OPINIONS

Πρώτη φορά (γονιός από) πρωτάκι

Προσπαθώ να θυμηθώ πώς ήταν η πρώτη μου μέρα στο δημοτικό. Δεν είναι εύκολο, έχουν περάσει 40 χρόνια από τότε και η μνήμη-ελέφαντα που κάποτε είχα πλέον ξεθωριάζει. Στην αρχή ξεχνούσα μόνο τα πρόσφατα και θυμόμουν καλά τα παλιά. Μπορούσα να σου πω με λεπτομέρειες μια ιστορία από 30 χρόνια πριν, αλλά μια μέρα προσπαθούσα να θυμηθώ ένα 24ωρο πώς λένε την πιο διάσημη, Αφροαμερικανή παρουσιάστρια.

Τηλεφώνησα σε έναν φίλο που έμενε δυο στενά παρακάτω και του ανακοίνωσα ότι μάλλον πάσχω από κάποια σπάνια εκφυλιστική νόσο των εγκεφαλικών κυττάρων. Μου απάντησε ότι τη λένε Οπρα Γουίνφρι, να πάω εκεί να τα πούμε και έκλεισε το τηλέφωνο ρωτώντας με αν θυμάμαι πώς να πάω. Ναι, κάτι τέτοια πετυχημένα τα θυμάμαι.

Τώρα ξεχνάω και τα παλιά. Τα τόσο παλιά δηλαδή. Η αμυδρή ανάμνηση που έχω είναι πως είχα αργήσει, μπήκα στην τάξη όταν όλοι ήταν ήδη καθισμένοι, η κολλητή μου από το νηπιαγωγείο ήταν σε άλλο τμήμα και κάθισα αναγκαστικά με ένα αγοράκι που το έλεγαν Τιμολέων. Εντάξει, δεν θυμάμαι και λίγα. Δεν θυμάμαι πάντως αν ήμουν αγχωμένη. Αν ήθελα να πάω. Αν ήμουν ενθουσιασμένη για την πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου.

Η κόρη μου την Κυριακή ήταν. Βασικά ανυπομονεί από τότε που τελείωσαν οι διακοπές. Βοηθάει το γεγονός ότι θα ξέρει ένα σωρό παιδιά, αφού συνεχίζουν μαζί από το νηπιαγωγείο. Φαντάζομαι ότι δε νιώθει μόνη. Δεν αγχώνεται αν θα τη συμπαθήσουν. Δεν έχει καταλάβει ακόμα ότι αυτό το σχολείο, παρότι στο ίδιο κτίριο και ίσως με αρκετούς ίδιους συμμαθητές δεν έχει καμία σχέση με αυτό που πήγαινε έως πέρυσι. Ξέρει ότι θα έχει βιβλία και τετράδια. Για αυτό άλλωστε διάλεξε κι αυτή την υπερμεγέθη ροζ τσάντα με τον μονόκερο και τα ροδάκια. Αυτά ήταν τα μόνα προαπαιτούμενα από εκείνην. Να έχει μονόκερους και ροδάκια. Κάποια στερεότυπα δεν μπορείς να τα νικήσεις, όσα γαλάζια ζιπουνάκια, κορδελάκια και φιόγκους πάρεις όσο ήταν μικρή. Το peer pressure και τα ξεχωριστά τμήματα ανά φύλο στα παιχνιδάδικα θα κερδίσουν. Τα ροδάκια μάς τα σύστησαν όλοι, θα είναι βαριά τα βιβλία είπαν. Εγώ δεν το πήρα και τοις μετρητοίς. Εκείνη το πήρε. Πλήρωσα με κάρτα. 45 ευρώ. Ευτυχώς είχε προσφερθεί να της την πάρει η θεία μου από το χωριό.

Ξέρει επίσης ότι θα έχει διάβασμα στο σπίτι, αλλά νομίζω δεν έχει καταλάβει ακριβώς τι σημαίνει αυτό. Ούτε εγώ θυμάμαι αν το είχα καταλάβει.

Δεν αναρωτιέται αν θα είναι καλή, πώς θα το διαχειριστεί αν δεν είναι, αν θα ζοριστεί, πώς θα της φανεί που θα βγαίνει διάλειμμα με πολλά μεγαλύτερα παιδάκια. Εγώ φυσικά τα αναρωτιέμαι. Κι απλώς προσποιούμαι ότι δεν ανησυχώ καθόλου. Θα τα πάει περίφημα, αφού είναι φανταστική. Κι αν δεν τα πάει, δεν τρέχει και τίποτα, θα το βρούμε. Αυτά της λέω. Ενίοτε χωρίς να με ρωτήσει, οπότε ίσως και να προδίδομαι, δεν ξέρω.

