ΤΟ Α

Τρία τραγούδια και μια κηδεία

Pexels

Στην αρχή ήταν ο αχινός. Ένα παιδικό τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά. Το άκουσα πρώτη φορά να το τραγουδάει η Αγγελική και οι συμμαθητές της στη σχολική γιορτή πριν από μερικές μέρες. Αν δεν ξέρετε την ιστορία, εδώ σε άχαρη περίληψη. Ένας αχινός (η ανδρική φιγούρα του τραγουδιού) βλέπει στο περιγιάλι ένα κόκκινο κοράλι (μια όμορφη γυναίκα). Εντυπωσιάζεται από την ομορφιά του και αποφασίζει να το φτάσει με κάθε κόστος. Το κοράλι κολακεύεται, σκύβει το κεφάλι, «του χαμογελά λιγάκι και του κλείνει το ματάκι». Σε αυτό το σημείο η Αγγελική, αλλά και κάποιοι συμμαθητές της, κλείνουν όχι πάντα πετυχημένα, σίγουρα εξαιρετικά χαριτωμένα το ένα τους μάτι. Ο αχινός «αψηφάει τα μποφόρ, σπάει όλα τα ρεκόρ» (τα παιδιά τώρα κάνουν πως τρέχουν επιτόπου) και καταφέρνει να φτάσει. «Κι όταν πια κοντά σιμώνει, τα αγκάθια του τεντώνει» (τα παιδικά χεράκια ανοίγουν προς τα έξω), «το κοράλλι νιώθει ρίγη και την αγκαλιά του ανοίγει».

Κάπου εκεί έρχεται η ανατροπή, το twist τύπου 6η Αίσθηση, αλλά σε παιδικό version, και το τραγούδι συνεχίζει «βρε τι πόνος είναι αυτός, ο πολύς ο αχινός, ούτε σ’ αγαπώ δεν είπε και το γέμισε με τρύπες». Γυρνάω να κοιτάξω τη φίλη μου που κάθεται στην πίσω σειρά. Άκουσα σωστά; Μου γνέφει καταφατικά. Ο Φοίβος συνεχίζει «Τώρα το κοράλλι πια, μόνο στην ακρογιαλιά, σκέφτεται τον αχινό και ρουφάει το νερό». Έχω μείνει αποσβολωμένη. Λίγες στροφές, μια παιδική μελωδία, η φωνή του Φοίβου, οικεία και τρυφερή, το στόμα μου πικρίζει, μπορεί να είμαι εγώ, αλλά είναι αυτό το τραγουδάκι ένα σύγχρονο ρεμπέτικο;

Χειροκροτάω την Αγγελική και τους φίλους της που χαμογελάνε ενθουσιασμένοι. Πριν προλάβω να ξαναγυρίσω στη φίλη μου και να εκφράσω κάπως άγαρμπα όλες τις αναλογίες του τραγουδιού με την επικαιρότητα, ξεκινάει το επόμενο τραγούδι και τα παιδιά παίρνουν πάλι θέση. «Στην απά- στην απά- στην απάνω γειτονίτσα, στην απάνω γειτονίτσα». Αναγνωρίζω αμέσως το τραγούδι του Μάνου Λοίζου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου, όπου ο καλλιτέχνης/αφηγητής μιλάει για το πως τον αγαπάνε δύο κορίτσια στην απάνω γειτονίτσα. «Μα εγώ, μα εγώ, μα εγώ πονάω γι’ άλλη, μα εγώ πονάω γι’ άλλη, μια γοργόνα στ’ ακρογιάλι».

Δεν μπορώ να κοιτάξω πλέον κανένα άλλο παιδάκι, η Αγγελική το τραγουδάει με τέτοια ένταση, χτυπάει τον δείκτη στο στέρνο της σε κάθε «μα εγώ», κλείνει τα μάτια με πάθος και σχεδόν ουρλιάζει τους στίχους προσπαθώντας να ακουστεί πάνω από τους υπόλοιπους, που ακολουθούν επίσης πιστά τη «χορογραφία». Σκέφτομαι τη Μυρσίνη, την κόρη του Λοίζου, που τυχαίνει να γνωρίζω, πόσο θα τη συγκινούσε να δει την Αγγελική να απολαμβάνει έτσι αυτό το μαγικό κομμάτι, που στην κορύφωσή του περιγράφει την αγωνία του ερωτευμένου να βρει ένα φυλαχτό με άγιο ξύλο, για να στείλει στη γοργόνα του. «Φυλαχτό, φυλαχτό, φυλαχτό να τη φυλάει, φυλαχτό να τη φυλάει», κι ένα ακόμη twist που όμως γνώριζα αυτή τη φορά, «και ας μη με αγαπάει». Ένα τραγούδι-αντίδοτο σε κάθε τοξικότητα, σε κάθε μπουμέρικο στάτους που συνδέει τη βία και τη δυσλειτουργία με το πάθος και τον χειμαρρώδη έρωτα, ένα τραγούδι έρωτα αληθινού, όπου έρωτας όπως έγραψε πρόσφατα ένας φίλος είναι πάνω από όλα να νοιάζεσαι για τον άλλον και να τρέμεις μη του συμβεί κάτι.

