρο. Από την άλλη πιστεύω ότι πράγματι είναι δυσανάλογα μεγάλος ο αριθμός των σειρών. Έχει ανέβει βέβαια η ποιότητα και υποκριτικά και από τεχνικής άποψης, αλλά νομίζω ότι μπορούν να γίνουν ακόμα καλύτερες και πιο ανταγωνιστικές δουλειές.

– Έχετε κάνει λιγοστές τηλεοπτικές εμφανίσεις σε σχέση με το πόσο ενεργή είστε στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ήταν επιλογή σας ή απότοκο του διαχωρισμού που υπήρχε στους ηθοποιούς;

Μπορεί να είναι ένας συνδυασμός. Είμαι 27 χρόνια στη δουλειά, έχω κάνει πολύ θέατρο, πολύ λίγη τηλεόραση, η πρώτη μου δουλειά ήταν με τον Πάνο Κοκκινόπουλο, το Νυχτερινό Δελτίο, μόλις είχα τελειώσει τη σχολή. Ήμουν τυχερή που βρέθηκα να δουλεύω με αυτόν τον σκηνοθέτη σε μία δουλειά που έπαιζε ο Μηνάς Χατζησάββας, η Σοφία Σεϊρλή, η Ελένη Κοκκίδου, υπέροχοι ηθοποιοί. Στο σινεμά δουλεύω επίσης πολύ εδώ και 15 χρόνια, μου άρεσε από την αρχή πολύ αυτή η διαδικασία των γυρισμάτων, η προετοιμασία και ο αγώνας «να πιάσεις τη στιγμή». Και στο σινεμά είχα την τύχη να δουλέψω με πολύ ενδιαφέροντες σκηνοθέτες.

Μπορεί να ήταν και ένας διαχωρισμός, που πια είναι πολύ ευχάριστο ότι δεν υπάρχει, που δεν λες πια τηλεοπτικός ή κινηματογραφικός ή θεατρικός ηθοποιός. Ο ηθοποιός μπορεί να περάσει απ’ όλα τα είδη κι απ’ όλα πλουτίζει, ακονίζει τα εκφραστικά του μέσα.

Αλλά μπορεί κι από την άλλη εγώ κάπως να το φοβόμουν. Μπορεί να ήταν και μία δική μου ανασφάλεια απέναντι στην τηλεόραση. Πλέον δεν την έχω. Γίνονται ενδιαφέρουσες σειρές κι είναι λίγο σαν ο ένας χώρος να μπολιάζει τον άλλο, η τηλεόραση το σινεμά και το σινεμά την τηλεόραση. Σε όλες τις ειδικότητες εργάζονται επαγγελματίες με άριστη κατάρτιση και ταλέντο.

– Με τη Δέσποινα Πανθέου ποια είναι τα κοινά σας;

Ξεχωρίζω σίγουρα τον δυναμισμό της, είναι μία γυναίκα που κατάφερε πολλά πράγματα μόνη της, που δεν είχε ανάγκη τόσο τον αντρικό πληθυσμό για να επιβεβαιωθεί και να υπάρξει. Έχει μια ειλικρίνεια απέναντι στα πράγματα, όχι πάντα βέβαια, γιατί τώρα είναι σε μεγάλο συναισθηματικό μπλέξιμο με τον πρώην άντρα της (γέλια). Αλλά γενικά είναι ένας άνθρωπος καθαρός, που νοιάζεται για τους άλλους, ουσιαστικά αφιέρωσε τη ζωή της και την αγάπη της στο παιδί της και την οικογένειά της.

Σε κάθε ρόλο υπάρχουν στοιχεία που είναι απελευθερωτικά. Ας πούμε, στις Άγριες Μέλισσες που έκανα αυτή τη σκληρή και αντιπαθητική δασκάλα στην αρχή, την Αιμιλία, ήταν όντως απελευθερωτικό που αυτή η γυναίκα γινόταν αντιπαθής κι έλεγε αυτό που πίστευε χωρίς να υπολογίζει τη γνώμη των άλλων. Είναι απελευθερωτικό να είσαι ο εαυτός σου, καλώς ή κακώς.

