FEMALE TALK

Κατερίνα Βουρλάκη: Ρωτήσαμε μια υποψήφια δημοτική σύμβουλο, πόσο woman friendly είναι η τοπική αυτοδιοίκηση

Οι βουλευτικές έδρες, οι υπουργοποιήσεις και η κομματική ηγεσία είναι τα πεδία εκείνα που συνήθως μονοπωλούν τη συζήτηση γύρω από την (παγιωμένη) υποεκπροσώπηση των γυναικών στην πολιτική. Κάνοντας τo focus που έλειπε, αυτή τη φορά στην τοπική αυτοδιοίκηση, με αφορμή τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν σε λιγότερο από έναν μήνα, διαπιστώνει κανείς πως τα πράγματα στα εν δήμω, ταυτίζονται με τη μεγάλη εικόνα. Οι γυναίκες είναι λιγότερες από τους άνδρες, η ποσόστωση αποδεικνύεται αναγκαία για τη συμμετοχή τους και οι αρμοδιότητες που δίνονται στις εκλεγμένες, είναι αισθητά μη τεχνοκρατικές στο σύνολό τους.

Με τα δεδομένα αυτά, ρωτήσαμε μια γυναίκα που (ξανα)θέτει υποψηφιότητα ως δημοτική σύμβουλος στον Δήμο Αμαρουσίου, τη δημοσιογράφο Κατερίνα Βουρλάκη, αν, μετά από 4 χρόνια στην τοπική αυτοδιοίκηση αισθάνεται ότι οι γυναίκες πρέπει να αποδείξουν περισσότερα και εντός των δήμων.

– Είσαι ήδη Δημοτική Σύμβουλος στον Δήμο Αμαρουσίου και εκ νέου υποψήφια. Με το χέρι στην καρδιά, γιατί αποφάσισες να μπεις σε έναν χώρο τόσο περίπλοκο όσο είναι αυτός της τοπικής αυτοδιοίκησης;

Πράγματι σε λίγο καιρό ολοκληρώνω μια τετραετή θητεία ως Δημοτική Σύμβουλος και είμαι πάλι υποψήφια με το συνδυασμό το «Μαρούσι Ψηλά», με επικεφαλής τον Δήμαρχο μας, Θεόδωρο Αμπατζόγλου. Η ενασχόλησή μου με τα κοινά προέκυψε σχετικά τυχαία. Δεν την επιδίωξα, θα μπορούσα να πω ότι με βρήκε. Δέχθηκα μια πρόταση από έναν υποψήφιο δήμαρχο. Στην αρχή ήμουν αρνητική.

Έχω μια καριέρα στη δημοσιογραφία και στην επιχειρηματικότητα, οπότε μαζί με τις υποχρεώσεις της οικογένειας καταλαβαίνεις ότι όλο αυτό δεν μπορούσα να σκεφτώ πως θα λειτουργήσει. Όμως μετά από συζήτηση με τους δικούς μου ανθρώπους. το αποφάσισα κυρίως γιατί με ενδιαφέρει πολύ η βελτίωση της ποιότητας της ζωής όλων μας. Είναι μια εσωτερική ανάγκη που υπάρχει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Η διαρκής προσπάθεια με υπομονή, επιμονή και δράση, ώστε οι άνθρωποι γύρω μου να μπορούν να ζουν όσο γίνεται καλύτερα και αυτό επεκτείνεται και στα κοινά. Και σε αυτόν τον χώρο, ήρθε και «κούμπωσε» θα έλεγα, όλη η εσωτερική μου ανάγκη για προσφορά.

-Αισθάνεστε ότι αυτό λειτούργησε καλά την προηγούμενη τετραετία;

Ναι μπορώ να πω ότι λειτούργησε πολύ καλά! Έμαθα πάρα πολλά, κατάλαβα πώς λειτουργεί το σύστημα και πώς μπορείς αν θέλεις, με πολύ δουλειά, να το βελτιώσεις και να προχωρήσεις πράγματα προς όφελος των πολιτών. Μικρά βήματα κάθε φορά. Στον Δημόσιο τομέα άλλωστε να άλματα, είναι δύσκολα.

