ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

3 κορίτσια της Gen Z με δική τους επιχείρηση μιλούν στο LadyLike

iStock

Τελευταία γίνεται μεγάλος «ντόρος» γύρω από τη Gen Z και το γιατί είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς: Η εν λόγω γενιά είναι πιο μορφωμένη και ποικιλόμορφη και μάλιστα με μεγάλη διαφορά όσον φορά στην τεχνολογική εμπειρία, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες.

Όσο για τον τομέα της επιχειρηματικότητας, τα στατιστικά μιλούν από μόνα τους. Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα που βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα της Gen Z έχουν 55% περισσότερες πιθανότητες να ξεκινήσουν μια δική τους επιχείρηση σε σχέση με τους millennials. Η ανεξαρτησία και η επιθυμία για οικονομική επιτυχία είναι μερικοί από τους παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη γενιά αυτή και αποτελούν κίνητρο για πολλά μέλη της να ξεκινήσουν κάτι δικό τους από την αρχή, απορρίπτοντας εύκολα μια δουλειά γραφείου.

Με αφορμή την Ημέρα Γυναικείας Επιχειρηματικότητας που καθιερώθηκε το 2014 και από τότε γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 19 Νοεμβρίου, το LadyLike δίνει τον λόγο σε 3 αυτοδημιούργητες γυναίκες της Gen Z που είναι τα μόνα αφεντικά του εαυτού τους, καθώς ηγούνται της δίκης τους επιχείρησης.

Gen Z girlboss: Η Αλεξία Κούβελα είναι 26 χρόνων και ιδρύτρια του πρώτου plus-size πρακτορείου μοντέλων στην Ελλάδα

Η ιστορία της Αλεξίας Κούβελα ξεκινάει από την εφηβική της ηλικία όπου «ήταν παχιά, όπως και τώρα που δεν είναι κάτι κακό. Όμως τότε υπήρχε η λογική ότι το να είσαι παχύς είναι κάτι άσχημο και μη ποθητό», μας λέει η ίδια και σημειώνει ότι γεννήθηκε στη γενιά του Tumblr και των shows της Victoria’s Secret. Η ίδια γεννήθηκε σε μια εποχή που το body positivity κίνημα απουσίαζε. Ήταν, επίσης, όπως μας λέει στη συνέχεια, το μόνο παχύ παιδί στην οικογένειά της. «Έχω άλλα τρία αδέρφια τα οποία είναι όλα αδύνατα και η μαμά μου το ίδιο και ο πατέρας μου το ίδιο, οπότε ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για μένα», σημειώνει.

Η επαφή της με το μόντελινγκ ξεκίνησε δειλά-δειλά όσο σπούδαζε Δημοσιογραφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο «όταν έλαβε ένα μήνυμα από έναν φίλο της για να κάνω το μοντέλο για την εταιρεία ρούχων με μεγαλύτερα μεγέθη που είχε η μαμά του. Αφού έμαθε τη δουλειά και μπήκε σε πρακτορείο της Θεσσαλονίκης όταν μετά από δυο χρόνια κατάλαβε ότι η εκπροσώπηση που θα είχε εκτός πρακτορείου, ακόμα και βασιζόμενη στον εαυτό της, θα ήταν καλύτερη». Έτσι κι έγινε. Το Bode Agency πήρε σάρκα και οστά μερικά χρόνια μετά. Όταν πήρε το πτυχίο στα χέρια της.

«Άρχισα να σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή δεν θα είμαι για πάντα μοντέλο. Το σκέφτηκα ως full time job. Δεύτερον, υπήρχε πίεση από την οικογένεια ότι μετά τις σπουδές θα έπρεπε να κάνω μεταπτυχιακό, αλλά δεν ήταν κάτι που ήθελα να ακολουθήσω. Παράλληλα, ένιωθα ότι θέλω να δουλεύω για τον εαυτό μου, να κρατάω τις καλύτερές μου ιδέες για εμένα και όχι να πάω να δουλέψω για κάποιον άλλον. Ένιωθα ότι είμαι ένα creative άτομο που μπορώ να στήσω κάτι για εμένα. Η ιδέα αυτή για το bode πήρε μορφή σε λιγότερο από τρεις εβδομάδες.

