Γυναικολόγοι gone wrong: 7 γυναίκες μοιράζονται κακές, άβολες και επικίνδυνες εμπειρίες
- 29 ΙΟΥΛ 2025
Η αφορμή για όσα θα διαβάσεις, ξεκίνησε όπως συχνά ξεκινούν οι αλήθειες που δεν έχουν ειπωθεί ακόμα δυνατά: από καθημερινές, φαινομενικά τυχαίες συζητήσεις. Μια κουβέντα για έναν πόνο που δεν άκουσαν. Μια διάγνωση που άργησε να έρθει. Ένα βλέμμα που αντί για φροντίδα, φανέρωνε δυσπιστία. Στο επίκεντρο όλων αυτών, μια κοινή συνισταμένη: η γυναικεία εμπειρία σε ιατρικό πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα, το πώς αυτή αγνοείται, παρανοείται ή ερμηνεύεται μέσα από έτοιμα φίλτρα και προκαταλήψεις.
Μια πρόσφατη ανάλυση της Mira έδειξε πως το 72% των γυναικών millennials ένιωσε ότι οι γιατροί αμφισβήτησαν τα λόγια και τα συμπτώματά τους. Αυτή η εμπειρία περιγράφεται πλέον με έναν συγκεκριμένο όρο: ιατρικό gaslighting. Όταν ο γιατρός αγνοεί, υποτιμά ή αποδίδει τα συμπτώματα της ασθενούς σε άγχος, συναισθηματική υπερβολή ή ψυχολογικούς λόγους, χωρίς να ερευνά σε βάθος.
Σύμφωνα με έρευνα του Health Central, το φαινόμενο δεν είναι μεμονωμένο. Περισσότερες από 9 στις 10 γυναίκες ένιωσαν πως οι γιατροί αγνόησαν ή απέρριψαν όσα τους ανέφεραν, με τις περισσότερες να δηλώνουν πως αυτό συνέβη επανειλημμένα.
Η γυναικεία υγεία είναι συχνά θύμα ενός συστήματος που, ακόμη και σήμερα, λειτουργεί χωρίς επαρκή επικοινωνιακά πρωτόκολλα, χωρίς αρκετή ενσυναίσθηση και χωρίς αναγνώριση της υποκειμενικής εμπειρίας του σώματος. Και τα αποτελέσματα είναι αποκαρδιωτικά:
- Ο κολπικός διαστολέας δεν είχε ανασχεδιαστεί σχεδόν καθόλου από τον 19ο αιώνα.
- Η ενδομητρίωση, που επηρεάζει 1 στις 10 γυναίκες, χρειάζεται κατά μέσο όρο 6-10 χρόνια για να διαγνωστεί.
- Οι γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών βλέπουν κατά μέσο όρο 3 διαφορετικούς γιατρούς μέσα σε 2 χρόνια μέχρι να λάβουν σωστή διάγνωση.
- Η μητρική ψυχική υγεία επηρεάζει 1 στις 5 γυναίκες ετησίως, αλλά 75% των περιπτώσεων μένουν αδιάγνωστες και χωρίς φροντίδα.
- Οι γυναίκες ζουν, κατά μέσο όρο, το 25% της ζωής τους με υποβαθμισμένη υγεία σε σχέση με τους άνδρες. Όχι λόγω βιολογικής μοίρας, αλλά λόγω ελλιπούς έρευνας, λανθασμένων διαγνώσεων και υποτιμημένων συμπτωμάτων.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το ζήτημα, μίλησα με τον γυναικολόγο-μαιευτήρα Καστάλντο Τζεννάρο, ο οποίος δίνει μια πιο σφαιρική εικόνα της πραγματικότητας μέσα από την κλινική του εμπειρία. Ο ίδιος επισημαίνει:
«Η Ιατρική δεν κάνει – και δεν πρέπει να κάνει – διακρίσεις. Ωστόσο, είναι γεγονός πως διεθνώς υπάρχουν τεκμηριωμένες περιπτώσεις όπου τα συμπτώματα των γυναικών υποτιμήθηκαν ή αποδόθηκαν σε ψυχολογικά αίτια, ειδικά σε περιπτώσεις όπως ο χρόνιος πόνος ή η ενδομητρίωση. Αυτό απαιτεί επαγρύπνηση από τους επαγγελματίες υγείας».
