ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Φωτεινή Παπαθεοδώρου ήταν «φυτουκλάκι» του θεάτρου από 5 ετών

petros poulopoulos Πέτρος Πουλόπουλος

Τη Φωτεινή Παπαθεοδώρου τη γνώρισες μέσα από την τηλεοπτική της παρουσία σε σειρές όπως το Μαύρο Ρόδο και το Grand Hotel. Τη θερινή θεατρική περίοδο θα τη δεις να ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή του Θέατρου Παλλάς, στην παράσταση Αλεξάνδρεια.

Το Θέατρο Παλλάς παρουσιάζει για τη θεατρική σεζόν 2025-2026, την παράσταση Αλεξάνδρεια, σε σύλληψη ιδέας και σκηνοθεσία Φωκά Ευαγγελινού και πρωτότυπο κείμενο της Ζέτης Φίτσιου. Από μοναχή Ελισάβετ στο Μαύρο Ρόδο η γεννημένη στην Αγγλία, Φωτεινή Παπαθεοδώρου, θα γίνει η νεαρή, δυναμική Αριέττα της Αλεξάνδρειας.

Είχαν προηγηθεί ταινίες- έχει παίξει στο Σμύρνη μου αγαπημένη, ενώ η ταινία μικρού μήκους Locked In που σκηνοθέτησε έχει προβληθεί στο λονδρέζικο φεστιβάλ SuperShorts- ένα πτυχίο αγγλικής λογοτεχνίας κι ένα κλασικής φιλολογίας, οι σπουδές υποκριτικής και η παραγωγή ντοκιμαντέρ για βρετανικά κανάλι.

Τι μπορεί να σημαίνει η Αλεξάνδρεια στη ζωή της Φωτεινής Παπαθεοδώρου, που έχει αφήσει πίσω της «πατρίδες» μοιράζοντας τα χρόνια της μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας; Ποια είναι τα συναισθήματά της πριν ανέβει για πρώτη φορά ως επαγγελματίας σε μία θεατρική σκηνή στην Ελλάδα; Και τι είναι αυτό που της λείπει από τις διεθνείς παραγωγές στις οποίες εργάστηκε.

Η Φωτεινή Παπαθεοδώρου απαντά σε όλα μας τα ερωτήματα και μοιράζεται τα επόμενα της όνειρα με το LadyLike.

– Ποια είναι η δική σου σχέση με την Αλεξάνδρεια; Έχεις κι εσύ αφήσει πίσω σου «πατρίδες» κατά τη διάρκεια της ζωής σου;

Η Αλεξάνδρεια για μένα είναι σύμβολο — μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Ένας κόσμος γεμάτος αντιθέσεις: εκεί όπου η ποίηση, η μουσική και η τέχνη άνθιζαν δίπλα σε πολιτικές εντάσεις και κοινωνικές αναταράξεις. Μια κοσμοπολίτικη καρδιά που χτυπούσε δυνατά μέσα από τη συνύπαρξη πολιτισμών, αλλά και μια πληγή — το τραύμα του ξεριζωμού, η μνήμη της απώλειας, οι πατρίδες που χάθηκαν.

Και προσωπικά, καταλαβαίνω τι σημαίνει να ζεις ανάμεσα σε δύο πατρίδες. Η ζωή μου κυλά ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αγγλία, με μια αίσθηση διαρκούς μετάβασης. Όταν απομακρύνεσαι από έναν τόπο, κάτι μέσα σου τον εξιδανικεύει· γίνεται όνειρο, ανάμνηση γλυκιά — ακόμα κι αν δεν ήταν πάντα έτσι. Γι’ αυτό και η Αλεξάνδρεια με αγγίζει βαθιά: μιλά για το ανήκειν και το μη ανήκειν, για την ομορφιά και τη μελαγχολία της μετακίνησης, για εκείνες τις πατρίδες που, τελικά, ζουν μέσα σου.

Από τη φωτογράφιση για την παράσταση «Αλεξάνδρεια».