Δεν το είχα ξανασκεφτεί ποτέ τα προηγούμενα 5 χρόνια που έκανα αυτή τη δουλειά, ότι θα δημιουργήσω κάποια στιγμή το δικό μου plus-size πρακτορείο μοντέλων στην Ελλάδα.

Ξαφνιάστηκα με τον εαυτό μου που δεν το είχα σκεφτεί νωρίτερα γιατί ένιωθα ότι μου ταιριάζει τόσο πολύ. Ότι μπορώ να κάνω πολλά πράγματα. Με τα κορίτσια που συνεργάζομαι είμαι πολύ κοντά ηλικιακά και θεωρώ ότι έχουμε μια πάρα πολύ ωραία επαφή, γυναικεία αλληλεγγύη για τα πάντα.

Δίνω ευκαιρίες σε πολλά κορίτσια. Πάντα.

Η επιχείρηση έχει τη δική μου υπογραφή. Όλη μου η οικογένεια ήταν πάντα υπάλληλοι για κάποιον άλλο. Δούλευαν για κάποιον άλλον. Δεν είχαμε επιχειρηματίες. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω ως μοντέλο freelancer, είχα σπαζοκεφαλιάσει με τη γραφειοκρατία και τα λογιστικά. Τα έμαθα όλα μόνη μου. Το πιο δύσκολο κομμάτι αυτό είναι.

Το εκπαιδευτικό σύστημα σού μαθαίνει τα πάντα για το πώς να σκέφτεσαι ομαδικά. Για το πώς να εντυπωσιάσεις έναν εργοδότη, πώς να χτίσεις ένα καλό βιογραφικό και το ίδιο γίνεται και στο πανεπιστήμιο.

Ποτέ κανείς δεν θα σου εξηγήσει βασικούς οικονομικούς κανόνες. Το πώς λειτουργεί το σύστημα της Ελλάδας για έναν ελεύθερο επαγγελματία. Τα βασικά πράγματα ήταν τα πιο δύσκολα που με απασχόλησαν από την πρώτη μέρα που αποφάσισα ότι θα γίνω ελεύθερη επαγγελματίας. Κάτι που με απασχόλησε έντονα ήταν το πώς θα κοστολογήσω τον εαυτό μου και την αξία μου.

Εμάς τις γυναίκες μάς έχουν μάθει να υποτιμάμε την αξία μας.

Ένας άντρας θα πει το ποσό του και όλοι θα το δεχτούν χωρίς ερωτήσεις. Για μια γυναίκα είναι σχεδόν ντροπή να κοστολογεί την αξία της. Τον πρώτο καιρό ντρεπόμουν να πληρωθώ από τους εργοδότες μου για μια δουλειά που έκανα και την έκανα και σωστά και καλά καλά. Ξεκάθαρα υπάρχει αυτή η ιδεολογία.

Πράγματα που μας κάνουν εμάς πλήρεις και χαρούμενους, θα μας κάνουν να ξεχωρίσουμε στη δουλειά μας και να δείξουμε ένα εταιρικό χαρακτήρα.

Το να βρει μια κοπέλα την ταυτότητά της είναι το παν. Θεωρώ πολύ σημαντικό να βρει κανείς εκείνα τα στοιχεία που θα κάνουν εσένα και την επιχείρησή σου να ξεχωρίσει. Η προσωπική σου αισθητική και οι απόψεις σου μετράνε και πρέπει να τα δείξεις. Το ότι εγώ προσωπικά έλεγα την άποψή μου μέσα από το επαγγελματικό/προσωπικό μου προφίλ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανέλιξή μου. Να μην φοβούνται να αξιοποιήσουν δωρεάν εργαλεία που υπάρχουν ή εργαλεία τα οποία μπορούν να είναι ιδιαίτερα φτηνά.

Για παράδειγμα εγώ το site μου το έχω φτιάξει μόνη μου και δεν ντρέπομαι να το πω. Επίσης το λογότυπό μου το έφτιαξα μόνη μου σε μια εφαρμογή στο κινητό.

Ειδικά στην αρχή, το DIY είναι χρήσιμο και πολύτιμο.

Όπως είπαμε, είμαστε η νέα γενιά και άμα δεν έχεις και το οικονομικό 100%, εντάξει κάπως πρέπει να τα κάνεις μόνος σου».