Ο όρος «ιατρικό gaslighting», όπως τονίζει, αναγνωρίστηκε επισήμως μόλις το 2022. Δεν είναι πάντα αποτέλεσμα κακής πρόθεσης – μπορεί να είναι και απόρροια ανεπαρκούς επικοινωνίας, φόρτου εργασίας, ή αδυναμίας του συστήματος να ακούσει.
Το κοινό νήμα όμως παραμένει: η ανάγκη να ακούγονται οι γυναίκες όταν μιλούν για το σώμα τους. Ο γιατρός συμπληρώνει:
«Ο διάλογος και η ενσυναίσθηση είναι το κλειδί. Ο γιατρός οφείλει να εξηγεί με σαφήνεια τη σκέψη του, και η ασθενής να αισθάνεται ασφαλής να εκφράσει τις ανησυχίες της».
Κι όμως, μέσα σε αυτό το σύστημα, υπάρχουν γυναίκες που προσπάθησαν να ακουστούν, που αναζήτησαν δεύτερες (ή και τρίτες) γνώμες, που είδαν την υγεία, τη γονιμότητα και την αξιοπρέπειά τους να μπαίνουν σε αναμονή.
Ακολουθούν 7 μαρτυρίες γυναικών οι οποίες μου μίλησαν για τις δικές τους κακές, άβολες και επικίνδυνες εμπειρίες με γυναικολόγους. Όχι απαραίτητα για να καταγγείλουν ιατρική αμέλεια ή ιατρικό σφάλμα. Αλλά για να δείξουν τι συμβαίνει όταν η επιστήμη ξεχνά την ανθρωπιά της.
Λ.Ι. – 29 ετών: «Ένιωσα σαν εργοστάσιο τυποποιημένων προϊόντων»
«Εδώ και χρόνια ταλαιπωρούμαι με την περίοδό μου κυρίως λόγω δυσμηνόρροιας και μεγάλης ροής αίματος. Πέρυσι το καλοκαίρι, ενώ έχω πάντα σταθερό κύκλο, παρατήρησα ότι είχα αίμα εκτός περιόδου. Έτσι ξεκίνησα να ψάχνω τι συμβαίνει. Επισκέφθηκα έναν γιατρό στο ιδιωτικό του ιατρείο και η διάγνωση ήταν πολύποδες στη μήτρα. Λόγω δυσπιστίας και δυσμενούς οικονομικής κατάστασης (ο συγκεκριμένος χειρουργούσε μόνο σε ιδιωτικές κλινικές), επισκέφτηκα άλλο γιατρό που μου είχε συστήσει συγγενικό πρόσωπο.
Ο εν λόγω γιατρός είναι διευθυντής μεγάλου νοσοκομείου στην Αθήνα. Έκλεισα ραντεβού. Μετά από ώρα αναμονής, μπήκα στο γραφείο του και με συνοπτικές διαδικασίες, πήρε το ιστορικό μου και με οδήγησε στο εξεταστήριο. Μου έκανε υπέρηχο και επιβεβαίωσε τη διάγνωση για τους πολύποδες. Κάπως έτσι κλείσαμε ραντεβού για την αφαίρεσή τους.
Η επέμβαση κύλησε ομαλά και μετά το πέρας του χρονικού διαστήματος που έπρεπε να παίρνω φαρμακευτική αγωγή, το πρόβλημα επανεμφανίστηκε μετά από έναν μήνα. Είχα μάλιστα πιο βαριά αιμορραγία. Τρομαγμένη, αφού είχα πειστεί ότι το πρόβλημα είχε λυθεί, επισκέφθηκα ξανά τον ίδιο γιατρό για να πάρω απαντήσεις.
Καθώς λοιπόν με εξετάζει κι ενώ διηγούμαι με αγωνία την κατάστασή μου, εκείνος με ειρωνεύτηκε και είπε ότι όλα είναι στη φαντασία μου, αφού τη στιγμή που με εξέταζε δεν αιμορραγούσα.
Μην τα πολυλογώ, από τον Σεπτέμβριο του 2024 μέχρι σήμερα έχω αλλάξει 3 γυναικολόγους, ενώ οι “έξοδοί” μου έχουν μετατραπεί σε συχνές επισκέψεις σε δημόσια νοσοκομεία. Να αναφέρω κάπου εδώ ότι έχω βαριά αναιμία κι όλο αυτό το διάστημα λαμβάνω ενέσιμο σίδηρο, ενώ έχω υποβληθεί και σε μετάγγιση αίματος».
