WOMEN TODAY

Ίντιρα Γκάντι: η “Σιδηρά Κυρία” της Ινδίας που δεν ήθελε να την αποκαλούν “φεμινίστρια”

Ένα όμορφο πρωινό του έτους 1876, η στρυφνή και συντηρητική Βασίλισσα Βικτώρια του – τότε – Ηνωμένου Βασιλείου, ξύπνησε κι αποφάσισε, μετά από ήδη εκατό χρόνια οργανωμένης παρουσίας Βρετανών στην Ινδία, να αυτοανακηρυχθεί Αυτοκράτειρα της ξένης χώρας.

Συνέβαιναν τέτοια πράγματα εκείνες τις εποχές.

Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το 1947, μετά από πολλούς αιματηρούς αγώνες των Ινδών και, κυρίως, επειδή “δεν τους έπαιρνε άλλο”, οι Βρετανοί αποχώρησαν από την ευρύτερη περιοχή και η Ινδία απέκτησε επιτέλους την ανεξαρτησία της.

Ο πρώτος Ινδός πρωθυπουργός μετά την ανεξαρτητοποίηση της χώρας, Τζαουαχαρλάλ Νεχρού, είχε μια και μοναδική κόρη, την Ίντιρα. Εκείνη θα γινόταν, λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της, η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Ινδίας.

 

Σαν σήμερα, λοιπόν, πριν από 97 χρόνια, γεννήθηκε στην πόλη Αλλαχαμπάντ της Ινδίας η κόρη του τότε αρχηγού του ινδικού κινήματος ανεξαρτητοποίησης, Τζαουαχαρλάλ Νεχρού.

Δεν πειράζει αν νομίζατε πως η Ίντιρα ήταν κόρη του Μαχάτμα Γκάντι. Ολόκληρος πρόεδρος των ΗΠΑ, και συγκεκριμένα ο Ρόναλντ Ρέιγκαν αναφέρθηκε κάποτε στην ταινία “Γκάντι” του Ρίτσαρντ Αττένμπορο, λέγοντας πως ο Γκάντι ήταν σπουδαίος, “όπως εξάλλου και η κόρη του”.

Παρεξήγηση, κύριε Πρόεδρε.

Η Ίντιρα μεγάλωσε μέσα σε ένα περιβάλλον που χαρακτηριζόταν από δυο πράγματα: τη διαρκή απουσία των γονέων της και τις ατέλειωτες πολιτικές συζητήσεις. Ο πατέρας της, ως αρχηγός του κινήματος για την ανεξαρτησία της Ινδίας, έλειπε διαρκώς από την οικογενειακή εστία και η μητέρα της ήταν πολύ συχνά άρρωστη και ταξίδευε στην Ευρώπη για διάφορες θεραπείες.

Μόλις ενηλικιώθηκε, η Ίντιρα έφυγε για την Αγγλία και ξεκίνησε τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Στο μεταξύ ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και διέφυγε στην Ινδία, χωρίς να πάρει πτυχίο. Όσο βρισκόταν στο εξωτερικό, είχε συναντηθεί ξανά με τον συμπατριώτη της Φερόζε Γκάντι. Είχε μεγαλώσει κι αυτός στην πόλη όπου είχε γεννηθεί η Ίντιρα και γνωρίζονταν από μικροί. Ο Φερόζε σπούδαζε στο LSE. Επιστρέφοντας στην Ινδία, το 1942, το ερωτευμένο ζευγάρι παντρεύτηκε, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της Ίντιρα.

 

Μετά το γάμο, η Ίντιρα κράτησε το επώνυμό του συζύγου της, με τον οποίο απέκτησαν δυο γιους. Μόλις ο πατέρας της έγινε πρωθυπουργός το 1947, η μονάκριβή του κόρη έσπευσε να γίνει η προσωπική βοηθός του. Πολύ γρήγορα έδειξε τις ικανότητές της και απέκτησε τις προσωπικές της διασυνδέσεις μέσα στην κυβέρνηση. Έτσι, το 1964, μετά το θάνατο του πατέρα της, είχε ήδη γίνει μέλος της Άνω Βουλής, ενώ αμέσως μετά υπηρέτησε ως υπουργός Πληροφοριών και Τηλεόρασης.

Το 1966, σε ηλικία 49 ετών, ήταν ήδη πρωθυπουργός μιας χώρας με τεράστια πολιτιστική κληρονομιά, που μαστιζόταν από πολύ έντονα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.