Gen Ζ girlboss: Η Γιώτα Κώρου είναι 26 χρόνων και έχει δική της σχολή ονυχοπλαστικής

Η Γιώτα Κώρου ασχολείται επαγγελματικά με τα νύχια τα τελευταία 9 χρόνια και παρόλο που είχε στο μυαλό της να ανοίξει το δικό της nail bar, τελικά ο δρόμος την οδήγησε στην ίδρυση της δικής της σχολής, η οποία παρέχει βασική εκπαίδευση και μετεκπαιδευτικά προγράμματα σε μια επαρχιακή πόλη της Κορίνθου, το Κιάτο. Και πάει πολύ καλά. Πλέον, η ίδια δουλεύει ως εκπαιδευτικός και δεν κάνει καθόλου νύχια στο σπίτι απ’ όπου και είχε ξεκινήσει. Παράλληλα διατηρεί και το δικό της κατάστημα ακριβώς δίπλα στη σχολή της, καθώς είναι αντιπρόσωπος μιας συγκεκριμένης εταιρείας με προϊόντα νυχιών που συνεργάζεται.

«Η απόφαση να ανοίξω τη δική μου σχολή προέκυψε από τη σχολή ονυχοπλαστικής που είχα πάει κι εγώ. Αντιλήφθηκα πόσα σεμινάρια έπρεπε να κάνω σε ό,τι περιοχή μπορείς να φανταστείς. Δεν υπήρχε αρκετή μετεκπαίδευση, αλλά ούτε και βασική εκπαίδευση εδώ. Ήθελα να ανοίξω μια σχολή κάπου ενδιάμεσα στην περιφέρεια της Κορίνθου ώστε να έχω κόσμο από Ακράτα, Αίγιο και άλλες διάφορες περιοχές τριγύρω, ώστε να παρέχω κάτι παραπάνω και όχι εξ αποστάσεως.

Γενικά, δεν δυσκολεύτηκα να ανοίξω τη σχολή. Επειδή είναι σεμιναριακό κέντρο, δεν είναι καθόλου δύσκολο να το ανοίξεις. Δεν είχα κάποια ιδιαίτερη δυσκολία, εκτός από το οικονομικό. Ήταν μια πολύ μεγάλη επένδυση γιατί ήθελα να την εξοπλίσω πλήρως ώστε να μην λείπει τίποτα από κανέναν μαθητή.

Ο στόχος μου ήταν πολύ ρεαλιστικός. Είχα πει ότι και ένα άτομο να μπορώ να εξυπηρετήσω σε κάθε τμήμα, θα είναι μια χαρά. Ανταγωνισμός υπάρχει γιατί υπάρχουν κάποιες σχολές που είναι περισσότερα χρόνια από εμένα και δεν είναι δύσκολο να σε εμπιστευτεί και ο άλλος.

Μπορεί να μην θυσίασα κάτι αλλά πήρα το ρίσκο.

Θα μπορούσα να ανοίξω μαγαζί με νύχια, γιατί είχα στρωμένη πελατεία και στρωμένη δουλειά, όμως εγώ αποφάσισα να κάνω κάτι εντελώς διαφορετικό και ξαφνικά να ανοίξω μια σχολή στο Κιάτο, ούτε καν στην Κόρινθο. Εγώ ήθελα να είμαι εδώ.

Ναι μεν είναι δύσκολο να ανοίξεις κάτι στα 20s γιατί ακόμα ψάχνεις να βρεις τον εαυτό σου και αυτό που θέλεις να κάνεις μελλοντικά. Ωστόσο, εγώ ήμουν σίγουρη. Έλεγα ότι δεν θα κάτσω για πάντα στο σπίτι να κάνω νύχια.

Ήξερα καλά τη δουλειά μου και ήμουν σίγουρη για τον εαυτό μου. Δεν σου λέω ότι ήμουν τέλεια, αλλά ήξερα ότι είμαι πολύ καλή στη δουλειά μου.

Ήξερα ότι μπορώ να είμαι καλή σαν εκπαιδεύτρια. Γι’ αυτό και όσο μπορούσα μάζευα γνώσεις και να κάνω όσες περισσότερες σπουδές. Πέρα από το οικονομικό, δεν έχεις να αγχωθείς για κάτι, άμα είσαι σίγουρη για τον εαυτό σου. Κανένα μαγαζί δεν ανοίγει, βάζει το κλειδί στην πόρτα και ξαφνικά έχει κόσμο. Θέλει σταδιακό χτίσιμο και προσπάθεια.