Και η Δέσποινα Πανθέου έχει αυτό το χαρακτηριστικό. Υπερασπίζεται τις αρχές της και τα πιστεύω της με πάθος, χωρίς φόβο να τα εκφράσει και να έρθει σε αντιπαράθεση. Μπορώ να καταλάβω το πάθος αυτής της γυναίκας, είναι ένα στοιχείο που με χαρακτηρίζει. Επίσης, η κρυμμένη ευαισθησία της ήταν μια πλευρά της που με ενδιέφερε να την εξερευνήσω, να καταλάβω γιατί πολλές φορές φέρεται ψυχρά κι απόμακρα. Είναι μία υπολογίστρια, ένας άνθρωπος που αγαπά τα υλικά αγαθά ή απλώς έτσι προσπαθεί να καλύψει τις πληγές της;

Με τον Μιχάλη Σαράντη που υποδύεται τον γιο της, στους Πανθέους. / ΣΚΑΪ
Με τον Μιχάλη Σαράντη που υποδύεται τον γιο της, στους Πανθέους.

– Προέρχεστε κι εσείς από μία πολυμελή οικογένεια, από ένα background αυτοδημιούργητων ανθρώπων, από μία πόλη με αστική τάξη. Πόσο σας θυμίζουν πράγματα που έχετε ζήσει οι Πανθέοι;

Αυτό το δέσιμο της οικογένειας είναι κάτι που υπάρχει και στη δική μας οικογένεια πολύ.

«Πιστεύω στην αξία της οικογένειας, πιστεύω ότι είναι δύναμη να προέρχεσαι από μία οικογένεια στην οποία υπάρχει σύμπνοια, αλληλοβοήθεια, φροντίδα».

Βέβαια, στους Πανθέους υπάρχουν και φοβερά μυστικά και ψέματα, κι ίσως σε όλες τις οικογένειες να υπάρχουν και να μην τα ξέρουμε (γέλια). Σίγουρα άντλησα στοιχεία και από την οικογένειά μου κι από άλλες οικογένειες που ξέρω.

– Η οικογένειά σας είχε σχέση με τις επιχειρήσεις. Δεν σας δελέασε ποτέ αυτός ο κόσμος;

Όχι, δεν μπορώ να το πω αυτό, γιατί αγαπούσα πολύ τα φιλολογικά μαθήματα στο σχολείο, σπούδασα Αρχαιολογία πριν βρεθώ στη Δραματική σχολή. Το σκέφτηκα κάποια στιγμή η αλήθεια είναι, αλλά ήταν για πολύ λίγο αυτή η αμφιβολία μέσα μου, για το αν θα ακολουθήσω κι εγώ αυτόν τον δρόμο ή όχι.

– Είχατε και στήριξη, φαντάζομαι;

Στην αρχή η μητέρα μου δεν ήταν και πολύ θετική. Ο πατέρας μου είχε πεθάνει, «έφυγε» πολύ νωρίς. Η μητέρα μου είχε τις αμφιβολίες της, γιατί είχα σπουδάσει ήδη αρχαιολογία και κάπως της φαινόταν που το άφηνα για κάτι άλλο. Με τα χρόνια πείστηκε και με στήριξε και με πολλή χαρά έρχεται σε όλες τις παραστάσεις και στις πρεμιέρες μου και φυσικά βλέπει και τους Πανθέους.

– Είχατε αφιερώσει στη μαμά σας, Βασιλική Καλλιμάνη, βραβείο ερμηνείας σας;

Ναι ήταν η ταινία Στο Σπίτι, του Θανάση Καρανικόλα, που πήγε και στο Φεστιβάλ του Βερολίνου και πήρε και το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής της Ένωσης Κριτικών και είχε πάει πολύ καλά, είχε μία πολύ ωραία πορεία.

«Είχα βραβευτεί από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για την ερμηνεία μου και της το αφιέρωσα. Πού να ήξερα ότι μετά από λίγα χρόνια θα έπαιρνε και η μητέρα μου βραβείο από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου…»

– Πώς σας φάνηκε που την είδατε στην Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς;

Μου άρεσε πάρα πολύ. Ήταν υπέροχη στο ρόλο της. Γενικά, πέρα από το ότι είναι μητέρα μου, μού έδωσε πολύ μεγάλη χαρά και θάρρος και εμπιστοσύνη στη ζωή, αυτό που έκανε. Γιατί είναι μία γυναίκα που είχε ολοκληρώσει την πορεία της στις επιχειρήσεις, δεν είχε σκεφτεί ποτέ να κάνει κάτι τέτοιο και στα 75 + της χρόνια τόλμησε να κάνει κάτι διαφορετικό, πέρασε πολύ ωραία και με τον Γιάννη Οικονομίδη και με τους ηθοποιούς, το ευχαριστήθηκε και ήταν μεγάλη επιβεβαίωση για εκείνη αυτό βραβείο. Εισέπραξε πολύ μεγάλη αγάπη.