Το πρωί της πρώτης μέρας ξύπνησα πριν το ξυπνητήρι, παρότι είχαμε μόνο αγιασμό. Είχαν, είχαν, ξέρω, δεν είχαμε, εγώ δεν είμαι πρωτάκι. Πήγαμε κι οι γονείς όμως. Αυτός ο αγιασμός τι είναι, είπε το προηγούμενο βράδυ, δεν έχω καταλάβει, ένας έρχεται και ακουμπάει ένα βρεγμένο δυόσμο στο κεφάλι μας. Έκανε και την κίνηση με το χέρι, σαν να φοράει καπέλο. Δεν χρειάζεται να ξέρεις περισσότερα προς το παρόν, απάντησα κεφάτα και αφού κοιμήθηκε είπα την ιστορία στο τηλέφωνο σε μια φίλη για να γελάσουμε. «Τι, αυτό δεν είναι;», είπε εκείνη και γελάσαμε. Όταν διηγήθηκα την ίδια ιστορία στη θεία μου γέλασε επίσης, «αλλά είναι βασιλικός, όχι δυόσμος», διόρθωσε.

Φτάνοντας στο σχολείο με το νέο της συνολάκι που κρατούσε ειδικά για την ημέρα, μια ροζ στέκα και άθλιο πεντικιούρ που είχαν επιμεληθεί από την προηγούμενη με τη φίλη της (μωβ το ένα πόδι, κόκκινο το άλλο), ο φρεσκοβαμμένος τοίχος του προαύλιου είχε ήδη δεχθεί το πρώτο του σύνθημα. Pushback στον Νότη Μηταράκη, έγραφε. Χαμογέλασα, το βρήκα ταιριαστό, σε ένα σχολείο που χωράει αρμονικά χρόνια τώρα δεκάδες εθνικότητες. Της έβγαλα την πρώτη της φωτογραφία από την πρώτη μέρα στην πρώτη δημοτικού με φόντο το σύνθημα.

Στέκεται ενθουσιασμένη και λίγο αγχωμένη δίπλα, δεν έχει ιδέα τι σημαίνει αυτό που γράφει, αλλά είμαι σίγουρη ότι συμφωνεί. Και αυτή και οι φίλες της η Ν. και η Β. από τη Βουλγαρία, η Μ. από την Αλβανία, η Α. από τη Συρία και ο Τ. από τη Νιγηρία.

Μέσα στο προαύλιο, ήδη γινόταν χαμός. Δεκάδες παιδιά και γονείς με τα καλά τους, αγουροξυπνημένοι, αλλά κάπως ενθουσιασμένοι, έβρισκαν φίλους, παλιούς συμμαθητές και γείτονες, αναρωτιούνταν για τις νέες δασκάλες, πότε θα πάρουμε βιβλία, τι ώρα θα έρθουμε αύριο, πότε ξεκινάει το ολοήμερο. Ναι, όχι ακόμα, εννοείται, περιμένουμε ακόμα εκπαιδευτικούς, είπαν από το μπουκωμένο μικρόφωνο που απορώ τι νόημα έχει. Mια αυλή είναι τώρα γεμάτη πρόσωπα όλο απορία που προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν τι λέει ο διευθυντής που ακούγεται σαν τρίτο όνομα σε πανηγύρι 15αύγουστου και τι εννοεί η Νίκη Κεραμέως στο γράμμα που διαβάστηκε σε όλα τα σχολεία και προέτρεπε τα παιδιά να αξιοποιήσουν τα δεκάδες εργαλεία που τους προσφέρονται. Πέρυσι πάντως εμείς πηγαίναμε τα δικά μας χαρτιά τουαλέτας. Τεσπα, προχωράμε.

Οκ κανείς δεν φοράει μάσκα, not surprised, το έχω δεχτεί ότι θα περάσουμε 3 φορές κορονοϊό και άλλες 52 εποχικές ιώσεις φέτος. Ανοίγουμε δρόμο ανάμεσα στον κόσμο, βάζω τα διαφημιστικά φυλλάδια για φροντιστήρια και τοπικούς συλλόγους ποδοσφαίρου και ταε κβο ντο που μας έδωσαν στην είσοδο, πάνω από το κεφάλι μου να κρύψουν λίγο τον εκτυφλωτικό πρωινό ήλιο μπας και αναγνωρίσω κάποιον γνωστό. Τους εντοπίζω μπροστά μπροστά, όλη την παρέα μαζεμένη, «πρώτο τραπέζι πίστα ήρθατε, σας ψάχνουμε τόση ώρα», λέω και η Αγγελική αγκαλιάζεται με διάφορα παιδάκια, τα μισά δεν τα ξέρω, λες και έχουν να βρεθούν από πριν τον πόλεμο.