Nailtales Academy, Σικυώνος 1, 4ος όροφος

Gen Z girlboss: Η Séblé Bailly du Bois είναι 25 και φτιάχνει δικές της τσάντες

Η Séblé Bailly du Bois είναι 25 χρονών. Γεννήθηκε στην Αιθιοπία και υιοθετήθηκε στην ηλικία των 3. Μεγάλωσε στην Ελλάδα με τον αδελφό της και την μητέρα της που είναι Γαλλίδα. Τελείωσε το δημοτικό και ολοκλήρωσε τα πρώτα χρόνια του γυμνασίου σε ελληνικό σχολείο και έπειτα αποφοίτησε από το Γαλλικό λύκειο στην Αγία Παρασκευή. Ύστερα, ξεκίνησε με ένα διπλό Bachelor στη Λυόν, πάνω στο διεθνές εμπόριο και το μάρκετινγκ και έπειτα ο δρόμος της την έβγαλε στο Άμστερνταμ, όπου συνέχισε τις σπουδές της με ένα μεταπτυχιακό πάνω στη βιώσιμη μόδα και την επιχειρηματικότητα. Την άνοιξη του 2020 και ενώ έκανε ακόμη το μεταπτυχιακό της, η σχολή έκλεισε λόγω της πανδημίας και τα μαθήματα συνεχίστηκαν διαδικτυακά. Επέστρεψε, λοιπόν, στην Αθήνα με ένα μικρό βαλιτσάκι πιστεύοντας πως θα κάτσει μόνο 2-3 βδομάδες και τη δεδομένη στιγμή βρίσκεται ακόμα εδώ. Η πρώτη καραντίνα ήταν αναμφισβήτητα μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους της ζωής της, όπου μεταξύ άλλων ξεκίνησε και την εταιρία Bailly du Bois. Αυτή είναι η ιστορία της.

«Η ιδέα του Bailly du Bois, ξεκίνησε όταν ακόμη έκανα το μεταπτυχιακό μου, όπου για την πτυχιακή μάς ζητούνταν να δημιουργήσουμε μια νοητή εταιρεία η οποία να παρέχει είτε προϊόντα είτε κάποια υπηρεσία σε σχέση με τον χώρο της μόδας και με βασικό άξονα τη βιωσιμότητα. Λάτρης του δέρματος και με μεγάλο σεβασμό προς το περιβάλλον, μού φάνηκε πως ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση το να βρω τρόπο να τα συνδυάσω σε ένα από τα πιο κοινά και καθημερινά αξεσουάρ που υπάρχουν: Τις τσάντες.

Σίγουρα ήμουν ακόμη πιο μικρή όταν ξεκίνησα την εταιρεία μου, αλλά πιστεύω πως όσο πιο νέος είναι κανείς τόσο πιο εύπλαστο και απορροφητικό είναι το μυαλό του.

Μαθαίνεις πιο γρήγορα, αλλά μπορείς και να προσαρμόζεσαι στις ανάγκες και τις αλλαγές του οικοσυστήματος της εταιρείας σου.

Το concept της Bailly Du Bois, είναι το να προσφέρει δερμάτινες τσάντες, υψηλής ποιότητας και αισθητικής, φτιαγμένες με τρόπο υπεύθυνο ως προς το περιβάλλον, τον καταναλωτή, αλλά και τον τεχνίτη. Το δέρμα είναι ένα υλικό με τρομερά πλεονεκτήματα. Ανθεκτικότητα, υφή, μυρωδιά, όψη και αν και φυσικό, είναι πολύ παρεξηγημένο στις μέρες μας.

Αυτό, όμως, που πολλοί δεν αντιλαμβάνονται είναι πως το πιο νοσηρό κομμάτι στην παραγωγής του δέρματος, δεν είναι το δέρμα σαν πρώτη ύλη, αλλά οι τρομερά χημικές διαδικασίες από τις οποίες περνάει για να βαφτεί.

