ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ

Ο μπαμπάς μου κι εγώ

Πληκτρολογώ και σβήνω συνέχεια. Έχω δεύτερες σκέψεις. Όμως μόλις σκέφτομαι πως του άρεσε να διαβάζει τα κείμενά μου και πως άρεσε και σε εκείνον να γράφει, τότε μου φεύγει κάθε αμφιβολία. Μία από τις μέρες που τον αποχαιρετούσα (γιατί το έκανα κάθε μέρα μέχρι να φύγει), του είπα (ενώ δεν επικοινωνούσε και δεν με άκουγε ίσως (;) πια), ότι θα γράψω ένα βιβλίο για αυτόν. Το είχε κάνει κι εκείνος για τον πατέρα του. Και είμαι σίγουρη πως ήθελε να το κάνω κι εγώ για εκείνον. Ξεκινάω μόνο με μερικές σκέψεις και θα γίνει και αυτό.

Τους μπαμπάδες να τους αγαπάτε. Να κάθεστε μαζί τους τα απογεύματα στο γραφείο τους και να συζητάτε για τα προβλήματά σας. Να τους λέτε ναι όταν σας λένε να πάτε μαζί για έναν καφέ. Να μην τους αφήνετε συνέχεια μόνους όταν ζητούν παρέα. Να τους βοηθάτε όταν δεν ξέρουν να περάσουν τις επαφές στο καινούριο τους κινητό. Να μην τους κρύβετε πράγματα που μετά θα σκέφτεστε πως καλό θα ήταν να ξέρουν. Να τους λέτε σ’ αγαπάω χωρίς τσιγκουνιές. Να κλαίτε μπροστά τους. Να τους ζητάτε γρήγορα συγνώμη. Να τους κάνετε μεγάλες αγκαλιές. Να τους δίνετε πίσω όσα σας έχουν δώσει τόσα χρόνια με όποιον τρόπο νιώθετε ότι έχετε, τους αρκεί. 

Μερικά τα έκανα, μερικά όχι. 

Όταν αρρώστησε, πριν μερικούς μήνες, ήμουν ακόμη το μικρό του κοριτσάκι. Σήμερα που πια δεν είναι εδώ, νιώθω ότι είμαι εκείνο το ίδιο κοριτσάκι που μεγάλωσε απότομα. Αλλάζεις όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στο εγγυώμαι. Και πάντα προς το καλύτερο. Αν και η ωριμότητα είναι κάτι που δεν ξέρω αν ποτέ κατακτάται εντελώς, νιώθω πως μου έδωσε όλα τα εφόδια για να την κατακτήσω. Και για όσο καιρό ήταν εδώ και τώρα που είναι κάπου προς ουρανό μεριά. 

Κι αν κάτι έχω να αναγνωρίσω σε εκείνον είναι ότι με μεγάλωσε με αγάπη, μου έμαθε τι σημαίνει δικαιοσύνη, τι σημαίνει ευαισθησία, τι σημαίνει να είσαι δημοκρατικός, μου έμαθε να αγαπώ τη μουσική, το διάβασμα, τα ταξίδια, τη ζωή. Όλα όσα άρεσαν και σε αυτόν. Και το κυριότερο είναι πως ήθελε να με κάνει καλό άνθρωπο (κάθε μέρα θα προσπαθώ γι’ αυτό), ήθελε να με βλέπει πάντα όμορφη, ήθελε να είμαι ανεξάρτητη και ευτυχισμένη. Ποτέ δεν με πίεσε για κάτι που δεν ήθελα να κάνω ή να είμαι και έτσι έμαθα να εκτιμώ την ελευθερία. Τον ένοιαζε όμως και η ελευθερία των άλλων κι έτσι έμαθα πού τελειώνει η δική μου και πως δεν είναι καλό να είμαι εγωίστρια.

 

Ο πιο ζωντανός, όμορφος και έξυπνος άνθρωπος του κόσμου μου, έφυγε πριν μερικές μέρες. Σαββατόβραδο. Μάλλον επειδή του άρεσε το γλέντι. Και εγώ τη στιγμή που το άκουσα χαμογέλασα. Κουράστηκε και πόνεσε πολύ. Και θα ήταν άπειρος εγωισμός (ίσως απλώς και δυσκολία αποχωρισμού) να έλεγα πως έπρεπε να μείνει. Ελευθερώθηκε και μαζί με εκείνον κι εγώ από τον καθημερινό θάνατο που ζούσα μαζί του όλο αυτόν τον καιρό. Ήταν το πρώτο βράδυ που κοιμήθηκα ήσυχα. Γιατί κοιμήθηκε κι εκείνος. 

Και δεν θέλω να βάλω πολύ μελό στη φάση γιατί ο άνθρωπος αυτός ήταν ο πιο υπέροχα χαμογελαστός και περήφανος που έχω γνωρίσει. Κι ίσως επειδή το κείμενο αυτό νιώθω ότι είναι γραμμένο για να το διαβάσει, θέλω να είναι φτιαγμένο στα μέτρα του. 

Περήφανος εκείνος, περήφανη κι εγώ για εκείνον, γιατί ήταν ο καλύτερος πατέρας που θα μπορούσε να μου τύχει, γιατί δεν έχω ούτε ένα παράπονο, γιατί έχω βάλει στόχο να τον συνεχίσω μέσα από μένα και να τον κάνω ακόμη πιο περήφανο. Όταν μου είχε πάρει δώρο τον πρώτο μου υπολογιστή μου είπε να γράψω σπουδαία πράγματα με αυτόν. Κι εκείνος πίστευε πάντα πως το έκανα. Εγώ πιστεύω πως το πιο σπουδαίο που έχω κάνει μέχρι σήμερα σε γραπτό (έστω και με καινούριο πια λάπτοπ) είναι αυτό το κείμενο για εκείνον.

Σε αγαπάω υπέροχε μπαμπά μου, μη φοβάσαι, πάντα είμαστε μαζί.