ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Τατιάνα Παπαμόσχου στο Ladylike για το «Κόκκινο Ποτάμι» και τη ζωή στην καραντίνα

Σπύρος Μπακάλης

Μιλήσαμε με την Τατιάνα Παπαμόσχου καιρό πριν ο κορονοϊός μπει στην καθημερινότητά μας και βάλει τη ζωή μας σε αναμονή. Η ηθοποιός που κάποτε μια λάθος πτήση την οδήγησε να παίξει την Ιφιγένεια στην ομότιτλη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, φέτος επέστρεψε μετά από αρκετό καιρό στη μικρή οθόνη μέσα από το «Κόκκινο Ποτάμι» του Open.

Το «Κόκκινο Ποτάμι», που μπορείς να δεις σε επανάληψη αυτή τη δύσκολη περίοδο του κορονοϊού στο Open, αφηγείται την τραγική ιστορία του ελληνισμού του Πόντου, βιωμένη μέσα από το πρίσμα της αγάπης του Μίλτου (Ιωάννης Παπαζήσης) και της Ιφιγένειας (Αναστασίας Παντούση) που δοκιμάζεται συνεχώς λόγω της δύσκολης ιστορικής συγκυρίας. Η Τατιάνα Παπαμόσχου υποδύεται τη μητέρα του Μίλτου και του αδερφού του Θέμη (Αργύρης Πανταζάρας), τη δυναμική Ευγενία Παυλίδη.

Η Τατιάνα Παπαμόσχου μάς μίλησε για τη σχέση της με τον Πόντο, την ηρωίδα που υποδύεται, τις σειρές εποχής που μονοπωλούν φέτος το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού στην Ελλάδα. Μας μίλησε και για την μεγάλη της αγάπη για τη φύση που την οδήγησε μαζί με τον Δημήτρη Στουπάκη να δημιουργήσουν και να διαχειρίζονται τη Γαϊδουροχώρα στο Κορωπί. Μας ξαναμίλησε από το κτήμα όπου ζει, κατά τη διάρκεια της πρωτόγνωρης περιπέτειας που βιώνουμε με τον κορονοϊό. Αυτή είναι η Τατιάνα Παπαμόσχου μέσα από τα δικά της λόγια.

Η σχέση με τον Πόντο

Δεν έχω καταγωγή και δεν είχα και πολλές γνώσεις για να πω την αλήθεια πάνω στην ιστορία του Πόντου. Με αφορμή αυτή τη δουλειά διάβασα και πάρα πολλά εξωσεναριακά κείμενα, ιστορικά, που μας είχαν μοιραστεί και από την ίδια την παραγωγή. Ήταν κείμενα για να καταλάβουμε τι συνέβη εκεί ακριβώς και πώς συνέβη, μας έδωσαν πηγές και πέρα από το βιβλίο, στο οποίο βασίστηκε η σειρά δηλαδή. Ήταν άκρως διαφωτιστικά και θέτουν πολλά ερωτήματα.

Η ποντιακή διάλεκτος είναι όσο να’ ναι, μια άλλη γλώσσα. Μοιάζει πολύ με τα αρχαία ελληνικά και είναι πολύ γοητευτικό αυτό, είναι πολύ γλυκιά γλώσσα, έχει μια άλλη μελωδία. Κάθε φορά που μιλάω ποντιακά νιώθω σαν να είμαι άλλος άνθρωπος. Είναι πολύ γοητευτικό αυτό το κομμάτι. Αλλά σίγουρα θέλει δουλειά. Στα γυρίσματα ήταν συνεχώς παρόν ο κύριος Σαχανίδης, ο δάσκαλός μας, με τα ακουστικά στ’ αυτιά και μας «κυνηγούσε».