Χρησιμοποίησα τις γνώσεις και την εργασιακή μου εμπειρία, αντιμετωπίζοντας διάφορα σοβαρά θέματα της πόλης με επιτυχία, γνώρισα πάρα πολλούς συνδημότες και κατάλαβα σε βάθος τι πρέπει να κάνουμε για να προχωρήσουμε μπροστά προς το καλύτερο. Αυτή ακριβώς η συνεχής προσπάθεια για βελτίωση, είναι το κίνητρο μου για να συνεχίσω. Έτσι, με περισσότερη εμπειρία και γνώση, αισθάνομαι έτοιμη να αναλάβω ακόμη περισσότερη δράση, ακόμη περισσότερες ευθύνες.

– Από τη θητεία σου ως δημοσιογράφος ποια είναι τα skills που διαπιστώνεις ότι σου έχουν φανεί απολύτως χρήσιμα στην ενασχόληση με τα κοινά;

Η δημοσιογραφία είναι ένας σκληρός χώρος, με πολλές ώρες εργασίας, πολλές εντάσεις και ανταγωνισμό, με αμείλικτα deadlines που απαιτεί πολύ οργάνωση και γερό στομάχι. Όταν λοιπόν έχεις μεγαλώσει μέσα σε αυτό, στην ουσία λίγα πράγματα μπορούν να σε αγγίξουν από τον ανταγωνιστικό χώρο της πολιτικής, τουλάχιστον σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης. Σίγουρα ένα από τα skills που μου έχουν φανεί απολύτως χρήσιμα και που μου βγαίνει εντελώς φυσικά, είναι η επικοινωνία με τους πολίτες και αυτό είναι κομβικό. Γιατί ως εκλεγμένη πρέπει να κάνω ακριβώς αυτό. Να αποτελώ τον δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των πολιτών και των υπηρεσιών, να αφουγκράζομαι τα θέματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, να είμαι εκεί για να ακούσω και να επιλύσω τα θέματα που υποβιβάζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων.

Επίσης η δημοσιογραφία σε μαθαίνει ότι πρέπει να είσαι καλός «μαθητής» να διαβάζεις και να ενημερώνεσαι για να είσαι πάντα μπροστά από τις εξελίξεις. Το ίδιο οφείλεις να κάνεις και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Να είσαι ενημερωμένος, να προβλέπεις, να είσαι έτοιμος, να μη σε προλαβαίνουν τα γεγονότα, να μπορείς να κάνεις πλάνα για πολλά χρόνια μπροστά και φυσικά να είσαι πάντα updated σε σχέση με την τεχνολογική εξέλιξη. Το οφείλεις στους πολίτες που σε εμπιστεύονται.

Και άλλο ένα που θα πρόσθετα και που θεωρώ σημαντικό, είναι η αισθητική. Ως δημοσιογράφος των περιοδικών, η αισθητική ήταν από τα πρώτα που καλλιέργησα. Η αισθητική και η συνεχής αλλαγή.

«Χωρίς αισθητική δεν θα δούμε ποτέ όμορφες πόλεις».

Κατερίνα Βουρλάκη υποψήφια εκλογές

– Μιλάμε συχνά και απολύτως δικαιολογημένα για τη μειοψηφία των γυναικών στην πολιτική και εννοούμε σε εθνικό επίπεδο. Για το πόσο αισθητά περιορισμένη είναι η παρουσία μας σε θέσεις ευθύνης στο εκάστοτε κυβερνητικό σχήμα. Στην τοπική αυτοδιοίκηση πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα; 

Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους. Για τη θέση του Δημάρχου, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019, σε 1.635 υποψηφιότητες, μόλις 180 γυναίκες έθεσαν υποψηφιότητα. Και μόλις 19 γυναίκες εξελέγησαν Δήμαρχοι σε όλη τη χώρα. Σε 5 από τις 13 Περιφέρειες δεν υπήρχε καμία γυναίκα υποψήφια Περιφερειάρχης. Ενώ σήμερα υπάρχει μία μόνο Περιφερειάρχης στη χώρα, στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων, η Ρόδη Κράτσα.