“Η ταραγμένη Ινδία στα χέρια μιας Γυναίκας”

 

Χαρακτηριστικά σεξιστικό ήταν το εξώφυλλο του περιοδικού TIME, μετά την πρώτη εκλογή της Ίντιρα Γκάντι στο υψηλότερο αξίωμα της Ινδίας: “Η ταραγμένη Ινδία στα χέρια μιας Γυναίκας”. Πολλοί θεωρούσαν ότι η Ίντιρα Γκάντι δε θα έφτανε σ’ αυτή τη θέση ποτέ, αν ο πατέρας της δεν την κατείχε πριν από την ίδια. Πράγματι, είχε στα χέρια της την ευκαιρία να ανέλθει πολιτικά και την αξιοποίησε. Ωστόσο, δε θα παρέμενε για τόσο καιρό στην εξουσία, αν η ίδια δεν διέθετε τις απαραίτητες ικανότητες για κάτι τέτοιο.

Στην πρώτη της κυβερνητική θητεία, προσπάθησε να καταπολεμήσει τον υψηλό πληθωρισμό και την ανεργία και να τροποποιήσει τη διοίκηση σε περιοχές της χώρας όπου υπήρχαν θρησκευτικές εντάσεις. Επίσης, εισήγαγε στο Ινδικό Σύνταγμα τη διάταξη για την ίση αμοιβή στην εργασία, ανεξαρτήτως φύλου και ξεκίνησε έναν πολυετή “πόλεμο” με τους πλούσιους Ινδούς, πρώην τοπικούς μονάρχες, στους οποίους το ινδικό κράτος κατέβαλε χρήματα, με βάση παλαιότερες συμφωνίες, για να παραμένουν οι περιοχές που ήλεγχαν στο ινδικό κράτος.

Η Γκάντι φυσικά και δεν ήταν σε θέση να αλλάξει το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης της Ινδίας, το οποίο βασίζεται στις εξής κύριες κάστες: την ανώτερη, την μεσαία και την κατώτατη. Τα δικαιώματα και τα προνόμια των πολιτών της ανώτερης κάστας δεν επεκτάθηκαν ποτέ στη μεσαία. Για την κατώτατη, τους Ινδούς που αποκαλούνται “ανέγγιχτοι” και ζουν σαν σκλάβοι, ούτε λόγος. Η Γκάντι, όμως, προσπάθησε να εφαρμόσει μια ευρύτερη κοινωνική πολιτική που θα διευκόλυνε αρκετά τη ζωή του μέσου Ινδού πολίτη.

 

Στη δεύτερη θητεία της, που ξεκίνησε το 1971, κι αφού είχε σημειώσει αρκετές διεθνείς διπλωματικές και στρατιωτικές (απέναντι στο Πακιστάν) επιτυχίες, αποφάσισε να κυβερνήσει με πολύ πιο αποφασιστικό τρόπο. Ακροβατώντας στα όρια του απολυταρχισμού. Το 1975 η αντιπολίτευση προσέφυγε στη δικαιοσύνη, προσπαθώντας να αποδείξει ότι η Γκάντι είχε παραβιάσει τους εκλογικούς νόμους, ώστε να εξασφαλίσει την επανεκλογή της.

Καταδικάστηκε, αλλά συνέχισε να υποστηρίζεται από το κόμμα της και – κυρίως – από τον ινδικό λαό.

Η καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου του Αλλαχαμπάντ στάθηκε η αφορμή για να εκδώσει ένα προεδρικό διάταγμα κήρυξης της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, λόγω “εσωτερικών αναταραχών” και έτσι να παραμείνει στην εξουσία για ακόμα δυο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων προέβη αφενός σε μια μικρή αναδιανομή της γης σε φτωχούς Ινδούς κι αφετέρου στην εφαρμογή μέτρων εκτεταμένης λογοκρισίας και σχεδόν απόλυτου ελέγχου πάνω στα μέλη της κυβέρνησης. Πρόκειται για την πιο σκοτεινή περίοδο διακυβέρνησής της, που έδωσε τη δυνατότητα στα μέλη της αντιπολίτευσης, μετά τις εκλογές του 1977, να την κατηγορήσουν για πληθώρα σκανδάλων και ποινικών αδικημάτων.

Το 1979 το κόμμα της διασπάστηκε και η ίδια συνελήφθη.

Φυσικά και δεν τα παράτησε. Το 1980 επέστρεψε δριμύτερη στο πρωθυπουργικό αξίωμα, έχοντας να αντιμετωπίσει αφενός την εξαγριωμένη αντιπολίτευση κι αφετέρου τις διαρκώς αυξανόμενες τάσεις ανεξαρτητοποίησης επιμέρους περιοχών της Ινδίας. Το πρόβλημα της Γκάντι εστιαζόταν κυρίως στην επαρχία Παντζάμπι, έδρα της θρησκευτικής μειονότητας των Ινδών Σιχ, οι οποίοι ήθελαν να ανεξαρτητοποιηθούν από το ινδουιστικό κράτος.