«Είναι πολύ άσχημο να εμπιστεύεσαι έναν γιατρό και να σε κάνει να νιώθεις σαν εργοστάσιο τυποποιημένων προϊόντων. Ότι ο χρόνος σου είναι περιορισμένος για να περάσει ο επόμενος πελάτης. Πόσo μάλλον έναν γιατρό στον οποίο, λόγω ειδικότητας, νιώθεις τόσο εκτεθειμένη και ευάλωτη».
Ε.Κ.- 30 ετών: «Δεν είμαι μικρή για να κάνω αυτή την εξέταση;»
«Ήμουν 18 ετών, μετά από πρώτη ever εμπειρία με γυναικολόγο – μεγαλογιατρό με ύφος 1000 καρδιναλίων, όταν αποφάσισα να πάω σε νεαρή γυναίκα γυναικολόγο, νομίζοντας κιόλας ότι θα είναι πιο άμεση και χαλαρή η μεταξύ μας επικοινωνία. Μέσω ΙΚΑ αυτή τη φορά και όχι ιδιωτικά. Μου είπε πως για να μου γράψει αντισυλληπτικά, πρέπει πρώτα να κάνω έναν υπέρηχο μαστών».
«Ρωτάω “δεν είμαι μικρή γι’ αυτήν την εξέταση;” για να λάβω την απάντηση “καλά άμα δεν ξέρουμε τη διαφορά μεταξύ μαστογραφίας και υπέρηχου μαστών, δεν πάμε πουθενά”. Πήγα για υπέρηχο, σ’ αυτήν δεν ξαναπήγα».
Ε.Α. – 39 ετών: Στον γυναικολόγο – «βυζαντινολόγο»
«Ήμουν σίγουρα κάτω των 25 και δούλευα σε εταιρεία που προσέφερε ένα γενικό πακέτο εξετάσεων, το οποίο περιλάμβανε και υπέρηχο μαστού. Τις έκανα σ’ ένα συμβεβλημένο με την ασφαλιστική, μεγάλο νοσοκομείο. Ο γιατρός που με είδε, ήταν ένας τυχαίος γιατρός του νοσοκομείου, όχι κάποιος που μου είχαν συστήσει. Η ψηλάφηση του στήθους μου με το χέρι, πέρα από τον υπέρηχο, ήταν αρκετά άβολη.
Ήταν ένας κύριος γύρω στα 50 πάρα πολύ κοινωνικός, χαρωπός και στην αρχή σκέφτηκα ότι θέλει ίσως να σπάσει λίγο τον πάγο λόγω της ιδιαιτερότητας της εξέτασης. Σε κάποια φάση άρχισε να μου λέει για την αγάπη του για την ιστορία και συγκεκριμένα για την εποχή του Βυζαντίου».
«Κάντο λίγο εικόνα: να σου μιλάει κάποιος για την πόρωσή του για την εποχή του Βυζαντίου και ταυτόχρονα να σου πιέζει το στήθος. Το πρόσωπό του άλλαξε, το ύφος του άλλαξε. Υπήρχε ένα υπονοούμενο σε όλο αυτό το σκηνικό».
«Ένιωσα μεγάλη ανασφάλεια που βρισκόμουν μόνη με έναν τύπο που με έχει αγγίξει ήδη. Όταν τελείωσε η εξέταση η οποία μου φάνηκε ότι κράτησε αρκετή ώρα, έφυγα τρέχοντας.
Μπορεί να μην είναι κάτι σοβαρό, αλλά είναι κάτι που μπορεί να προκαλέσει τρόμο σε ένα ανασφαλές κορίτσι κάτω των 25. Βασικά μπορεί να προκαλέσει τρόμο και σε μια γυναίκα 50 χρονών.
Τώρα που το σκέφτομαι όμως ίσως είναι κάτι σοβαρό. Απλά έχουμε τα κλασικά αντανακλαστικά της κοινωνίας μας και μειώνουμε αυτό που μας έχει συμβεί, ως υπερβολικό.
Θα έπρεπε να με κάνει να νιώσω ασφάλεια και να τελειώσει την εξέταση, χωρίς να με κάνει να αμφιβάλλω αν ήταν υπονοούμενο αυτό που μου είπε.
