OPINIONS

Η επόμενη μέρα (μας)

Το ημερολόγιό μας γράφει Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015. Μία ημέρα καλοκαιριού λίγο διαφορετική από αυτές που πέρασαν, από αυτές που θα έρθουν.

Δημοψήφισμα. Μία λέξη ισχυρή, μία λέξη δυνατή, μια λέξη συνώνυμη της δημοκρατίας. Εν μέσω πυρών, καυγάδων, αμέτρητων τηλεοπτικών ωρών δελτίων ειδήσεων και ξεκατινιασμάτων μεταξύ γυναικών σε πάνελ του Σκαι, διεξήχθη το πολυαναμενόμενο δημοψήφισμα.

Για κάποιους σήμανε το τέλος της μεταπολίτευσης, για κάποιους άλλους ήταν μίας πρώτης τάξης αφορμή για αλληλοσπαραγμό. Ανησυχήσαμε, φοβηθήκαμε, συζητήσαμε πολύ, τα βρήκαμε, τα χαλάσαμε και τα ξαναβρήκαμε. Γιατί αυτό είναι υγεία, είναι πολιτικός πολιτισμός, είναι η γενιά μας.

Όλη αυτή την εβδομάδα δεν ήταν λίγες οι φορές που αισθανθήκαμε άβολα με τη θεματολογία μας. ”Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εμείς γράφουμε για τις διακοπές της Nicole Scherzinger στη Μύκονο;” Έτσι είναι η ζωή. Χρειάζονται όλα. Να σκάσει και λιγάκι το χειλάκι μας.

”Τη Δευτέρα τι θα βάλουμε;” αναρωτήθηκε η Νίκη, ενώ η Μάριον είπε ”Δεν είναι δυνατόν να βάλουμε τα καλύτερα ψηλοτάκουνα της αγοράς”.

Το θέμα μας θα ήταν η επόμενη μέρα. Η δίκη μας επόμενη μέρα και πώς αισθανόμαστε εμείς μετά από όλο αυτό που ζήσαμε. Ελπίδα ή μία από τα ίδια; Θα είμαστε μαζί.

 

Μάριον Παλιούρα

Πήγα να ψηφίσω με βαριά καρδιά, χωρίς να είμαι σίγουρη τι κάνω, προσπέρασα γρήγορα με σκυφτό κεφάλι μια κοπέλα που ήθελε να μου δώσει ένα ακόμα φυλλάδιο. Δεν ξέρω ποιος φταιει, ποιοι λένε ψέμματα, ποιος προπαγανδίζει και ποιος τρομοκρατεί. Ξέρω όμως ότι κανείς δε φοβάται.

Εμείς γράφουμε την ιστορία και θα σηκώσουμε το βάρος της ευθύνης των πράξεών και της ψήφου μας.

Δεν πιστεύω πως έρχονται κατάλευκες, πανάλαφρες μέρες από Δευτέρα, αλλά είμαι τρομερά χαρούμενη που θα βλέπω ανθρώπους να στήνονται στα ΑΤΜ φουσκωμένοι από υπερηφάνεια. Το μέλλον θα ναι δύσκολο ούτως ή άλλως, αλλά τουλάχιστον τα ΜΜΜ δε θα θυμίζουν νεκροταφεία. Εύχομαι να συνεχίσουμε να ελπίζουμε και να χαμογελάμε όπως πάντα.

Νίκη Χάγια

Λίγες ώρες αφού ψήφισα περπάτησα στο κέντρο της Αθήνας. Λίγο πιο πέρα από την είσοδο του μετρό, λίγα μέτρα πριν τη Βουκουρεστίου, καθισμένη στο πεζοδρόμιο μια σκελετωμένη γυναίκα με το κεφάλι της σκυφτό και το χέρι της προτεταμένο για ελεημοσύνη. Την είδα και ένιωσα ντροπή. Ντροπή για μένα. Που έχω ένα σπίτι να κοιμάμαι, μια δουλειά που αγαπώ, έναν σκύλο να μεγαλώνω. Ντροπή που ζω. Σήμερα, συνεχίζω να νιώθω ντροπή, αλλά κάπου μέσα μου μια φλόγα ελπίδας καίει. Δεν ξέρω αν αυτή η γυναίκα θα ζήσει, αλλά θέλω να πιστεύω ότι στην κατάστασή της δεν θα βρεθούν άλλοι άνθρωποι. Και αν γι αυτό η ψήφος μου είναι ένα λιθαράκι τότε είμαι ευτυχισμένη.