Γαλάζιο Αστέρι

Η θέση σε εφαρμογή της επιχείρησης Γαλάζιο Αστέρι τον Ιούνιο του 1984 σήμανε την αρχή του τέλους για την Γκάντι. Η ίδια διέταξε τον ινδικό στρατό να επανακαταλάβει το Χρυσό Τέμενος του Σιχισμού, που είχε πέσει από το 1982 στα χέρια των Σιχ. Η επιχείρηση είχε καταστροφικά αποτελέσματα. Σκοτώθηκαν σχεδόν 500 πολίτες και πάνω από 300 στρατιώτες. Ακολούθησαν χιλιάδες συλλήψεις, βασανιστήρια και διωγμοί των Σιχ. Όλα αυτά με εντολή της ίδιας της Γκάντι.

 

Έτσι, στις 31 Οκτωβρίου 1984 δολοφονήθηκε στην αυλή του σπιτιού της από τους δυο προσωπικούς Σιχ σωματοφύλακές της. Είχε προηγηθεί ο θάνατος σε αεροπορικό ατύχημα του πρωτότοκου γιου της, στον οποίο είχε μεγάλη αδυναμία. Η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της Ίντιρα Γκάντι τής έδωσε από πολλούς ιστορικούς τον τίτλο της “Σιδηράς Κυρίας της Ινδίας”. Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να συγκριθεί με τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Άλλες χώρες, άλλα περιστατικά, άλλες συνθήκες.

Η αποφασιστικότητά της να γίνονται τα πράγματα όπως ήθελε τής κόστιζε κάθε φορά. Ωστόσο η πλειοψηφία του λαού και ιδίως οι γυναίκες τη στήριζαν διαρκώς.

Το όραμά της για την καταπολέμηση της φτώχειας και την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων, που είχε θέσει με 5 διαφορετικά συνεχόμενα προγράμματα, αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι παρέμεινε εγκλωβισμένο σε ινδικά κρατικά έγγραφα.

Ήταν, βέβαια, εντυπωσιακή η ειλικρίνειά της. “Ο πατέρας μου ήταν κυβερνητικό στέλεχος και εγώ είμαι πολιτικός. Ο πατέρας μου ήταν ένας άγιος. Εγώ δεν είμαι αγία”. Πράγματι, κάθε άλλο παρά αγία ήταν. Τόλμησε, όμως, να ανακατευτεί με την πολιτική σε μια εποχή που οι γυναίκες συνήθως εκ προοιμίου “δεν είχαν θέση” στον δημόσιο πολιτικό λόγο. Προσπάθησε να κάνει κάτι για να διευκολύνει τη ζωή των συμπατριωτών της, σε μια κρισιμότατη εποχή για τη χώρα.

Το εντυπωσιακότερο όλων, όμως, σε σχέση με την ιδεολογία της, ήταν η κατάφωρη άρνηση του όρου “φεμινίστρια”.

 

Μιλώντας το 1980 σε ένα κολλέγιο στο Νέο Δελχί, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι δεν είναι φεμινίστρια και ότι δεν πιστεύει πως ένα άτομο θα πρέπει να τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης, απλά και μόνο επειδή ανήκει στο γυναικείο φύλο.

Ωστόσο, πάντοτε υποστήριζε ότι οι γυναίκες είναι η πιο καταπιεσμένη κοινωνική ομάδα ανά τον πλανήτη και ότι ειδικότερα οι Ινδές γεννιούνται ανήμπορες να καθορίσουν τη ζωή τους σε οποιοδήποτε επίπεδο.

Η χειραφέτηση που οραματιζόταν για τις συμπατριώτισσές της συνίστατο στη δυνατότητα να ζουν μια καλή ζωή, να μπορούν να γίνονται μητέρες και να συμβάλλουν με τη συμπεριφορά και τις επιλογές τους στο καλό της κοινότητάς τους και το καλό της χώρας. Από τον δημόσιο πολιτικό της λόγο προέκυπταν, βέβαια, πιο μεγαλόπνοα οράματα, που αφορούσαν στην παγκόσμια συνεργασία των κρατών για τη βιώσιμη ανάπτυξη πάνω στη γη. Κι αν οι άντρες δεν καταλάβαιναν τη σημασία ενός τέτοιου εγχειρήματος και δεν έπαιρναν πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση, γιατί να μην πρωτοστατούσαν οι γυναίκες;

Ίσως αυτή να είναι η πραγματική κληρονομιά της Ίντιρα Γκάντι: η προτροπή να παίρνεις πρωτοβουλίες, χωρίς να περιμένεις πρώτα τις αντιδράσεις των υπολοίπων. Δεν ήταν αγία. Ήταν, όμως, πολύ πρακτικός άνθρωπος.

 

We Like These Ladies:

Αλέκα Παπαρήγα: Η γυναίκα που έκανε στιλ την εξυπνάδα

Jennifer Lawrence: Ο αδέξιος χαμαιλέοντας που λατρεύουν οι χάκερ

Amal Alamuddin: Η δικηγόρος που κέρδισε τον αιώνιο εργένη