Μαρία Καλλιμάνη ΣΚΑΪ

– Ήταν το ισχυρότερο γυναικείο πρότυπο στη ζωή σας η μαμά σας;

Ήταν πολύ ισχυρό. Ίσως όχι το μόνο, γιατί σίγουρα έπαιξαν ρόλο στη ζωή μου και κάποιες καθηγήτριες στο σχολείο και η αγάπη τους για τη διδασκαλία και όσα μας μετέδιδαν καθώς και η αγάπη τους για τα κοινά. Ήταν μια καθηγήτρια φιλόλογος στο Γυμνάσιο που είχαμε κάνει μαζί της πρώτη φορά θέατρο, για παράδειγμα. Μετά ήρθαν κι άλλες γυναίκες- πρότυπα μέσα από το Πανεπιστήμιο, την Αρχαιολογία, το Θέατρο.

Αλλά σίγουρα ήταν ένα πολύ ισχυρό πρότυπο η μητέρα μου κι ακόμα είναι. Μία πολύ δυναμική γυναίκα που κατάφερε και να μεγαλώσει 4 παιδιά, που στάθηκε στα πόδια της από πολύ νωρίς μόνη της, γιατί έχασε τον άντρα της. Είναι μία γυναίκα που συνδυάζει πολλά πράγματα, χιούμορ, ευαισθησία, που στάθηκε σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον, χωρίς να αισθανθεί ότι κάποιος την παραγκωνίζει, βρήκε τη θέση της στον επαγγελματικό της χώρο.

– Τώρα παίρνετε εσείς πάλι τη σκυτάλη από εκείνη στη συνεργασία με τον Γιάννη Οικονομίδη αφού θα παίξετε στη Σπασμένη Φλέβα.

Είχαμε δουλέψει μαζί και στον Μαχαιροβγάλτη και είχα και μία συμμετοχή στο Μικρό Ψάρι. Μετά από τόσα χρόνια, είμαστε αγαπημένοι φίλοι και συνεργάτες με τον Γιάννη Οικονομίδη και συμμετέχω και στην νέα του ταινία, τη Σπασμένη Φλέβα.

Επιπλέον, έχω ήδη κάνει γυρίσματα για την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του εικαστικού Στέφανου Τζιβόπουλου και για τη νέα ταινία του Γιώργου Γεωργόπουλου που είναι ένας πολύ ενδιαφέρον σκηνοθέτης. Επίσης, την επόμενη εβδομάδα ξεκινούν τα γυρίσματα της νέας ταινίας του Φίλιππου Τσίτου και είμαι ενθουσιασμένη που θα δουλέψω μαζί του για πρώτη φορά.

Και στις 4 αυτές ταινίες, αυτό που μου άρεσε ήταν ότι είχαν πολύ ωραίες ιστορίες, πολύ ωραία σενάρια. Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό και για εμάς τους ηθοποιούς, αλλά είναι και ιστορίες που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον και για το κοινό. Είναι σημαντικό να πηγαίνει όλο και περισσότερο το κοινό να βλέπει και ελληνικές ταινίες.

– Με τον κινηματογράφο έχετε ασχοληθεί και διοικητικά, ως αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Τι σας έστρεψε σε μία τέτοια ενασχόληση;

Ο λόγος που αποδέχθηκα μία τέτοια πρόταση ήταν η αγάπη μου για το σινεμά και η επιθυμία μου να συμβάλλω όσο μπορώ στην εύρυθμη λειτουργία του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Είχα την τύχη να ταξιδέψω σε μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ με τις ταινίες που συμμετείχα και να δω το ενδιαφέρον που προκαλούσαν και την απήχηση που είχαν και έχουν οι ελληνικές ταινίες. Είναι εξαγώγιμο προϊόν η ελληνική ταινία αλλά χρειάζεται κι άλλη ενίσχυση και κυρίως οικονομική. Στην Ευρώπη, κατ΄αναλογία με τον πληθυσμό μας, έχουμε τη χαμηλότερη χρηματοδότηση.

Είμασταν ένα συμβούλιο με μεγάλη σύμπνοια, δουλέψαμε σχεδόν 4 χρόνια με έμπνευση και μεθοδικότητα, και πολλά πράγματα προχώρησαν στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και με την αρωγή του Υπουργείου Πολιτισμού. Είμαστε τώρα στις τελευταίες μέρες της θητείας μας και εύχομαι με τον νέο φορέα -πριν λίγες μέρες ψηφίστηκε το νομοσχέδιο στην Βουλή- να βελτιωθούν ακόμα περισσότερο οι συνθήκες για την ελληνική ταινία και τους Έλληνες δημιουργούς, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Info: Οι Πανθέοι, Σαββατοκύριακο στις 18.40 στο ΣΚΑΪ.