Σύντομα το πρόγραμμα έχει αρχίσει, ο κύριος με τον βρεγμένο δυόσμο -συγγνώμη βασιλικό- ψέλνει από το μεγάφωνο. Α αυτός ο κύριος σε βάφτισε λέω στην Αγγελική, γιατί καμία φορά και οι γονείς ενδίδουν στο peer pressure. Αλλά είναι λίγο συγκινητικό. Όχι από θρησκευτική άποψη. Είναι συγκινητικές οι γειτονιές. Είναι συγκινητικό που μένουμε όλοι μαζί. Γιατί σε περιοχές σαν την Κυψέλη όλοι μαζί μένουμε, αυτό που μοιραζόμαστε είναι τόσο κοινό, τόσο υφασμένο πάνω στο στρίφωμα της ζωής μας, τόσο οικείο, που ελάχιστα έχει να κάνει με γεωγραφία. Και τις γειτονιές, καταλήγω, τις φτιάχνουν τα σχολεία.

Εγώ φοίτησα σε ένα ιδιωτικό σχολείο. Ο κάθε συμμαθητής μου έμενε σε μια άλλη συνοικία της Αττικής. Τα play dates μας, τα πάρτι, οι συγκεντρώσεις απαιτούσαν πολυπληθές manpower, αυτοκίνητα, συνεννοήσεις, πολύ ελεύθερο χρόνο. Εν ολίγοις, ήταν σπάνια. Βλεπόμασταν στο σχολείο. Κι όταν φεύγαμε από αυτό, καθένας έμπαινε σε ένα σχολικό και κάπου εκεί τελείωνε το θέμα.

Εδώ, το θέμα κάπου εκεί αρχίζει. Αφού η σεμνή τελετή ολοκληρώνεται, έχουμε κάνει άπειρο mingling και πλέον είμαστε σίγουροι ποιος από όλους είναι ο νέος διευθυντής, καταλήγουμε στον πεζόδρομο να πίνουμε καφέ, την ώρα που τα παιδιά κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να μας κάτσει στο λαιμό, aka σκαρφαλώνουν σε δέντρα γεμάτα με κουτσουλιές, κουνάνε με ένα κλαδί ένα νεκρό περιστέρι, κάνουν πατίνι σε σκαλιά, διακτινίζονται από ένα σημείο σε ένα άλλο ώστε συνεχώς να νομίζουμε ότι απήχθησαν.

Οι σχέσεις που έφτιαξαν αυτά μεταξύ τους στο σχολείο από πέρυσι έκαναν τους υπόλοιπους από εμάς -τους μεγάλους- γειτονιά.

Φίλους ή έστω δίκτυο. Όταν τον Ιούνιο έκλεισαν τα σχολεία και τα summer camps ήταν είτε όλα γεμάτα είτε πιο ακριβά από τριήμερο στη Μύκονο, αυτό το δίκτυο έσωσε τις δουλειές και τη λογική μας. Και σήμερα που τα παιδιά ξεκινούν την ακαδημαϊκή ζωή τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, η μεγαλύτερη αγωνία μας προς το παρόν είναι αν θα μας μάθουν σύντομα οι δασκάλες, ώστε να μπορεί να μαζεύει η μια το παιδί της άλλης όταν δεν προλαβαίνουμε και πώς θα κατουράνε στις τούρκικες τουαλέτες. «Εγώ μονίμως κατουρούσα τα πόδια μου», «μπορείς να την πάρεις αύριο γιατί δε θα έχω σχολάσει ακόμη;», «ποια θα τα πάει μουσική σήμερα;»

Ξεκίνησα μια σειρά πριν από λίγες μέρες στο Disney+, λέγεται Single Parents και προφανώς ήταν clickbait ο τίτλος για μένα. Θεώρησα ότι θα είναι καμια σάχλα, και με ένα τρόπο είναι, όμως, μέσα στην αμερικανιά του μου θύμισε κάπως κι εμάς εδώ στην ταπεινή Κυψέλη. Παρότι έτρεμα στην ιδέα παλιά ότι η Αγγελική θα νιώσει διαφορετική και ίσως απομονωμένη από τα παιδιά που θα έχουν δύο γονείς στο σχολείο, πρώτον αυτό δε συνέβη ποτέ γιατί όσο σκληρά κι αν λέμε ότι είναι, τα παιδιά ζουν σε έναν υπέροχο εντελώς stereotype-free κόσμο μέχρι να μπλέξουν οι γονείς τους μέσα, και δεύτερον γιατί όπως αποδείχθηκε ανήκε στην πλειοψηφία. Αυτή τη στιγμή 6 από τους 8 κοντινούς της φίλους είναι παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών, και μόνο ο ένας από αυτούς έχει απλώς χωρισμένους γονείς που συνεννοούνται απολύτως και μοιράζονται το παιδί τους. Τα υπόλοιπα 5 ζουν με τις μητέρες τους και οι μπαμπάδες είναι εντελώς απόντες -η μητέρα ενός εξ αυτών έχει κάνει το παιδί μόνη μέσω τράπεζας σπέρματος.