– Μίλησε μου για τον ρόλο σου στην παράσταση…

Υποδύομαι την Αριέττα, μια νεαρή γυναίκα δυναμική αλλά και ρομαντική, που ζει στην Αλεξάνδρεια του Μεσοπολέμου. Είναι ερωτευμένη και ετοιμάζεται για τους αρραβώνες της — σε μια εποχή, όμως, που όλα γύρω της αλλάζουν: οι πολιτικές ισορροπίες, οι κοινωνικές νόρμες, το ίδιο το μέλλον. Κάτω από την κομψή της όψη, υπάρχει μια υπαρξιακή αγωνία: τι σημαίνει να είσαι γυναίκα σ’ ένα μεταβατικό ιστορικό τοπίο; Πώς μένεις πιστή στην καρδιά σου όταν όλα σε καλούν να συμμορφωθείς;

«Είναι χαρά και τιμή να συνεργάζομαι με τον Φωκά Ευαγγελινό. Από την πρώτη συνάντηση σου εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη. Έχει το σπάνιο χάρισμα να βλέπει τους ανθρώπους- και να τους οδηγεί στο καλύτερο που μπορούν να δώσουν».

Νιώθω ευγνώμων που ανήκω στο σύμπαν αυτής της παράστασης και μπορώ να του δώσω φωνή.

– Είναι η πρώτη φορά που κάνεις θέατρο ως επαγγελματίας στην Ελλάδα; Τι συναισθήματα έχεις γι’ αυτό;

Ναι, είναι η πρώτη μου επαγγελματική θεατρική εμφάνιση στην Ελλάδα και νιώθω πολύ όμορφα. Πάνω απ’ όλα, ευγνωμοσύνη που βρίσκομαι ανάμεσα σε τόσο ταλαντούχους ανθρώπους, σε μια παράσταση που δεν είναι απλώς όμορφη— έχει λόγο ύπαρξης, μιλά στην καρδιά και αφυπνίζει.

Νιώθω πως συμμετέχω σε κάτι ολοκληρωμένο, με καλλιτεχνική δύναμη αλλά και έντονη επικαιρότητα. Γιατί, πέρα από το κεντρικό μας θέμα που είναι ο έρωτας, η ιστορία που αφηγούμαστε αγγίζει διαχρονικά τραύματα: τον ξεριζωμό, τους απάνθρωπους πολέμους, την ανάγκη να κρατηθείς όρθιος μέσα στο χάος. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε. Και εύχομαι το κοινό να ταξιδέψει μαζί μας στην Αλεξάνδρεια — και να βρει μέσα στην παράσταση κάτι αληθινά δικό του.

– Ποια ήταν η πρώτη σου φορά στη σκηνή και αν θυμάσαι πώς ένιωσες;

Η πρώτη μου φορά στη σκηνή ήταν όταν ήμουν 5 χρονών, στο σχολείο στην Αγγλία. Κάναμε την καθιερωμένη χριστουγεννιάτικη παράσταση, το Nativity, την ιστορία της γέννησης του Χριστού. Είχα το ρόλο ενός χωρικού — χωρίς λόγια, απλώς έπρεπε να δείχνω με το δάχτυλο αποδοκιμαστικά και να συμμετέχω στις ομαδικές σκηνές. Μικρό πράγμα δηλαδή… αλλά εγώ το είχα πάρει πολύ σοβαρά.

Υπάρχει βίντεο από εκείνη τη μέρα, όπου φαίνομαι να σκουντάω τους υπόλοιπους «χωρικούς» με ένταση για να τους θυμίσω τι πρέπει να κάνουν, πότε να σηκώσουν το χέρι, πότε να δείξουν, πότε να μπουν στο τραγούδι. Είχα μάθει απέξω όλο το έργο – όλες τις ατάκες, όλα τα τραγούδια, όλες τις κινήσεις – όχι μόνο τις δικές μου. Ένα μικρό, ενθουσιασμένο «φυτουκλάκι» του θεάτρου ήδη από τότε. Κι από τότε, δεν κοίταξα ποτέ πίσω.