Όλες οι γυναίκες γύρω μας έχουν να μας πουν, αν όχι μια ιστορία βίας σε σχέση τους, σίγουρα μια ιστορία φόβου. Γιατί πριν τη βία προηγείται, ίσως για καιρό, ο φόβος.

Το βράδυ βγαίνω με μια φίλη. Της περιγράφω τη γιορτή, της λέω πόσο με συγκίνησε η εναλλαγή των τραγουδιών, της δείχνω το βίντεο με την Αγγελική να δίνει πόνο, γελάμε. Η κουβέντα αναπόφευκτα πάει στη Φολέγανδρο, όπως κάθε κουβέντα με κάθε γυναίκα που έχω μιλήσει αυτές τις μέρες. Έχει μια ιδιαίτερη σημασία η ιστορία της Γαρυφαλλιάς ανάμεσα στις ανατριχιαστικά πολλές παρόμοιες ιστορίες έμφυλης βίας που έχουμε ακούσει πρόσφατα, ακόμη κι αν δεν την ξέρουμε πλήρως ακόμα. Είναι η πιο κοντινή στις δικές μας ιστορίες. Ένα νέο κορίτσι, ερωτευμένο, φεύγει για διακοπές με τον φίλο της, τσακώνονται περισσότερο, συμβαίνει καμιά φορά στις διακοπές, εκείνη κρατάει το gps, πιθανόν αφαιρείται και χάνει το δρόμο, πόσες φορές σας έχει συμβεί, πρόσφατα γελούσαμε στη δουλειά αραδιάζοντας ιστορίες για συντρόφους που χαζεύουνε με το gps στα χέρια, ο Κ. μας περιγράφει πως ο Μ. λέει πάντα «στρίβουμε δεξιά στο… στο… προηγούμενο», πως η Π. λέει στον Λ. «θα σου λέω εγώ» και στην πορεία χαζεύει παπούτσια στο asos και ξεχνιέται, γελάμε, είναι εκνευριστικό, αλλά και χαριτωμένο, στην περίπτωση της Γαρυφαλλιάς, όμως, φαίνεται πως ήταν μοιραίο. Είχε φαίνεται «χαλάσει η φάση» ήδη, είχαν τσακωθεί πολλές φορές, εκείνη μάλλον είχε μαζέψει τα πράγματά της να φύγει, -νευρίασε ή φοβήθηκε;- πάντως δεν πρόλαβε, έχασε το δρόμο στο gps κι έτσι «ξεχείλισε το ποτήρι», κάτι της είπε, κάτι του πε, προσβλήθηκε, σήκωσε το χέρι του, αυτό το χέρι που δεν χρειάζεται καν να κατέβει πάνω σου για να τελειώσει με συνοπτικές διαδικασίες ο μύθος του χειμαρρώδη έρωτα, κι έτσι η Γαρυφαλλιά, 26 χρονών από το Βέλο Κορινθίας, το χωριό δίπλα στο χωριό μου, που όλοι την ήξεραν και όλοι την αγαπούσαν, ένα δώρο -όπως είπε η μητέρα της για την οικογένειά και τους φίλους της-, κατέληξε στα βράχια και ύστερα στο γυαλό, να «ρουφάει το νερό».


 

Αν πρέπει να ορίσουμε ένα μοναδικό dealbreaker σε οποιαδήποτε σχέση, αυτό θα πρέπει να είναι πάντα και μόνο ο φόβος.

Κι αν ακόμα δεν ξέρουμε ακριβώς πως διεμείφθησαν τα πράγματα στη Φολέγανδρο, ξέρουμε με αφορμή αυτό, κάτι άλλο. Πως όλες οι γυναίκες γύρω μας έχουν να μας πουν, αν όχι μια ιστορία βίας σε σχέση τους, σίγουρα μια ιστορία φόβου. Γιατί πριν τη βία προηγείται, ίσως για καιρό, ο φόβος. Κι ακόμα κι αν η βία δεν έρθει σωματικά ποτέ, δεν γίνει σφαλιάρα, χαστούκι, μπουνιά, σπρωξιά, ζει και βασιλεύει μέσα στον φόβο. Και αν μείνεις αρκετά για να δεις τη συνέχεια, θα έρθει και το ξύλο. Not all men, σίγουρα. Πάντως all women. Οπότε ψαχτείτε.

ΣΧΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ

Κι αν εν ετει 2021 ακόμα φαίνεται να ισχύει αυτό που έλεγε η Χρύσπα στο λαικοποπ σουξέ της δεκαετίας των 00s «δεν είναι ένα το ψέμα, δύο η αδιαφορία, τρία τα νεύρα, τέσσερα η ειρωνεία, πέντε η ζήλια, έξι η αχαριστία, φεύγω για το εφτά, την απιστία», πως δηλαδή είναι οκ να είσαι φρικτός σύντροφος φτάνει να μην με κερατώσεις, πως μοναδικό dealbreaker γενικής αποδοχής για οποιαδήποτε ερωτική σχέση είναι η απιστία, να σημειώσουμε κάπου εδώ πως αν πρέπει να ορίσουμε ένα μοναδικό dealbreaker σε οποιαδήποτε σχέση, αυτό θα πρέπει να είναι πάντα και μόνο ο φόβος.