Είπε πάρα πολλές φορές τη λέξη Βυζάντιο. Σχολίασε πάρα πολλές φορές τον πυκνό μου μαστό και μπορώ να το κρίνω πια στα 39 μου, γιατί έχω πάρα πολλές αντίστοιχες εξετάσεις.
Φυσικά πολλοί γυναικολόγοι μού έχουν πει ότι έχω πυκνό μαστό, όχι με αυτό το ύφος, όχι τόσες φορές, όχι με αυτόν τον τόνο, όχι με ένα πρόσημο κολακευτικό, αλλά ιατρικό και αμιγώς επιστημονικό».
Κ.Μ. – 43 ετών: «Α, πάει αυτή η σάλπιγγα!»
«Και τα 2 περιστατικά που θέλω να μοιραστώ, είναι στον ιδιωτικό τομέα. Το πρώτο έγινε στα 35 μου όταν η τότε γυναικολόγος μου, έχασε τη διάγνωση για εξωμήτριο κύηση και μου επέτρεψε να ταξιδέψω αεροπορικώς στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα να αιμορραγήσω με φριχτούς πόνους και βασικά να κοντέψω να πεθάνω».
«Όταν έκανα υπέρηχο, ο γιατρός είπε: “Α, πάει αυτή η σάλπιγγα!”. Κάτι που ουσιαστικά ισοδυναμούσε με άνω του 50% απώλεια της γονιμότητας μου, αυτός το είπε χαζογελώντας, σαν να μην σημαίνει τίποτα».
«Η δεύτερη μάλλον τραυματική εμπειρία είναι στα 37 μου, με τον γυναικολόγο στον οποίο απευθύνθηκα για εξωσωματική. Μου είχε πει ότι ως συνάδελφοι θα τα βρούμε οικονομικά όταν βάλουμε τα γονιμοποιημένα ωάρια κι έτσι όταν τα τράβηξε, δεν μου πήρε λεφτά. Μετά όμως τον έψαχνα για εβδομάδες, χωρίς να μου απαντά ούτε σε τηλέφωνα, ούτε σε μηνύματα. Όταν τελικά κατάφερα να τον βρω κι αφού έφτασα να πω στη γραμματέα του: “δεν κλείνω το τηλέφωνο αν δεν μιλήσω με τον γιατρό”, τελικά αυτός πήρε το τηλέφωνο, έβαλε τις φωνές και με έβρισε.
Αν και ποτέ δεν είχα κάποια εξήγηση από τον ίδιο, εικάζω ότι αυτή η αντίδραση έχει να κάνει με το ότι δεν του έδωσα τα χρήματα για τη λήψη των ωαρίων και κάπου στράβωσε».
«Ουσιαστικά κρατούσε κάπου που δεν ήξερα το γενετικό μου υλικό, χωρίς να με ενημερώσει ούτε τι ποσότητα γονιμοποιημένων ωαρίων έχει τελικά κρατηθεί, ούτε το πώς, πότε και με ποια διαδικασία θα προχωρούσαμε».
Χ.Ν. – 29 ετών: «Τι να τις κάνεις τις εξετάσεις για ΣΜΝ;»
«Νοέμβριος 2024, ραντεβού για τις ετήσιες γυναικολογικές εξετάσεις στη Σύρο. Εδώ στο νησί δεν έχουμε πολλές επιλογές, οπότε πήγα στον ίδιο που είχα ξαναπάει. Ούτε θετικές, ούτε αρνητικές εντυπώσεις μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Πάω λοιπόν στο ιατρείο, γίνεται η εξέταση και μέχρι εκεί όλα καλά. Μέχρι που τον ρωτάω αν έχει τη δυνατότητα να μου γράψει εξετάσεις για ΣΜΝ. Εκεί ξεκινάει το χάος».
«Γυρνάει με επικριτικό κι απορημένο ύφος και με ρωτάει: “Τι να τις κάνεις τις εξετάσεις για ΣΜΝ, εσύ δεν υποτίθεται ότι έχεις σταθερή σχέση;”. Τι να πρωτοπεί κανείς; Ότι πρέπει να εξηγήσεις σε έναν γιατρό τα αυτονόητα;»
«Εκείνη τη στιγμή πάγωσα, ένιωσα πολύ άβολα. Δυστυχώς, αντί να το διαχειριστώ όπως θα έπρεπε, να σηκωθώ και να φύγω δηλαδή, επέλεξα να του εξομολογηθώ και τον λόγο που κάνω αυτές τις εξετάσεις σταθερά. Ο λόγος λοιπόν, είναι ότι στο παρελθόν είχα ερωτική σχέση με οροθετικό άνθρωπο κι από τότε μου έχει μείνει ως συνήθεια να ελέγχομαι τακτικά σε ό,τι φάση και να βρίσκομαι.