– Ξεκίνησες να εργάζεσαι σε διεθνείς παραγωγές στην Αγγλία. Υπήρξαν στιγμές μεγαλώνοντας και γνωρίζοντας πλέον τη δουλειά που να αμφέβαλες για την απόφασή που είχες πάρει ήδη από τα 5 σου;

Ναι, ήθελα να γίνω ηθοποιός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Μπορεί να μην ήταν το πιο «σωστό», αλλά από παιδί έβλεπα πολλή τηλεόραση. Σειρές, ταινίες, παιδικά, τα έβλεπα όλα. Έτσι, νομίζω, έμαθα τη «γλώσσα» αυτής της τέχνης από πολύ μικρή.

«Θυμάμαι είχα δει μια ταινία με τη Scarlett Johansson και είπα: “Αυτό θέλω να κάνω”. Όχι να είμαι αυτή, αλλά να ζω κι εγώ διαφορετικές ζωές μέσα από ρόλους».

Δεν υπήρξε ποτέ κάποιο άλλο όνειρο που να με κράτησε τόσο σταθερά. Ήθελα πολύ να σπουδάσω υποκριτική στην Αγγλία, αλλά δεν είχα τα λεφτά για να το κάνω αμέσως. Έκανα Αγγλική Φιλολογία στο Exeter, για να καταλάβω πώς γράφεται μια «τέλεια» ιστορία.

Στην «Αλεξάνδρεια» θα υποδυθεί τον ρόλο της Αριέττας.

– Πώς αποφάσισες να έρθεις στην Ελλάδα και να δοκιμαστείς εδώ ως ηθοποιός;

Μετά το πτυχίο μετακόμισα στο Λονδίνο για να κυνηγήσω το όνειρό μου να γίνω ηθοποιός. Δύσκολος χώρος και ακριβή πόλη. Η πρώτη μου δουλειά, όπου έμεινα και 6 χρόνια, ήταν σε εταιρεία παραγωγής ντοκιμαντέρ. Εκεί έμαθα πώς εφαρμόζεται η θεωρία στην πράξη, πως δουλεύει μια παραγωγή. Ήταν γερό σχολείο.

Αλλά η υποκριτική δεν έφυγε ποτέ, το κυνηγούσα συνέχεια. Όταν ήρθε το Μαύρο Ρόδο, ήταν σαν να ξεκλειδώθηκε μια πόρτα που προσπαθούσα χρόνια να ανοίξω. Οπότε η απόφαση να γυρίσω στην Ελλάδα, δεν ήταν δύσκολη. Από τότε, νιώθω ότι είμαι εκεί που ανήκω.

– Είχες υποστηρικτικό περιβάλλον ως προς το όνειρό σου; Ποια συμβουλή των γονιών σου κρατάς μεγαλώνοντας;

«Η οικογένειά μου πάντα υποστήριζε το όνειρό μου να γίνω ηθοποιός. Αλλά πιστεύω πως ό,τι και να ήθελα να κάνω, αρκεί να μην έβλαπτε κανέναν, θα με στήριζαν. Δεν με πίεσαν ποτέ να κάνω “το σωστό” ή “το ασφαλές”· μου έδειξαν εμπιστοσύνη και χώρο να ψάξω μόνη μου τι με εκφράζει».

Αυτό που κρατάω από τους γονείς μου— και που προσπαθώ να θυμίζω και στον εαυτό μου όταν τα πράγματα δυσκολεύουν— είναι η συμβουλή να προσπαθείς να κάνεις κάτι που σε γεμίζει, που σου δίνει χαρά και νόημα. Δεν είναι πάντα εύκολο ή εφικτό, αλλά αν το βρεις, αν καταφέρεις να δουλεύεις με σεβασμό, με πάθος και αγάπη, τότε έχεις πετύχει κάτι πολύ σημαντικό.

