OPINIONS

Μια γυναίκα στον πλανήτη “μητρότητα”

O γιός μου, ο Γ. φέτος έκλεισε τα 13 – ήδη, παρουσιάζει «κλασικές» συμπεριφορές εφήβου. Νεύρα, μελαγχολίες, ξαφνικά ξεσπάσματα, παράλογες αντιδράσεις και ευαισθησίες πρωτόγνωρες. «Ναι, καλά…», «Άσε τώρα...» ή «Μπορείς ρε γμτ να πάψεις να είσαι ΤΟΣΟ μαμά;» είναι η μόνιμη αντίδρασή του σε κάθε μου  απόπειρά μου να του επιβάλλω μια πειθαρχημένη καθημερινότητα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (μπάνιο, διάβασμα, σχολείο, ύπνο μια λογική ώρα). Συνήθως, σηκώνω  τους ώμους και απαντάω «Όχι. Αυτή είναι η δουλειά μου…»

Μπορεί να ακούγεται περίεργο, αλλά η μητρότητα είναι, ναι, μια κανονική «δουλειά». Δύσκολη, πολυέξοδη, άμισθη, απαιτητική, ισόβια, με φουλ ωράριο 24h/24h χωρίς διαλείμματα, σε χαοτικό περιβάλλον.

Εξαντλητική. Απλώς απερίγραπτη. Υπέροχη. Δεν θα την άλλαζα με τίποτα.

Αυτό, τώρα, δεν έπρεπε να ακουστεί έτσι, σαν διαφήμιση. Στην πραγματικότητα, υποψιάζομαι ότι είμαι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο αρμόδιος ή άξιος να προωθήσει το «προϊόν» yummy-mοmmy. Πρώτον, επειδή, για πολλά χρόνια ανήκα στη χαρούμενη «φυλή» των γυναικών που δηλώνουν «γυναίκες καριέρας και από θέση άτεκνες» – childfree γυναίκες όπως αυτές που μίλησαν χθες στην huffingtonpost

To «project» μητρότητα, ήταν κάτι που απλά δεν χωρούσε στο πρόγραμμά μου, ένα «τικ» κάπου στη λίστα με τα δεκάδες πράγματα που θα’πρεπε ίσως να κάνω μέχρι τα σαράντα. Ήθελα να μπορώ να κάθομαι ως αργά στο γραφείο, να ταξιδεύω χωρίς αποσκευές, να ξενυχτάω μεσοβδόμαδα χωρίς τύψεις, να αγαπάω έναν άντρα χωρίς δεσμεύσεις, να χαλάω χρήματα σε άχρηστα μικροπράγματα, ρούχα, βόλτες, πάρτι. Δεν ήθελα παιδί – τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή  που έμεινα έγκυος. Οπότε κατάλαβα πόσο πολύ το ήθελα.

Ο δεύτερος, πιο σημαντικός λόγος είναι ότι ειλικρινά πιστεύω πως οι σχέσεις μας – κάθε είδους σχέσεις – είναι πλανήτες. Μικρά, περίκλειστα, ανεξερεύνητα σύμπαντα που αιωρούνται στο κενό και το καθένα απέχει χιλιάδες χιλιόμετρα, έναν σκασμό γαλαξίες από το άλλο. Αν είσαι εργένης, δεν ξέρεις πως ακριβώς είναι να συμβιώνεις ή να είσαι παντρεμένος και η ζωή των ζευγαριών με ένα παιδί, είναι ολότελα διαφορετική από αυτή των γονιών με 2 ή 3 ή 4 παιδιά, που επίσης δενέχει καμία σχέση με αυτή των single moms και πάει λέγοντας. Άρα αν είσαι μαμά, είναι περίπου αδύνατο να περιγράψεις σε μια childfree γυναίκα τα υπέρ και τα κατά της «δουλειάς»- θα ήταν περίπου σαν ένας γήινος να προσπαθεί να περιγράψει την ποιότητα του φωτός ή του αέρα, σ’ έναν Αρειανό (σ.σ. υποθέσουμε πως υπάρχει τέτοιο πράγμα), μόνιμο κάτοικο ενός πλανήτη όπου η ατμόσφαιρα αποτελείται από άζωτο και διοξείδιο του άνθρακα. Γίνεται ; Δε γίνεται.

Αν με ρωτάτε, προσωπικά θεωρώ μάλλον αστείο το ότι – ακόμα και σε μια παιδοκεντρική κοινωνία όπως η ελληνική – μια γυναίκα, οποιαδήποτε γυναίκα θα έπρεπε να επιχειρηματολογεί/δικαιολογείται υπέρ της επιλογής της να μην κάνει παιδιά. Ή το αντίθετο.

Ναι, προφανώς, το να μην θέλεις γίνεις μητέρα (από φόβο, εγωισμό, δειλία, έλλειψη χρημάτων ή συντρόφου, γιατί τρέμεις την εμπειρία της γέννας  ή επειδή δεν θες να φέρεις ακόμα ένα παιδί σε έναν υπερβολικά στριμωγμένο πλανήτη που πεθαίνει), δεν σε κάνει απαραίτητα κακό άνθρωπο. Ούτε προβληματικό κοινωνιοπαθή, ούτε «φρικιό» ή ανεξήγητη ανωμαλία της φύσης. Από την άλλη, καμιά γυναίκα που αποκτά παιδί (με οποιοδήποτε τρόπο, «φυσικό» ή άλλο) δεν θα ‘πρεπε να αντιμετωπίζεται με ειρωνεία ή υψωμένα φρύδια συγκατάβασης . (Ναι, κι όμως, τ’ακούω πολύ συχνά,  αυτό το «αχ η «καημένη» τρέχει να τα προλάβει όλα, δεν προλαβαίνει να δει τους φίλους της, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της, παραμέλησε τον εαυτό της, δεν κοιμάται, δεν έχει «ζωή»….»).

Έχω ζωή. Μόνο που ο δικός μου πλανήτης, έχει μόνο ένα «τριαντάφυλλο». Το γέννησα, άρα είμαι υπεύθυνη γι’αυτό. Ίσως δεν είναι τίποτα σπουδαίο, θέλω να πω ο κόσμος γεννάει παντού παιδιά, εδώ και εκατομμύρια χρόνια, αλλά για μένα είναι πιο σπουδαίο απ’όλο τον κόσμο.«Γιατί εκείνο το πότισα – γιατί εκείνο το έβαλα κάτω απ’ τη γυάλα – γιατί εκείνο το προστάτεψα απ’ τον αέρα,  γιατί για χάρη του σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δυο τρεις που άφησα για να γίνουν πεταλούδες) γιατί εκείνο τ’ άκουσα να μου παραπονιέται ή να παινεύεται ή και, καμιά φορά, να σωπαίνει.. Γιατί είναι το τριαντάφυλλο μου».