ΕΜΦΥΛΗ ΒΙΑ

Συναισθηματική κακοποίηση: Οι 10 συμπεριφορές του θύτη και οι ύπουλες μορφές της βίας που πονάει χωρίς να χτυπάει

Unsplash

Στην Ελλάδα, ακουμπάμε -συχνά χωρίς ουσία- πάνω στα περιστατικά της ενδοοικογενειακής και οικείας συντροφικής βίας, αφότου γίνει εξοντωτική ή τραυματικό βίωμα για το εκάστοτε θύμα. “Ναι, αλλά είχε ενημερώσει την Αστυνομία και δεν την προστάτεψαν”, “Φοβήθηκε να μιλήσει”, “Το γνώριζαν οι δικοί της”, “Δεν χώριζε για τα παιδιά”. Πιάνουμε εν ολίγοις το νήμα από τους μώλωπες και μετά κι ύστερα το τυλίγουμε γύρω από την επάρκεια του νομικού και υποστηρικτικού πλαισίου.

Η Αγγλία, όπου η άσκηση ελέγχου ή εξαναγκασμού κατά μέλους της οικογένειας ή κατά του μόνιμου συντρόφου τιμωρείται ως αξιόποινη πράξη, έχει περάσει στο στάδιο της πρόληψης του φαινομένου εστιάζοντας στην παιδεία. Από τον Σεπτέμβριο του 2020 είναι υποχρεωτικό μάθημα (relationship education) η γνώση των χαρακτηριστικών της υγιούς σχέσης, αλλά και του εξουσιαστικού ελέγχου που οδηγεί σε καταχρηστικές συμπεριφορές, οι οποίες ακόμη κι αν δεν γδέρνουν το σώμα του θύματος, τσακίζουν καταστροφικά την ψυχή του. Το εν λόγω εκπαιδευτικό πρόγραμμα ζητά από τους μαθητές να εντοπίσουν την οικονομική, συναισθηματική και σωματική κακοποίηση στις σχέσεις εφήβων και ενηλίκων, ώστε να μπορούν να τη διακρίνουν εύκολα και να την αποφεύγουν στο μέλλον.

Η Μ. Βρετανία ακολούθησε τη Γαλλία, που αρχικά ποινικοποίησε τη συναισθηματική κακοποίηση και τον εξουσιαστικό ελέγχο με καθαρές κόκκινες γραμμές και ακολούθησε η Ιρλανδία. Σε μελέτη της επιτροπής των Δικαιωμάτων των Γυναικών και της Ισότητας των Φύλων του Ευρωκοινοβουλίου που δημοσιεύθηκε πριν από ένα χρόνο, αναφέρεται ως εύρημα ότι στα περισσότερα από τα κράτη μέλη της ΕΕ η ψυχολογική βία ποινικοποιείται ως μορφή της ενδοοικογενειακής βίας ή της οικείας συντροφικής βίας και όχι ως ανεξάρτητο ποινικό αδίκημα.

Με το γράμμα του νόμου

Η εν λόγω μελέτη αναφέρει ότι η ελληνική νομοθεσία προσεγγίζει την ψυχολογική βία μέσω του αδικήματος της απειλής -που επισημαίνεται στο άρθρο 333 του νέου ποινικού κώδικα (κάλυψε δογματικά ζητήματα του Ν. 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοικογενειακής βίας)- και όχι ανεξάρτητα. Στο άρθρο 7 περί “ενδοοικογενειακής παράνομης βίας και απειλής” του Ν. 3500/2006 αναφέρονται τα εξής: “1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο εξαναγκάζει άλλο μέλος χρησιμοποιώντας βία ή απειλή με σπουδαίο και άμεσο κίνδυνο σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή χωρίς το θύμα να υποχρεούται προς τούτο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, ανεξάρτητα από το αν το απειλούμενο κακό στρέφεται εναντίον του ίδιου του θύματος ή κάποιου από τους οικείους του 2. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προκαλεί τρόμο ή ανησυχία σε άλλο μέλος της οικογένειας, απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση”.

Στο επικαιροποιημένο άρθρο 1 σημειώνεται ότι “οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στην μόνιμη σύντροφο του άνδρα ή στον μόνιμο σύντροφο της γυναίκας και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, ως και στους τέως συζύγους και στα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί”.

Σύμφωνα με την τροποποίηση του άρθρου 333 Π.Κ. περί απειλής: “Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας αυτόν με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή”. Συνεχίζει το άρθρο με το stalking: “Με την ποινή του προηγούμενου εδαφίου τιμωρείται και όποιος, χωρίς απειλή βίας ή άλλης παράνομης πράξης, προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθησή του, όπως ιδίως με την επιδίωξη διαρκούς επαφής με τη χρήση τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού μέσου ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού, παρά την εκφρασμένη αντίθετη βούλησή του”. Η Ελλάδα επικύρωσε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης “για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας”, στο πλαίσιο της οποίας κατέστη αξιόποινο και το stalking.