Με το που το εκμυστηρεύομαι αυτό, πριν προλάβω καν να πω ότι ήταν μια ελεγχόμενη κατάσταση, ότι παίρναμε προφυλάξεις, ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν στη φάση της θεραπείας και δεν μετέδιδε ιικό φορτίο, μόνο που άκουσε τη λέξη οροθετικός, σχεδόν χτύπησε το χέρι στο γραφείο, γυρνάει, με κοιτάει και μου λέει: “Γιατί ρε συ; Γιατί με οροθετικό; Από τόσους ανθρώπους με οροθετικό;”. Εκείνη την ώρα είχε χαθεί κάθε λογική στην κουβέντα. Επικρατούσε μόνο το παράλογο.
Ένα πράγμα με διέλυσε μετά από αυτή τη συνάντηση: Το πώς θα αντιμετώπιζε μια οροθετική γυναίκα. Πώς θα την έκανε να νιώσει. Πώς θα ένιωθα εγώ αν ήμουν οροθετική ή αν τα αποτελέσματα των εξετάσεων μου δεν ήταν καλά. Σε ποιον θα απευθυνόμουν μετά από μια τέτοια αντίδραση γυναικολόγου; Fu@@@@@ στίγμα!».
Η.Π. – 35 ετών: «Μικρή είσαι ακόμα για παιδιά»
«Μέχρι σήμερα έχω αλλάξει 5 γυναικολόγους. Η μητέρα μου λόγω επαγγέλματος είχε πάντα στον κύκλο της προτάσεις για γιατρούς, οπότε η πρώτη μου γυναικολόγος ήταν γυναίκα, με το σκεπτικό να νιώθω πιο άνετα. Καμία σχέση. Η γιατρός που πήγα πρώτη φορά ήταν σαν εργοστάσιο. Η όλη διαδικασία του ΠΑΠ έγινε πολύ γρήγορα, δεν μου εξήγησε και δεν με ρώτησε τίποτα. Εγώ τα πρώτα χρόνια λιποθυμούσα γιατί φοβόμουν πολύ».
«Για πολλά χρόνια, δεν ενδιέφερε κανέναν γυναικολόγο ότι είχα ευαισθησία και δεν ήθελα να μου λένε τίποτα για τη διαδικασία της εξέτασης. Ήμουν στη γυναικολογική καρέκλα κι ήθελα απλά να τελειώνει. Το έλεγα κάθε φορά και κάθε φορά με αγνοούσαν».
«Ο δεύτερος γυναικολόγος που πήγα ποτέ στη ζωή μου, είναι αυτό που λέμε “μεγαλογιατρός”. Φαντάσου το ΠΑΠ πριν 15 χρόνια σ΄ αυτόν, κόστιζε 100 ευρώ, ενώ η τιμή γενικά ήταν 50. Ο λόγος που άλλαξα αυτόν τον γιατρό, είναι ότι κάθε φορά μου έβρισκε και από κάτι.
Την πρώτη φορά νόμιζε ότι είχε βρει κάτι που έμοιαζε με κονδυλώματα. Όταν με πήρε η γραμματέας του να μου το πει εγώ λιποθύμησα. Εννοείται με έστειλε να κάνω εξέταση σε συνεργαζόμενο κέντρο εξετάσεων, η οποία κόστιζε πάρα πολλά χρήματα. Τελικά δεν είχα τίποτα. Δεν ξαναπήγα.
Ο επόμενος γυναικολόγος επίσης δεν σεβάστηκε καθόλου την ευαισθησία μου. Φτάνουμε κάπως έτσι στον 4ο γιατρό, ο οποίος ήταν μια χαρά».
«Όταν έκλεισα τα 30, ρώτησα μήπως πρέπει να δω αν είμαι γόνιμη και μου είπε “άντε καλέ, μικρή είσαι ακόμα”. 2 χρόνια μετά δεν ήμουν πια μικρή κι από μόνος του μου είπε: “Μην έρθεις στα 40 να μου πεις ότι θες παιδί. Δεν θα γίνεται τότε. Προγραμμάτισε το”».