«Oι γυναίκες που εκλέγονται δεν αξιοποιούνται, όπως οι άνδρες. Συνήθως λαμβάνουν θέσεις πιο light».

Αξιοποιούνται σε θέσεις που οι άνδρες τις τοποθετούν, που θεωρούν ότι μπορεί σε αυτές να είναι καλύτερες και έχουν να κάνουν με τις κοινωνικές υπηρεσίες, την παιδεία, τον πολιτισμό…Δηλαδή δύσκολα θα δεις γυναίκα Αντιδήμαρχο Τεχνικών Έργων. Υπάρχουν δηλαδή ακόμα κάποια στεγανά που κανείς δεν τα παραδέχεται ανοιχτά κι όμως υπάρχουν.

– Βοηθάει κάπου η περίφημη ποσόστωση; 

Η ποσόστωση είναι ένα μέτρο που έχει διπλή ανάγνωση για μένα. Από τη μία υποχρεώνει τους συνδυασμούς να συμπεριλάβουν 30% γυναίκες (ήταν 40% στις προηγούμενες εκλογές), από την άλλη αυτή η υποχρεωτικότητα θεωρώ πως είναι απαξιωτική για τις γυναίκες, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις, απλώς χρησιμοποιούνται για να «κλείσει» ένα ψηφοδέλτιο. Και όταν συμβαίνει αυτό, σίγουρα δεν φταίνε οι άντρες.

Κανείς δεν μας απαγορεύει τη συμμετοχή και κανείς δεν μπορεί να μας υποχρεώσει να συμμετέχουμε. Όταν όμως συμμετέχουμε πρέπει να το θέλουμε πραγματικά. Από την άλλη μεριά αν δεν υπήρχε η ποσόστωση δεν ξέρω πόσες γυναίκες θα αποφάσιζαν από μόνες τους να ασχοληθούν. Υπό μία έννοια αποτελεί και ένα κίνητρο.

– Θεωρείς ότι και σε αυτόν τον χώρο πρέπει να αποδείξουμε περισσότερα;

Δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα και σε κανέναν. Σε κανέναν χώρο. Το τι προσφέρουμε στην κοινωνία είναι γνωστό. Είμαστε μανάδες, εργαζόμενες, νοικοκυρές, αργότερα γιαγιάδες που κρατάμε εγγόνια. Είμαστε η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς.

«Αυτό που πρέπει να διεκδικήσουμε είναι όχι ίσα δικαιώματα- γιατί αυτά μας τα δίνει ο νόμος-αλλά ίσες ευκαιρίες με τους άνδρες να υλοποιήσουμε τα όνειρά μας».

Ένα πιο υποστηρικτικό κράτος, μία πιο υποστηρικτική οικογένεια, ένα πλαίσιο που να δίνει την ευκαιρία συμμετοχής στην εργαζόμενη μητέρα, γυναίκα όπως δίνει και στον άνδρα. Αυτό χρειάζεται ένα άλλο κοινωνικό κράτος και φυσικά σημαντικές αλλαγές σε κατεστημένες συμπεριφορές και πεποιθήσεις.