Η Γαλλία εν αντιθέσει με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες καλύπτει κάθε εκδοχή έμφυλης βίας συμπεριλαμβανομένης της ψυχολογικής που αναλύεται πολυεπίπεδα (οnline και δημόσια παρενόχληση, προσβολές, απειλές κ.α.) και καλύπτεται από τη γενική, αλλά και από ειδικές διατάξεις, οι οποίες σχετίζονται με την ηθική παρενόχληση στην ιδιωτική ζωή μεταξύ συντρόφων ή και πρώην συντρόφων.

Αυτή είναι μια γενική εικόνα της ποινικής διαδικασίας που σχετίζεται με την άσκηση συναισθηματικής κακοποίησης. Ωστόσο, δεν καλύπτει πλήρως τις περιπτώσεις ψυχολογικής βίας, οι οποίες προκύπτουν μέσω του εξουσιαστικού ελέγχου που συχνά εντοπίζεται και στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας.

Είσαι θύμα εξουσιαστικού ελέγχου;

Η βρετανική φιλανθρωπική οργάνωση Women’s Aid -που διατηρεί γραμμή υποστήριξης και ενημέρωσης για τις γυναίκες, οι οποίες υποφέρουν από κάθε μορφή βίας, το 2015 χαιρέτισε την ποινικοποίηση της άσκησης ελέγχου ή/και εξαναγκασμού, στην Αγγλία και την Ουαλία. Στο πλαίσιο της ενημερωτικής εκστρατείας της σταχυολόγησε μια σειρά συμπεριφορών προκειμένου να αντιληφθούν οι γυναίκες αν είναι θύματα εξουσιαστικού ελέγχου.

Ανέφερε 10 συνηθισμένες συμπεριφορές του θύτη:

■ Σε απομονώνει από φίλους και συγγενείς
■ Σου στερεί βασικές ανάγκες, όπως τα τρόφιμα
■ Παρακολουθεί/ελέγχει τον χρόνο σου
■ Σε παρακολουθεί/ελέγχει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή σε κατασκοπεύει
■ Ελέγχει τις πτυχές της καθημερινότητάς σου, όπως πού πας, ποιους βλέπεις, πώς ντύνεσαι και πότε κοιμάσαι
■ Σου στερεί την πρόσβαση σε υποστηρικτικές υπηρεσίες, όπως οι ιατρικές
■ Σε μειώνει λέγοντάς σου ότι δεν είσαι ικανή για κάτι ή γενικώς
■ Σε εξευτελίζει, σε υποβιβάζει και σε υποτιμά
■ Ελέγχει/κατευθύνει τα οικονομικά σου
■ Απειλεί και εκφοβίζει

Το BBC -με αφορμή τη “relationship education” που προστέθηκε στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των αγγλικών σχολείων- παρουσίασε την ιστορία της Sarah, η οποία υπήρξε θύμα εξουσιαστικού ελέγχου από τον Zach, ώστε να γίνουν περισσότερο κατανοητές οι πτυχές αυτής της ψυχολογικής καταπίεσης και βίας.

Έπειτα, από επικοινωνία μερικών εβδομάδων ο Zach τής πρότεινε να πάνε μαζί σε μία συναυλία. Η Sarah ρώτησε αν θα μπορούσαν να έρθουν και οι φίλοι της. Της απάντησε με τελεσίγραφο: “Θέλω να είμαστε μόνοι. Είναι μία -τώρα ή ποτέ- ευκαιρία να είμαστε μαζί”. Η Sarah έκανε πράγματα που δεν συνήθιζε ή φοβόταν (όπως το να περπατήσει μόνη της το βράδυ) προκειμένου να περάσει χρόνο με τον Zach. Εκλάμβανε πολλές αντιδράσεις του, αλλά και δικές της, ως φυσιολογικές.

Όταν ο Zach τής είπε ότι ένα φόρεμά της ήταν αποκαλυπτικό, φόρεσε άλλο. Θεώρησε ότι απλά εμπιστεύτηκε τη γνώμη του. “Με έπεισε ότι θα ήταν λάθος να μη του δείχνω τι πρόκειται να φορέσω”. Έπρεπε να ζητήσει την “άποψή” του. Στις σχέσεις εξουσιαστικού ελέγχου το θύμα -μεταξύ άλλων- “ξεχνάει” την προσωπικότητά του ή έτσι φαίνεται στην αρχή, διότι αργότερα αυτό το step back στα “θέλω” και στο “είμαι” προκύπτει λόγω φόβου.