«Αν και θα άλλαζα έτσι κι αλλιώς γιατρό, άλλαξα τελικά πόλη. Ερχόμενη στη Σύρο έχω βρει έναν γιατρό στον οποίο αποφεύγω να πάω, γιατί δεν έχει μαία ή νοσοκόμα. Νιώθω περίεργα κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Επίσης τον βλέπω στο γυμναστήριο να φλερτάρει με κοπέλες. Επίσης άβολο».
Β.Τ. – 39 ετών: Ενδομητρίωση; Χειρουργείο τώρα. Τεκνοποίηση; Ίσως ποτέ.
«Περίπου προ εξαμήνου, έλαβα τη διάγνωση ενδομητρίωσης και στις 2 ωοθήκες μου. Στο παρελθόν, οι υφιστάμενες κύστες είχαν χαρακτηριστεί από τον τότε θεράποντα γιατρό μου ως άλλου τύπου, μη χρήζουσες άμεσης χειρουργικής αντιμετώπισης και δυνητικά αφαιρετέες μετά από πιθανή κύηση. Παρ’ όλα αυτά, δεν μου είχε γίνει διάγνωση ενδομητρίωσης.
Η αναγκαιότητα περαιτέρω διερεύνησης, προέκυψε μετά από αφόρητους πόνους που είχα κατά τη διάρκεια σεξουαλικής επαφής. Έτσι, απευθύνθηκα σε διακεκριμένο γιατρό των Αθηνών, στον οποίο, αξίζει να σημειωθεί, είχαν προσφύγει ή υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση αρκετές έμπιστες φίλες».
«Ο γιατρός αναγνώρισε άμεσα την ενδομητρίωση, προτείνοντας άμεση χειρουργική επέμβαση. Χωρίς ωστόσο περαιτέρω διαγνωστικές εξετάσεις ή ενημέρωση σχετικά με δυνητικές επιπτώσεις στη γονιμότητά μου, η οποία ήδη επηρεαζόταν από την ενδομητρίωση».
«Ο γιατρός ζήτησε ως “φακελάκι” το ποσό των €2.000 για την εκτέλεση της χειρουργικής επέμβασης σε δημόσιο νοσοκομείο. Παρότι είμαι κάθετα αντίθετη στην πρακτική, δέχτηκα να προχωρήσουμε βασιζόμενη στη φήμη του και την αίσθηση ασφάλειας που μου ενέπνεε για την επιτυχή έκβαση της επέμβασης.
Η χειρουργική επέμβαση ορίστηκε μήνες αργότερα, περίοδος αναμονής που συνοδεύτηκε από συνεχιζόμενους πόνους κατά τη διάρκεια, πριν και μετά την περίοδό μου, καθώς και σε διάφορες φάσεις του κύκλου. Η σεξουαλική μου ζωή επίσης πάγωσε καθώς φοβόμουν τους πόνους. Η ζωή μου μπήκε σε μια περίοδο αναμονής, περιμένοντας την επέμβαση.
Στο μεσοδιάστημα, έκανα βάσει των οδηγιών του προεγχειρητικές εξετάσεις, με εξαίρεση αυτές που θα μπορούσαν να αξιολογήσουν την αναπαραγωγική μου ικανότητα. Το επισημαίνω, καθώς κατά την εισαγωγή μου στο νοσοκομείο για την επέμβαση, μού τέθηκε το ερώτημα για τη διενέργειά τους. Τελικά με ενημέρωσαν ότι με τη λαπαροσκοπική αφαίρεση των ωοθηκικών κύστεων, θα αφαιρούνταν και υγιής ωοθηκικός ιστός, ο οποίος φυσικά περιείχε σημαντικό αριθμό ωαρίων μου.
Με δεδομένο ότι στα 39 μου, ο αριθμός των ωαρίων πιθανότατα δεν είναι μεγάλος, μια τέτοια επέμβαση θα μπορούσε να μου στερήσει τη δυνατότητα μελλοντικής τεκνοποίησης, εφόσον το αποφάσιζα.
Η αποκάλυψη αυτή, ήταν μεγάλο πλήγμα για μένα. Συνειδητοποίησα ότι αυτό που μέχρι στιγμής δεν αποτελούσε προτεραιότητα ή ζητούμενο, ξαφνικά θα μπορούσε να κριθεί από τον θεράποντα γιατρό μου, χωρίς να έχω την απαραίτητη ενημέρωση».