Τατιάνα Παπαμόσχου Σπύρος Μπακάλης

Ο δυναμισμός της Ευγενίας Παυλίδη που υποδύεται

Σίγουρα υπήρχε αυτό το στοιχείο στην Ευγενία γιατί είναι μία οικογένεια που έχει ένα επίπεδο. Η γυναίκα, τηρώντας πάντα το σχήμα μιας πατριαρχικής οικογένειας, όπου ο άντρας βγαίνει μπροστά, είχε λόγο στο σπίτι. Πιθανό είναι να υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, να μην είναι η εξαίρεση αυτή. Η Ευγενία όμως, σίγουρα χωρίς να καπελώνει τον άντρα της με τον οποίο είχαν μια σχέση βαθιάς αγάπης, αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να πάρει τα πράγματα πάνω της. Έχουν περάσει αυτή την τρομερή ταλαιπωρία, ο Παυλίδης μένει ανάπηρος και εκεί είναι που πρέπει να σταθεί. Είναι από αυτά τα πράγματα που λες να μη δώσει ο Θεός να σου συμβούν.

Τατιάνα Παπαμόσχου

Υπάρχει ένα κομμάτι δυναμισμού και σε εμένα. Το αναγνωρίζω αυτό το στοιχείο. Πιστεύω ότι θα είχα μια αντίστοιχη στάση αν ζούσα τότε βέβαια. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τα πράγματα με τα τωρινά μας δεδομένα. Τώρα έχουμε μάθει πολύ πιο εύκολα να έχουμε τον δυναμισμό και όλα. Αλλά όλο αυτό το κομμάτι που θέλει να πει τη γνώμη της, που θέλει να βοηθήσει γιατί δεν το κάνει από ξεροκεφαλιά και εγωισμό, είναι ο άνθρωπος που θέλει να συνδράμει την οικογένειά της και τους δικούς της ανθρώπους, το έχω κι εγώ.

Οι σειρές εποχής

Καταρχάς νομίζω ότι αυτό το πράγμα έλειπε. Μια σειρά που να μιλά για ιστορικά γεγονότα. Το «Κόκκινο Ποτάμι» έχει μια μεγαλύτερη βαρύτητα σε αυτό γιατί μιλά για ένα ιστορικό γεγονός πραγματικό. Οι «Άγριες Μέλισσες» αντίστοιχα μιλάνε για μία εποχή που δεν είναι η σύγχρονη και ήταν πραγματικότατη. Κι εκείνοι έχουν κάνει μια προσέγγιση πολύ προσεκτική, με σοβαρότητα, παρόλο που είναι άλλου είδους σειρά. Έχει τη δομή ενός καθημερινού, ενώ σε εμάς μιλάμε για μια ιστορική σειρά εβδομαδιαία. Είναι εντελώς κινηματογραφικοί οι ρυθμοί στο «Κόκκινο Ποτάμι». Έλειπε, λοιπόν, αυτό το στοιχείο από την τηλεόραση.

Θεωρώ ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να είναι σε επαφή με το παρελθόν τους. Στην Ελλάδα έλειπε αυτό. Πόσα χρόνια είχε να γυριστεί κάτι ιστορικό;

Φυσικά, υπάρχει και η μερίδα των Ποντίων που νιώθουν ότι δικαιώνονται μέσα από τη σειρά. Πιστεύω ότι ο λόγος που συγκινούνται τόσο πολύ, είναι γιατί δεν είχαν ξαναδεί την ιστορία τους και σίγουρα ένιωθαν αδικημένοι. Είναι μία μερίδα ανθρώπων που ζούσαν στην αφάνεια, ήταν ανεπιθύμητοι από την Ελλάδα, γιατί λέμε μεγάλα λόγια αλλά κι εμείς τι κάναμε την ίδια περίοδο; Το ίδιο και οι άνθρωποι που ήρθαν και από τη Σμύρνη. Ωστόσο για τη Σμύρνη, έχουν ειπωθεί πράγματα, έχουν γυριστεί ταινίες και ντοκιμαντέρ. Για τον Πόντο δεν υπήρχε τίποτα. Οπότε αυτό τώρα τους δικαιώνει και είναι μια μεγάλη μερίδα του κοινού. Συζητάμε καμιά φορά και λέμε, ότι αν υπήρχαν μηχανάκια της AGB που να μετρούν την τηλεθέαση στη Βόρεια Ελλάδα, θα έφτανε το 95%. Bλέπω και συναντώ ανθρώπους που έχουν ποντιακή καταγωγή και δεν είναι διόλου εθνικιστές, είναι τρίτης, τέταρτης γενιάς άνθρωποι που δεν το φώναζαν «Εμείς οι Πόντιοι περάσαμε αυτά». Και τώρα υπάρχουν φορές που δεν αντέχουν να βλέπουν τη σειρά, γιατί τους ξυπνά μια μνήμη από κάποια γιαγιά ή έναν παππού και συνειδητοποιούν ότι τα έζησαν αυτά οι άνθρωποι. Κι αυτό είναι πολύ ισχυρό πράγμα.