– Πόσο απέχουμε από την απόλυτη ισότητα;

Η λέξη «ισότητα» δεν θα έπρεπε καν να συζητείται σε σχέση με τα θεμελιώδη δικαιώματα των ανθρώπων στην εργασία, την ελευθερία της έκφρασης, τον έρωτα. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητη για άνδρες και γυναίκες. Και δεν θα έπρεπε καν να μετριέται. Άλλωστε οι ρόλοι δεν είναι όλοι ίδιοι και αυτό δεν είναι κακό. Ο κάθε ένας από εμάς θα πρέπει να εξασφαλίζει τα θεμελιώδη δικαιώματά του και μετά να δημιουργεί το δικό του πλαίσιο ισότητας και μέσα σε αυτό να κινείται ανάλογα. Μία γυναίκα μπορεί να είναι απόλυτα καλυμμένη με την οικιακή εργασία και τα παιδιά και αυτό στη ζωή της, με τον σύντροφό της, να αποτελεί τον ορισμό της ισότητας. Άλλη να ονειρεύεται να γίνει πρωθυπουργός της χώρας και ο σύζυγος να μεγαλώνει τα παιδιά στο σπίτι. Και οι δύο αυτές όμως έχουν τα ίδια θεμελιώδη δικαιώματα. Εάν δεν διορθώσουμε λοιπόν αυτές τις κοινωνικές ανισότητες που αφορούν όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και τις μειονότητες, τα άτομα με αναπηρία, τους ΛΟΑΤΚΙ, δεν μπορούμε να μιλάμε για ισότητα με τη στενή έννοια.

– Τι έχεις να πεις στις γυναίκες που όπως κι εσύ, δίνουν τη δική τους μάχη στις δημοτικές εκλογές;

Καλή επιτυχία! Να μην πτοούνται, να είναι μαχητικές και να μην διστάζουν να διεκδικούν.

– Πώς θεωρείς ότι κάνεις τον κόσμο καλύτερο;

Μόνο όταν συμμετέχεις μπορείς να κάνεις τον κόσμο καλύτερο. Από απόσταση είσαι απλώς παρατηρητής-κριτής. Ο κόσμος γίνεται καλύτερος λοιπόν με το να συμμετέχεις.

Ξέρεις, το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύ χιούμορ με το πόσοι Δημοτικοί Σύμβουλοι συμμετέχουν στις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ως υποψήφιοι. Δεν το βρίσκω αστείο…Υπάρχουν άνθρωποι και στο Μαρούσι που κατεβαίνω εγώ, που δεν ξέρουν καν ποιος είναι ο Δήμαρχος, ρίχνουν ασταύρωτα ψηφοδέλτια ή ψηφίζουν στην τύχη. Δεν έχουν αντιληφθεί πόσο σημαντική είναι η- δική τους- επιλογή των προσώπων ανάλογα με τα προσόντα τους και την προσωπικότητά τους.

Δεν ξέρουν πόσο σημαντικό είναι για την πόλη και τη ζωή των κατοίκων, να επιλέξουν πρόσωπα που έχουν πραγματικά τις ικανότητες, το όραμα και τη θέληση να εργαστούν για ένα καλύτερο αύριο. Και ξέρεις, ο απλός Δημοτικός Σύμβουλος δεν πληρώνεται, είναι εθελοντής ουσιαστικά. Ωστόσο, η άποψή του και η ψήφος του είναι σημαντική. Και είναι άδικο πρώτα για τους πολίτες να δίνουν το δικαίωμα ψήφου σε τυχαίες επιλογές… Η γνώση είναι δύναμη και κάνει τον κόσμο καλύτερο.

Κάθε μέρα περπατάω στην πόλη, μιλάω με τους πολίτες, ακούω τα προβλήματά τους και βοηθώ στην επίλυσή τους. Πολλές φορές σε προβλήματα που δεν θα λύνονταν ποτέ. Κάπως έτσι λοιπόν, με τη συμμετοχή μου στα κοινά, πιστεύω πως κάνω τον κόσμο καλύτερο.

*Η Κατερίνα Βουρλάκη είναι Εκδότρια – Δημοσιογράφος, Κοινωνιολόγος M.A., Δημοτική Σύμβουλος στον Δήμο Αμαρουσίου, Αντιπρόεδρος της Κοινωφελούς Επιχείρησης του Δήμου Αμαρουσίου και υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος με τον συνδυασμό «Το Μαρούσι Ψηλά» του Δημάρχου Θεόδωρου Αμπατζόγλου.