«Ο εν λόγω γιατρός, ουδέποτε με ενημέρωσε για τις επιπτώσεις της συγκεκριμένης χειρουργικής επέμβασης στη γονιμότητά μου. Βρέθηκα αντιμέτωπη με τη λήψη μιας σημαντικής απόφασης, χωρίς να διαθέτω κανένα δεδομένο».
«Οι γιατροί της βάρδιας κάλεσαν τηλεφωνικά τον γιατρό μου, για να τον ρωτήσουν αν είχα διενεργήσει την εξέταση ΑΜΗ (Αντιμυλλέριος Ορμόνη).
Στη συνομιλία τούς ανέφερε ότι νόμιζε πως είχα ήδη κάνει την εξέταση αυτή και ότι νόμιζε πως ούτως ή άλλως δεν μπορούσα να αποκτήσω παιδιά. Γεγονός που δικαιολογούσε, κατά την άποψή του, τη σύσταση για άμεσο χειρουργείο. Ακολούθησε μια τυπική συγγνώμη εκ μέρους του.
Επιπλέον, αναφέρθηκε η υψηλή πιθανότητα να μην υφίσταται ούτως ή άλλως αναπαραγωγική ικανότητα. Κάτι για το οποίο επίσης δεν είχα ενημέρωση. Η κατάσταση δε, κρίθηκε τόσο επείγουσα που δεν ήταν δυνατή η προεγχειρητική ωοληψία για κατάψυξη ωαρίων. Όλα αυτά αποτελούσαν υποθετικά σενάρια με εξαιρετικά τρομακτικές προεκτάσεις.
Τελικά έφυγα από το νοσοκομείο, χωρίς να προχωρήσω στην προγραμματισμένη χειρουργική επέμβαση.
Μετά από όλα αυτά, είδα έναν άλλο γυναικολόγο σε διαφορετικό δημόσιο νοσοκομείο. Εκείνος με ενημέρωσε ότι πριν από οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση, είναι απαραίτητο να γίνει ωοληψία, προκειμένου να διασφαλίσουμε τις περισσότερες πιθανότητες μελλοντικής τεκνοποίησης. Για την ωοληψία, μού σύστησε να απευθυνθώ είτε σε ιδιώτες γιατρούς, είτε στο κέντρο αναπαραγωγής του νοσοκομείου.
Έκλεισα ραντεβού με τον διευθυντή της κλινικής. Προς έκπληξή μου, εκείνος επέμεινε ότι θα πρέπει πρώτα να γίνει το χειρουργείο και μετά η ωοληψία.
Περιγράφοντας γλαφυρά το πώς τελείται η διαδικασία, μού επισήμανε πόσο λίγες είναι οι πιθανότητες να μπορέσω ούτως ή άλλως να κάνω παιδιά.
Όλα αυτά έγιναν σημειώνοντας τις περιγραφές σε ένα κομμάτι χαρτί, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία απεικονιστική εξέταση ή διακολπικό υπερηχογράφημα, ώστε να δει τι ακριβώς συμβαίνει. Επεσήμανε επίσης τον κίνδυνο ότι αν γίνει ωοληψία, υπάρχει πιθανότητα να σπάσουν οι κύστες.
Στη συνέχεια, επέστρεψα στον χειρουργό του ίδιου νοσοκομείου. Εκείνος, βρισκόμενος προφανώς σε δύσκολη θέση, μου πρότεινε να πάρω και μία ακόμα γνώμη.
Απευθυνόμενη σε νέο ιδιώτη γιατρό, ειδικό στην εξωσωματική γονιμοποίηση, έλαβα την απάντηση ότι πρέπει πρώτα να γίνει η ωοληψία. Αυτός ο γιατρός μου είπε ότι πρόκειται για μια κλασική περίπτωση όπου γιατροί ωθούν νεαρές γυναίκες σε χειρουργικές επεμβάσεις για ενδομητρίωση, ρισκάροντας την αναπαραγωγική τους υγεία, βάζοντάς τες επί της ουσίας σε πρόωρη εμμηνόπαυση.
Γιατροί οι οποίοι ωθούν τα πράγματα κατευθείαν προς το χειρουργείο, χωρίς να έχει γίνει καμία προληπτική εξέταση και χωρίς να έχουν διερευνηθεί όλες οι πιθανές διέξοδοι ή επιπλοκές».