Σε σχέση με την ποντιακή ιστορία και τη συγκίνηση που υπάρχει, υπάρχει κι ένα κομμάτι που είναι αρνητικό για εμένα. Το να ξυπνάει έναν εθνικιστικό φανατισμό ενάντια στους Τούρκους. Δεν συζητώ ότι δεν έγιναν οι φρικαλεότητες που έγιναν. Η σειρά δείχνει αυτό το κομμάτι και το γιατί έφτασαν να είναι απόλυτα εγκλωβισμένοι αυτοί οι άνθρωποι και προδομένοι και από την Ελλάδα. Αλλά δεν βλέπουμε αυτά τα ιστορικά γεγονότα για να ξυπνήσουμε το μίσος ενάντια σε κάποιον γείτονα λαό. Ο φανατικός εθνικισμός κι εμάς μια χαρά μας έχει ξεσηκώσει σε φρικαλεότητες. Δεν πρέπει να τα βλέπουμε όλα αυτά για να λέμε τι κακοί που είναι οι Τούρκοι.

Η αποχή από την τηλεόραση

Η τελευταία μου σειρά ήταν το 2011 ο «Γιούγκερμαν», που κόπηκε. Από πριν όμως είχε αρχίσει να αραιώνει το πράγμα, μεγάλωνα κιόλας. Καμιά φορά συμβαίνει τα πράγματα που γίνονται να μην τα θες αλλά ούτε κι εκείνα να σε θέλουν γιατί δεν ανήκεις στη γκάμα των ανθρώπων που θέλουν.

Ήταν μοιραίος, λοιπόν, ο αποχωρισμός μου με την τηλεόραση.

Από τη στιγμή που η τηλεόραση έπαψε να έχει πράγματα που με ενδιέφερε να είμαι σε αυτά, αλλά νομίζω κι ότι από τα πράγματα που γίνονταν δεν θα μου πρότεινε και κανείς να είμαι σε αυτά. Ήταν αμοιβαία τα αισθήματα (γελάει).

Ταυτόχρονα με την κρίση προέκυψε να έχω και εγώ μία στροφή στη ζωή μου και να ανοιχτώ σε κάτι άλλο που δημιούργησα με αγαπημένους ανθρώπους, τη «Γαϊδουροχώρα». Προέκυψε ένα άνοιγμα στον χρόνο και τη διάθεση, οπότε κάπου εκεί γεννήθηκε η επιθυμία για το κέντρο αυτό και υπήρχε και η δυνατότητα τότε να δουλέψουμε και να το κάνουμε.

Τατιάνα Παπαμόσχου Σπύρος Μπακάλης

Η γαϊδουροχώρα

Ξεκίνησε αυτό το δημιούργημα που πήρε κι αυτό το χώρο του, αναπάντεχα σχεδόν, νομίζω ότι κανείς από εμάς δεν πίστευε τότε ότι θα σταθεί τόσο καλά στα πόδια του. Ξεκινήσαμε με πολύ δικά μας πράγματα, ήταν ένα χειροποίητο πράγμα στην αρχή και σιγά σιγά ξεκίνησε να ζητάει όλο και περισσότερα και να έχει όλο και παραπάνω ανταπόκριση. Ήταν και δημιουργικό και απαιτητικό και εμένα με συνεπήρε πάρα πολύ. Σίγουρα κάποια στιγμή ένιωθα να απέχω. Ζω στο Κορωπί, είμαι μακριά από την πόλη και από το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Δεν λυπάμαι γι’ αυτό, γιατί ένιωθα τα τελευταία χρόνια ότι υπήρχε ένας τρομερός κορεσμός του κέντρου. Όμως κι αυτή η δημιουργία έχει την αξία της και μου δίνει πάρα πολλά πίσω. Καταρχάς από την ανταπόκριση των ίδιων των ζώων που έχουμε σώσει. Που τώρα είναι χαρούμενα και έχουν ξεπεράσει τους φόβους τους.