– Τι είναι αυτό που θα ήθελες να υπάρχει στη δουλειά σου και στην Ελλάδα, που το συνάντησες στην Αγγλία και τι δεν θα άλλαζες με τίποτα;

Αυτό που θα ήθελα πολύ να υπάρχει περισσότερο στην Ελλάδα— ειδικά στον χώρο της δουλειάς μου— είναι το επίπεδο οργάνωσης, επαγγελματισμού και σεβασμού που συνάντησα στην Αγγλία. Εκεί όλα φαίνεται να κυλούν πιο ομαλά· υπάρχει δομή, πειθαρχία, σαφής επικοινωνία. Ο καθένας ξέρει τι του αναλογεί, και οι κόποι του αναγνωρίζονται και ανταμείβονται ανάλογα. Φυσικά, παίζει ρόλο και το μεγαλύτερο κεφάλαιο που υπάρχει.

Αυτό όμως που δεν θα άλλαζα ποτέ από την Ελλάδα, είναι το συναίσθημα. Το δικό μας το έντονο, το ακατέργαστο. Αυτό που μπορεί να γίνει υπερβολή καμιά φορά, αλλά που σου θυμίζει ότι είσαι άνθρωπος, και ότι η τέχνη— η δική μου τουλάχιστον— γεννιέται από το συναίσθημα. Αυτό είναι πολύτιμο, ειδικά σε ένα επάγγελμα που βασίζεται στην έκφραση.

– Μαύρο ρόδο, Grand Hotel: Δύο επιτυχημένες σειρές στην ελληνική τηλεόραση. Σου δημιουργεί άγχος για τη συνέχεια αυτό το ξεκίνημα;

Το Μαύρο Ρόδο ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία που θα κουβαλώ πάντα μαζί μου— τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά. Με έκανε να πιστέψω περισσότερο στον εαυτό μου και να νιώσω ότι βρίσκομαι στον σωστό δρόμο. Και σε αυτή τη δουλειά, όπως και στο Grand Hotel, στάθηκα πολύ τυχερή: συνεργάστηκα με ανθρώπους που θαύμασα, έμαθα από αυτούς, και κάποιοι έγιναν αληθινοί φίλοι. Αυτό για μένα είναι ανεκτίμητο.

«Το άγχος φυσικά και υπάρχει— κυρίως γιατί δεν θέλω να μένω στάσιμη ή να επαναλαμβάνομαι. Θέλω κάθε ρόλος να με πηγαίνει κάπου πιο πέρα, να με εξελίσσει, να μου μαθαίνει κάτι καινούργιο».

Περισσότερο από άγχος, όμως, νιώθω μια σταθερή εσωτερική ανάγκη να συνεχίσω να δουλεύω, να βουτάω σε ρόλους που με μεταμορφώνουν. Και νομίζω πως μέχρι στιγμής το έχω καταφέρει. Η Αλεξάνδρεια είναι το επόμενο βήμα που ήρθε ακριβώς τη σωστή στιγμή — και νιώθω πολύ έτοιμη να το ζήσω.

– Ιδανικά ποιο θα ήθελες να είναι το επόμενο βήμα σου; Θα ήθελες πχ να παίξεις κωμωδία, να δοκιμαστείς σε άλλα είδη;

Ιδανικά, θα ήθελα το επόμενο βήμα μου να είναι στον κινηματογράφο. Έχω ήδη κάποιες εμπειρίες. Πέρσι συμμετείχα σε μια αμερικανική ταινία που γυρίστηκε στη Βουλγαρία, όπου μιλούσα αγγλικά με αμερικανική προφορά και δούλεψα για πρώτη φορά με όπλα. Ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από ό,τι είχα κάνει μέχρι τότε— με ενθουσίασε, με δυσκόλεψε και με εξέλιξε. Γενικά, νιώθω ότι ο κινηματογράφος κρύβει μια ξεχωριστή μαγεία, μια εσωτερικότητα που με συγκινεί. Επίσης, έχω μέσα μου την επιθυμία να γράψω κάτι δικό μου, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή.

Info: Αλεξάνδρεια, έρχεται τον ερχόμενο Νοέμβριο στο Θέατρο Παλλάς. Εισιτήρια εδώ.

Exit mobile version