Η νέα μέρα, λοιπόν, με βρίσκει αισιόδοξη και προετοιμασμένη. Τίποτα δεν τελείωσε. Τώρα όλα αρχίζουν.

Ναταλί Σαϊτάκη

Για μένα δεν υπήρξε μόνο βραδιά δημοψηφίσματος. Ξύπνησα τα ξημερώματα για να παραλάβω εκλογικό τμήμα ως δικαστικός αντιπρόσωπος. Η διαδικασία κύλησε με ορισμένα προβλήματα, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο κόσμος ήρθε να ψηφίσει. Η παράδοση του εκλογικού σάκου έγινε στα Δικαστήρια της Ευελπίδων, όπως πάντα. Κάποια στιγμή, άνοιξε το αυτόματο πότισμα και δροσιστήκαμε υπέροχα. Αν έπαιζε και Prodigy από τα (ανύπαρκτα) μεγάφωνα, θα στήναμε επιτόπιο πάρτι. Για το μέλλον δεν ξέρω.

Εύχομαι, όπως είχα γράψει και πριν λίγες μέρες, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Δεν έχουμε άλλη επιλογή.

(Νομίζω ότι θέλω να κοιμηθώ 25 ώρες συνεχόμενες)

Δέσποινα Δημά

Τα ξημερώματα του προηγούμενου Σαββάτου τρόμαξα. Ένιωσα ένα μούδιασμα. Τι θα γίνει άραγε; Δεν κατάφερα να απαντήσω στο ερώτημα. Ούτε αυτή τη στιγμή ξέρω. Η εβδομάδα που πέρασε με κούρασε. Εκνευρίστηκα και ανέβασα τους τόνους μου. Γιατί να μου συμβεί αυτό;

Άλλωστε 60+40=100. Τι σημασία έχει πόσοι έβαλαν σταυρό με μπλε ή μαύρο στιλό στο κουτάκι;

Στο τέλος αυτό που μετρά είναι το σύνολο και το σύνολο παραμένει ελληνικό ανεξαρτήτως θέσης. Δεν πρόκειται για νίκη του Τσίπρα, για ήττα της Νέας Δημοκρατίας ή κατρακύλα του Αντώνη Σαμαρά. Δε με νοιάζει ποιος θα πάει να διαπραγματευτεί. Δε με νοιάζει ποιος θα αναλάβει το βάρος. Δε θέλω να ξαναδώ τη γιαγιά μου στην ουρά της τράπεζας να αγωνιά για το ενοίκιο. Θέλω να είμαι αισιόδοξη. Θα ήθελα να έχω για 3 λεπτά τη φωνάρα της Celine, να έβγαινα στο μπαλκόνι με την μπιζάμα και να τραγουδήσω δυνατά ”A new day has come”.

Ιωάννα Μαμάη

Ο θυμός μου για τους συνανθρώπους μου μειώθηκε. Νιώθω ότι με καταλαβαίνουν. Ξέρω ότι φοβούνται, όπως κι εγώ. Θέλουν, όμως, να ζήσουν. Με αξιοπρέπεια. Έδωσαν την ευκαιρία στον εαυτό τους να ελπίζουν. Σε εμένα, στην έγκυο που θα γεννήσει σε λίγους μήνες, στην γιαγιά που θέλει να βλέπει τα εγγόνια της χαρούμενα. Σε όσους παίρνουν αντικαταθλιπτικά, σε εκείνους που αποφασίζουν να κλείσουν την τηλεόραση, σε αυτούς που έχουν αναθεωρήσει το παλιό σύστημα.

Η ελπίδα μας κρατά ζωντανούς. Τόσο σωματικά όσο και ψυχικά.