Δεν το ονειρευόμουν, προέκυψε. Είχα τρελή αγάπη με τα ζώα, αλλά πραγματικά στα αλογάκια και τα γαϊδουράκια είχα τρομερή αδυναμία και ανεξήγητη. Πάντα, όλα μου τα χρόνια έψαχνα να βρω τρόπο να είμαι σε επαφή, να είμαι κοντά, να μαθαίνω γι’ αυτά. Βρέθηκα το 2010 στον σύλλογο προστασίας ιπποειδών ως εθελόντρια και μετά προέκυψε η ιδέα να δημιουργήσουμε κάτι για το γαϊδουράκι συγκεκριμένα.

Στη ζωή τα πράγματα έρχονται συνήθως λίγα λίγα, βήμα βήμα. Δεν προσγειώνεται ένα αεροπλάνο μπροστά σου και λες «Α ωραία, τώρα θα φτιάξω αυτό». Μπαίνεις σε έναν χώρο και κάνεις σιγά σιγά τα βηματάκια σου. Αυτά πάντα παρέα με τον συνεργάτη, συνιδιοκτήτητη, συνιδρυτή που ξεκινήσαμε μαζί, τον Δημήτρη Στουπάκη.

Κάποια στιγμή άρχισα να σκέφτομαι ότι ναι μεν μου αρέσει αυτό που κάνω πολύ αλλά μου λείπει πολύ το θέατρο και η καλή τηλεόραση. Πάνω σε αυτή τη φάση με πέτυχε ο Μανούσος. Συναντηθήκαμε σε μία εκδήλωση που είχε γίνει για την Ειρήνη Παππά. Γνωριζόμαστε και υπάρχει πάντα μια αλληλοεκτίμηση. Συζητούσαμε πάρα πολύ χαλαρά και μου είπε ότι ετοιμάζει κάτι και δεν διανοήθηκα καν ότι μπορεί να αφορά εμένα αυτό. Δύο ημέρες αργότερα, με πήραν από το γραφείο του για να πάω να τα πούμε. Εκεί ήρθε η συνείδηση ότι γι’ αυτόν, γι’ αυτή την πρόταση και αυτή τη συνεργασία, δεν μπορώ να πω «όχι». Ήθελα οπωσδήποτε να το κάνω.

Ιφιγένεια

Η Ιφιγένεια ήρθε εντελώς τυχαία στη ζωή μου. Εκεί όντως ήρθε απλά ένα αεροπλάνο και μπήκα μέσα και συνέβη. Mε επηρέασε 100% στην απόφασή μου να γίνω ηθοποιός. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι το κοριτσάκι που ήμουν πριν την Ιφιγένεια, θα είχε ξημερωθεί μια μέρα που θα έλεγε «Θέλω να γίνω ηθοποιός». Δεν μου μοιάζει πιθανό. Μου μοιάζει πιθανότερο να είχα κάνει κάτι καλλιτεχνικό, αλλά σε μια μορφή τέχνης πιο ενδοστρεφή. Ή αλλιώς θα είχα κάνει κάτι με τα ζώα.

Είχε δύο πλευρές αυτή η εμπειρία. Η μία ήταν αν όχι μαγευτική, γιατί δεν με θυμάμαι να πετάω στα σύννεφα, ήταν μια γοητεία που υπήρχε μέσα από το αποτέλεσμα. Ήταν πολύ μεγάλο το βάρος της ευθύνης που είχα και πολύ δύσκολο αυτό το πράγμα που είχα να κάνω. Ένας συνειδητός ηθοποιός σε αντίστοιχη περίπτωση θα χαιρόταν πολύ με την ανάθεση και θα ήξερε ότι θα είχε να βγάλει σε πέρας έναν πολύ δύσκολο δρόμο. Μπορεί να ήταν ευχαριστημένος κατά τη διάρκεια των προβών αλλά σίγουρα θα είχε να πασχίζει για να τα καταφέρει. Πόσο μάλλον αυτό το βάρος να είναι στην πλάτη ενός 12χρονου, υπήρχε ένα βάρος ευθύνης. Υπήρχαν και άλλα πράγματα πρωτόγνωρα που έπρεπε να διαχειριστώ, όπως η δημοσιότητα και το ξένισμα, αυτή η απομόνωση που ξαφνικά όλοι σε κοιτάνε και σαν παιδί είναι δύσκολο να το διαχειριστείς. Υπήρχε φάση που οι φίλοι μου δηλαδή, έρχονταν και μου ζητούσαν αυτόγραφο. Ήταν ένα κομμάτι τρομακτικό.