Ίσως είναι τυχαίο, πάντως έχω την αίσθηση ότι single parenting is the new black -όχι μόνο στην Αμερική του Disney+.

It takes a village πάει να πει ο νεόφερτος της παρέας των μονογονιών στη σειρά και οι υπόλοιποι βετεράνοι της παρέας τον κόβουν κάθε φορά πριν ολοκληρώσει. Είναι ψέμα; Όχι, είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που έχει ειπωθεί για τη γονεικότητα, απλώς για έναν μονογονιό είναι ένα κλισέ από αυτά που έχει μάθει να σιχαίνεται. But it does take a village και στο χωριό μου αυτό το χωριό το λέμε Κυψέλη. Ή έστω γειτονιά. Όπου έχεις την τύχη να τη βρεις.

Οι επόμενες μέρες της πρώτης εβδομάδας στο σχολείο είναι πιο ενδιαφέρουσες. Η ερώτηση-γκιλοτίνα που φοβάμαι να κάνω απαντιέται με ενθουσιασμό. «Αγγελική, πώς πέρασες;» «ΤΕΛΕΙΑ! Αν και βαρέθηκα λίγο να κάθομαι τόση ώρα…» You know it. Παίρνουμε βιβλία που πρέπει να τα «ντύσουμε» με ζελατίνα που συχνά καταλήγει να ντύνει και το τραπέζι της κουζίνας, ένα ψαλίδι και δύο ποστ ιτ με τηλέφωνα για τη δουλειά. Στο πολυκατάστημα όπου πήγαμε να ψωνίσουμε τη λίστα, το σκηνικό θυμίζει σούπερ μάρκετ πριν ξεσπάσει πόλεμος, απλώς αντί για χαρτιά τουαλέτας, μικροί-μεγάλοι τρέχουν κρατώντας κασετίνες με την Πέππα, τετράδια με κουτάκια και μπλοκ με χαρτιά κανσόν. Βγαίνοντας νιώθω ότι έχω περάσει 20 μέρες στο Survivor, τώρα ώρα να πάω για δουλειά, πίνω energy drink πρώτη φορά στη ζωή μου, δεν περνάω ωραία.

Την επόμενη ο διευθυντής του δημοτικού θα μας εξομολογηθεί οτι σίτιση ακόμα δεν θα έχουμε, «πέρυσι ήρθε το Δεκέμβριο», τσακώνονται οι εταιρείες catering ποια θα πάρει τις εργολαβίες από ότι κατάλαβα, -διάολε, πρέπει και να μαγειρέψω στο ενδιάμεσο- όμως ξεκινάει από Πέμπτη το ολοήμερο, YEAΗ φωνάζουμε ταυτόχρονα με τη μαμά του Γιαννάκη σηκώνοντας τις γροθιές μας στον αέρα. Η δασκάλα της Αγγελικής δεν το εκτιμάει, μας κοιτάει επικριτικά όσο δένουμε ξανά αμήχανα τα χέρια μας στην κοιλιά μας. «Νομίζω δεν κάναμε καλή πρώτη εντύπωση», μου λέει μισογελώντας η Χαρά, όσο αποχωρούμε από το προαύλιο, «τουλάχιστον δεν της φέραμε λουλούδια σαν σπασίκλες» συμπληρώνω. «Τι θα μαγειρέψεις;»

Το απόγευμα η Αγγελική έχει φέρει την πρώτη της εργασία για το σπίτι, μιλάει για το παιχνίδι που έπαιξαν στη θεατρική αγωγή (γουάου), είναι περήφανη που η δασκάλα της είπε μπράβο που ξέρει να γράφει το όνομά της, δεν έχει κατουρήσει όλη μέρα γιατί αναρωτιέται αν θα βρει στόχο. «Τα λεγα εγώ», σκέφτομαι, «δες το σαν παιχνίδι», λέω. «Όταν βρίσκεις στόχο, δίνε στον εαυτό σου ένα πόντο», «τέλεια ιδέα, μαμά», απαντά, «να θυμηθώ να το πω και στην Μελίνα». Πόσο συναρπαστικό, αλλά και τρομακτικό πρέπει να είναι να κάνεις τόσα πράγματα για πρώτη φορά. Με πόση χάρη, κουράγιο και όρεξη το αντιμετωπίζουν τα 6χρονα.

Οι γονείς τους θέλουμε λίγο χρόνο ακόμα. But we’ll get there.