Τα πράγματα είναι πολύ ρευστά στο πολιτικο-οικονομικό κομμάτι και όλοι μας φοβόμαστε για το αύριο. Ποιος δε θα ήθελε σε ένα διάστημα από τώρα να έχει ηρεμήσει και να ξεχάσει τους οικονομικούς όρους;  Κι όπως έγραψε ο Ανδρέας Κάλβος:

“Όσοι το χάλκεον χέρι,

βαρύ του φόβου αισθάνονται,

ζυγόν δουλείας, ας έχωσι·

θέλει αρετήν και τόλμην

η ελευθερία”

Μαριέτα Χριστοπούλου

Ψήφισα 7.05 το πρωί. Ήμουν η δεύτερη στο εκλογικό μου τμήμα, πράγμα πρωτόγνωρο και μάλλον μοναδικό, γιατί δε νομίζω ποτέ ξανά να το σηκωθώ τόσο νωρίς για την ψήφο. Με νύστα, έβαλα τον σταυρό μου, έριξα την ψήφο και αποχώρισα για το χωριό όπου θα ήμουν γραμματέας εφορευτικής επιτροπής. Αναλυτικά θα γράψω σε λίγες ώρες για αυτή την εμπειρία. Μέχρι τότε, έχω να πω ότι δε θα ξεχάσω το χαμόγελο των παιδιών που ψήφιζαν πρώτη φορά και τη γλύκα όσων, μακρυά από όποιο πανικό είχε καλλιεργηθεί, ψήφιζαν και έδιναν αόριστα και φωναχτά την ευχή να πάνε “όλα να πάνε καλά”. Το επόμενο πρωί και μετά από μια σατανική εβδομάδα, νιώθω ακριβώς αυτό.

Όλα θα πάνε καλά. Όχι λόγω κάποιας μαγικής κυβέρνησης ή συμφωνίας, αλλά γιατί όσα ζόρια και αν περνάμε, όσο κι αν διαφωνούμε, οι περισσότεροι παραμένουμε Άνθρωποι. Ναι, με Α κεφαλαίο.

Κάλλια Καστάνη

Kυψέλη μεσημέρι, στα ”ορεινά” της Φωκίωνος. Τα τσιμέντα βράζουν. Πάρκινγκ πουθενά. Στο εκλογικό, η κίνηση μέτρια, κόσμος που πηγαινοέρχεται με τάξη και ήσυχη αποφασιστικότητα. Φοράνε χρώματα, σανδάλια, σορτσάκια, σαγιονάρες. Λες και βγήκαν απογευματινή βόλτα σε επαρχιακό δρόμο λουτρόπολης. Το δημοψήφισμα δεν μοιάζει με εκλογές. Παραείναι ”καθαρό” –  δεν έχει τραπεζάκια,  πεταμένα ψηφοδέλτια,( πού λεφτά για να τυπώσεις παραπάνω… )  φωνές,  ντουντούκες,  κορναρίσματα, ένταση. Έχει ψιθύρους. Μονάχα κάτι λιγοστές κονκάρδες του ”ΝΑΙ” και του ”ΟΧΙ”, σπαρμένες εδώ και εκεί, παιανίζουν την αποφασιστικότητά τους. Παρακάτω, στο καφέ, η συζήτηση δυναμώνει. Τσιγάρα πολλά, πειράγματα, νευρικά γέλια. Στα ΑΤΜ ουρές. Μουρμουρίζουμε συνωμοτικά  ότι η Β. αγόρασε τέσσερα μεγάλα πακέτα μπισκότα, δύο βαζάκια βανίλια υποβρύχιο, σόδα και ξίδι (”αν χρειαστεί, κάνουν και για καθαριστικό”).

 Στο Σύνταγμα, στο κέντρο, κάμερες – ”μάτια” ακροβολισμένα παντού. Στο μετρό, μια Τουρκάλα, δημοσιογράφος της Τζουμ Χουριέτ, θέλει να μάθει τι ψήφισα, πότε το αποφάσισα, αν το ήξερα από την αρχή ή αν άλλαξα γνώμη στα μέσα της βδομάδας. Είναι ευγενική, αλλά έχει έναν τρόπο που με κάνει να νιώθω εύθραυστη – πεταλούδα καρφιτσωμένη στο χαρτί, κάτω από το μάτι εντομολόγου.