Τις φορές που η Sarah μιλούσε σε άλλα αγόρια, την κατηγορούσε ότι προσπαθεί να του προκαλέσει ζήλεια. Στόχος του ήταν να την απομακρύνει από αυτούς τους νέους άνδρες. Η ίδια ήταν σίγουρη ότι πρόκειται για αθώες μικρές συζητήσεις, αλλά πίστεψε ότι ενδέχεται ο Zach να έχει δίκιο αφού του προκλήθηκαν τέτοιες σκέψεις. “Σταμάτα να με ελέγχεις”, τής τόνισε όταν εκείνη ανησύχησε, επειδή ο σύντροφός της πειραματιζόταν με ναρκωτικές ουσίες. Η Sarah σταδιακά απομακρυνόταν από τις παρέες της και ο Zach τής απαντούσε ότι αυτό είναι φυσιολογικό, ειδικά στην αρχή των σχέσεων. “Έτσι κι αλλιώς δεν συμπαθώ τους φίλους σου”.

Κάποιες φορές επικοινωνούσε κρυφά με τις φίλες και τους φίλους της. Όταν τού δινόταν η ευκαιρία προσπαθούσε να προκαλέσει ρήξη στις φιλικές σχέσεις της με ψευδή μηνύματα: “Παρεμπιπτόντως, η Sarah σε μισεί και λέει λόγια πίσω από την πλάτη σου”. Όταν εισήχθη στο πανεπιστήμιο της επιλογής της τής ζήτησε να μην πάει και προσπάθησε να της προκαλέσει εκ νέου ενοχές: “γιατί θες να με αφήσεις εδώ;”.

Δεν αρκεί ένα συμβάν για να οριστεί μια συμπεριφορά ως εξουσιαστικός έλεγχος. Πρέπει να συσσωρευτούν λόγια, ταπεινωτικές συμπεριφορές, σταδιακή απομόνωση του θύματος από τους ανθρώπους του, εκφοβισμός, γεγονότα που περιορίζουν τις ελευθερίες του. Τα θύματα περιέγραψαν τη συναισθηματική κακοποίησή τους ως διαμελισμό της αυτοπεποίθησης και αυτονομίας τους έως ότου μετατραπεί σε κανονικότητά τους ο κακοποιητής τους.

Το “είσαι όμορφη” που άκουγε η Sarah από τη μία στιγμή στην άλλη έγινε “είσαι τυχερή που είμαι μαζί σου”. Ο Zach, αργότερα, παραπονέθηκε για τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε. Η σύντροφός του τον στήριξε οικονομικά και της είπε: “Το κάνεις αυτό για να νιώσω άβολα και άσχημα με ‘μένα”. Όταν ήθελε να βγει, ενώ σπούδαζε της έλεγε: “Θα σε βιάσει κάποιος ξένος και θα σε ναρκώσει”. Η Sarah ζητούσε την άδειά του, για να βγει με τους φίλους της και θεωρούσε ότι αυτό ήταν φυσιολογικό. Την ενοχλούσε όταν τής έλεγε ότι παρακολουθεί video που είχαν ως στόχο τη σεξουαλική κακοποίηση του θύματος μέσω της έκθεσης των προσωπικών στιγμών του και πρόσθετε ότι θα “αναζητήσει” αλλού όσα δεν γίνονται μεταξύ τους.

Ο Zach ήταν νευρικός. Φώναζε, έβριζε, απειλούσε. Το κορίτσι είχε τρομοκρατηθεί. Φοβόταν ακόμη και να προσπαθήσει να τον καλμάρει. Απέφευγε να τον βλέπει και παράλληλα διαπίστωνε ότι οι στιγμές ελευθερίας της ήταν ανύπαρκτες. Τότε συνειδητοποίησε ότι ο χωρισμός είναι μια προοπτική, αλλά χρειάστηκε την παρέμβαση της κοπέλας που συγκατοικούσε στο πανεπιστήμιο για να αντιληφθεί ότι είναι η μοναδική διέξοδος. Ένιωσε ενοχικά όταν ετοιμαζόταν να του πει πως θέλει να χωρίσουν. “Ένιωθα τόσο υπεύθυνη για τη ζωή του”. Του μίλησε σε δημόσιο χώρο, ώστε να μην κινδυνεύσει. Συνέχισε να την ενοχλεί. Όταν σταμάτησε ν’ απαντά στις κλήσεις του, ο Zach πήγαινε έξω από το σπίτι της και από την οικία της μητέρας της. “Κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να ξεφύγω πλήρως από την κατάσταση μέχρι να μετακομίσω, χωρίς να ξέρει πού μένω”.

Στην Αγγλία, για να οδηγηθεί ο κακοποιητής στις δικαστικές αίθουσες πρέπει το θύμα να νιώσει τουλάχιστον δύο φορές απειλή για τη ζωή του ή να αγχωθεί από τη συμπεριφορά του και τα προειδοποιητικά σημάδια αυτής και να αναγκαστεί να αλλάξει την καθημερινότητά του προκειμένου να προφυλαχθεί. Συχνά, ο εξουσιαστικός έλεγχος διώκεται παράλληλα με υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Ωστόσο, με το χρόνο πληθαίνουν οι ανεξάρτητες υποθέσεις.

*Τα πραγματικά ονόματα των δύο πρώην συντρόφων δεν είναι Sarah και Zach.