Πέρασαν χρόνια μέχρι να αποφασίσω να γίνω ηθοποιός. Πέρασα μια φάση που είπα: «Δεν θέλω να μου μιλάτε ξανά για την Ιφιγένεια, αφήστε με ήσυχη». Μετά άρχισα να βλέπω θέατρο και να το αγαπώ. Και σίγουρα μια μνήμη από την καθαρή χαρά της δημιουργίας, μέτρησε.

Τατιάνα Παπαμόσχου

Η ζωή στην καραντίνα

Σταματήσαμε τα γυρίσματα περίπου 20 μέρες τώρα. Είχαν βγει τα πρώτα μέτρα αλλά δεν είχε δοθεί εντολή να σταματήσουν όλες οι δραστηριότητες. Δεν θα μπορούσαμε φυσικά έτσι κι αλλιώς να συνεχίσουμε. Ήταν πολύ επικίνδυνο. Παρόλο που τα γυρίσματα είναι εξωτερικά είσαι σε κοινούς χώρους μακιγιάζ, μαλλιών, φαγητού κλπ. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για το πότε θα ξεκινήσουμε ξανά. Θα είμαστε πάρα πολύ τυχεροί αν καταφέρουμε να ξεκινήσουμε μέσα Μαΐου.

Εγώ είμαι πολύ τυχερή γιατί μένω σε ένα κτήμα. Έχω τη δυνατότητα να βγω να περπατήσω και να υπάρχει αυτή η απομόνωση έτσι κι αλλιώς. Πέρασα ένα πρώτο τριήμερο θλίψης και τρομάρας, γιατί όταν παρακολουθεί κανείς τις ειδήσεις είναι τα πράγματα πρωτόγνωρα και σαν επιστημονική φαντασία.

Σκέφτομαι πόσο δεν το περιμέναμε να συμβεί ειδικά αυτό στον 21ο αιώνα. Νιώθαμε μεγάλη σιγουριά μέσα στο δημιούργημά μας και ξαφνικά καταλαβαίνουμε ότι δεν είμαστε τίποτα.

Ήταν μεγάλος κλονισμός και ακόμα νομίζω ότι δεν το πολυσυνειδητοποιούμε. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε η ανασύνταξη. Προσπάθησα να κάνω τα πράγματα που δεν μπορώ τόσο καιρό που τρέχω. Ομολογώ ότι αυτό είναι καλό πράγμα, ήταν ευκαιρία για εμένα να είμαι σπίτι και να μην υπάρχει άλλη επιλογή.

Έρχεται κανείς αντιμέτωπος με τα πράγματα που έχει κάνει ως τώρα και με την παρούσα ζωή του. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο κομμάτι, το να καταφέρει κανείς να ζήσει χωρίς όλα τα άλλα, δηλαδή με τον εαυτό του και να αυτοπυροδοτηθεί. Να συγκρατηθεί δηλαδή, να διατηρήσει τον εαυτό του και να μην διαλυθεί. Είναι πολύ εύκολο να γίνεις κομμάτια, να αρχίσεις να τρως ανεξέλεγκτα, να βυθιστείς σε ένα χάος.

Βλέπουμε πόσο η φύση παίρνει ανάσα παρόλα αυτά, με την απουσία μας, καθάρισαν τα κανάλια της Βενετίας, ο ουρανός. Δεν ξέρω αν είναι πολύ ρομαντικό να φανταζόμαστε ότι αυτό θα διατηρηθεί ή ότι θα υπάρχει ένας σεβασμός μεγαλύτερος. Για κάποιους που ίσως ήδη είχαν την ευαισθησία γίνεται φανερό αυτό το πράγμα ότι η φύση μπορεί να εξελιχθεί χωρίς την παρουσία μας. Έχω τις αμφιβολίες μου όμως, για το αν θα μπορεί να υπάρξει έστω και μία μικρή μετατόπιση του κόσμου μετά από αυτό.