Γυρίζοντας πίσω, όλα ‘μυρίζουν’ πάλι κανονικότητα: σανδάλια, σορτς, σαγιονάρες, ηλικιωμένοι με ζακετούλες, κόσμος στην παιδική χαρά, πιτσιρίκια που τρώνε παγωτά. Καλοκαίρι.

”Τι θα φάμε ; Θες λίγο καρπούζι;” Στο ηλεκτρικό τρεμοφέγγισμα του δέκτη ουρλιάζει ένα μεγάλο, πορτοκαλί ”ΟΧΙ”. Όλα είναι ίδια και όλα είναι κιόλας αλλιώτικα. Ελπίζω, θέλω να ελπίζω. Σκέφτομαι τον αποχαιρετισμό εκείνης της Τουρκάλας ”Γειά σας και καλή τύχη στη χώρα σας”. Ήταν ευγενική. Έπρεπε να είχα ρωτήσει το όνομά της.

Άντρια Κωνσταντίνου

Έξω από το σχολείο που ψηφίζω έχει ένα περίπτερο. Ο γιος μου θέλει νερό. Το αγοράζω. Θέλει όμως και μια μπάλα. Μια μπάλα ποδοσφαίρου που κρέμεται μαζί με άλλες, αλλά είναι γυαλιστερή. Μια πράσινη γυαλιστερή μπάλα. “Αγάπη μου, έχεις τόσες μπάλες”. “Μα, μαμά, καμία που να γυαλίζει, σε παρακαλώ”. Τις τελευταίες μέρες μετράω κάθε ευρώ που ξοδεύω, αλλά δεν προβάλω καμία άλλη αντίσταση στην πράσινη γυαλιστερή μπάλα. Δίνω ακόμα 7 ευρώ στον περιπτερά.

Ο γιος μου την κλωτσάει μέχρι να μπούμε στο εκλογικό κέντρο, με ρωτάει αν μπορεί να παίζει όσο περιμένω την σειρά μου και όσο είμαι πάνω από το “ΟΧΙ” και το “ΝΑΙ” τον ακούω που την χτυπάει στο πάτωμα. Μου γελάει κάτω από την μπλε κουρτίνα κρατώντας την στα χέρια. Του γελάω κι εγώ και του λέω ψιθυριστά να μην χτυπάει την μπάλα εδώ. Την κρατάει αγκαλιά στο αυτοκίνητο μέχρι να φτάσουμε στην πλατεία όπου μας περιμένουν οι φίλοι του και άλλοι γονείς. Την δείχνει με χαρά στους κολλητούς του και παίζουν στον μικρό τσιμεντένιο χώρο που τους αναλογεί δίπλα μας, δίπλα στις μεγάλες πολιτικές αναλύσεις μας.

Προσπαθήσαμε να αφήσουμε στην άκρη τις διαφωνίες μας, να μη θυμώσουμε που άλλος ενέκρινε κι άλλος δεν ενέκρινε την ερώτηση της κάλπης, να κοροϊδέψουμε την ανησυχία μας, να αυτοσαρκαστούμε που στεκόμαστε στις ουρές για 50 ευρώ και αγοράσαμε για πρώτη φορά ΝΟΥΝΟΥ εβαπορέ.

Φεύγουμε αργά το απόγευμα για να παρακολουθήσουμε τα αποτελέσματα στην τηλεόραση. Ο γιος μου που έχει ξεχάσει την πράσινη γυαλιστερή μπάλα για μερικά φορτηγά με χοντρές ρόδες με ρωτάει που είναι. Του δείχνω τα πόδια μου. “Ε, μαμά, είναι δική μου”. Την αρπάζει και προχωρά προς το αυτοκίνητο. Εγώ πίσω του χαμογελώ. Όποιο και να είναι το αποτέλεσμα θα πρέπει να φροντίζω να παίζει.