Αν και τα πιο πατροπαράδοτα βυρσοδεψεία χρησιμοποιούν χημικές βαφές που περιέχουν βαρέα μέταλλα, οι παραγωγοί με τους οποίους συνεργάζομαι χρησιμοποιούν φυτικές βαφές, με αποτέλεσμα τα τελικά προϊόντα να μην είναι ποτέ ίδια αλλά πάντα μοναδικά.

Πηγή έμπνευσής μου είναι η συνεχής αναζήτηση της ύπαρξής μου: Ποια είμαι, από πού έρχομαι, πού ανήκω.

Το όλο ταξίδι με την εταιρεία μου είναι και μια μεγάλη διαδικασία ανασκόπησης και μέσα από τη προέλευση των υλικών, τις επιρροές στα σχέδια, τα χρώματα, τις λεπτομέρειες, μοιράζομαι την ιστορία μου. Για παράδειγμα, το δέρμα που χρησιμοποιώ είναι ελληνικής παραγωγής. Μεγάλωσα στην Ελλάδα, τα χερούλια αρκετών σχεδίων είναι από αφρικανικό ξύλο. Γεννήθηκα στην Αιθιοπία, οι γραμμές των τσαντών είναι πάντα πολύ γεωμετρικές και φέρουν έναν γαλλικό μινιμαλισμό. Η μητέρα μου είναι Γαλλίδα.

Οι τσάντες για εμένα συμβολίζουν ένα δεύτερο σπίτι μακριά από το σπίτι.

Στην τσάντα του κανείς, πέρα από τα βασικά: κλειδιά, πορτοφόλι, κινητό μπορεί να έχει ένα σωρό άλλους θησαυρούς που μόνο αυτός που την κρατάει θα ξέρει. Από φυλαχτό, αγαπημένο κόκκινο κραγιόν, τυχερό στιλό ή καραμέλες, οι προτεραιότητες του καθενός είναι διαφορετικές. Η τσάντα προσφέρει την σιγουριά του να ξέρεις πως έχεις μαζί σου όλα όσα θα χρειαστείς μες την ημέρα, πως είσαι “ασφαλής”. Δεν έχω βρει κάποιο άλλο προϊόν το οποίο να ταιριάζει πρακτικότητα, ασφάλεια, στιλ τόσο εύκολα.

Δυσκολίες αντιμετωπίζουμε όλοι, ανεξαρτήτως του κλάδου και πόσο μάλλον σε νέα ξεκινήματα.

Ξεκίνησα το όλο project εν μέσω καραντίνας, με μηδενικό budget και μάτια γεμάτα αστεράκια και όνειρα.

Σαν μαύρη και νέα επιχειρηματίας (ήμουν 22 όταν ξεκίνησα) πολλοί ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να με ξεγελάσουν, περιγελάσουν και να με αποθαρρύνουν.

Ήμουν τυχερή όμως, και στο δρόμο μου βρέθηκε ο κύριος Κώστας, τεχνίτης δέρματος, που με έμαθε όσα ξέρω για το δέρμα και τις τσάντες και πάντα είχα τη σταθερή και ατσάλινη υποστήριξη των δικών μου.

Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν πολύ θερμή, έδειξαν ενδιαφέρον όχι μόνο στις τσάντες μου, αλλά και στο ποια είμαι, την ιστορία και όλα όσα πρεσβεύω μέσω της δουλειάς μου. Είναι άλλωστε και κάτι το οποίο μου δίνει τρομερή δύναμη σε δύσκολες στιγμές.

Γενικά η Ελλάδα δεν ευνοεί τους νέους επιχειρηματίες πόσο μάλλον όταν είσαι και γυναίκα.

Παρόλα αυτά, υπάρχουν πάντα άνθρωποι οι οποίοι θα σου απλώσουν ένα χέρι βοήθειας. Και αν και θα έλεγα πως δεν είναι εύκολο να ανοίξει μια κοπέλα τη δική της επιχείρηση στα 20s της, δεν είναι ακατόρθωτο. Ένας καλός λογιστής είναι απαραίτητος, όπως και το να πλαισιώνεται από υποστηρικτικούς ανθρώπους οι οποίοι θα πιστεύουν σε εκείνη πολύ παραπάνω και απ’ όσο πιστεύει η ίδια.

Η κάθε κοπέλα που θέλει να ξεκινήσει την επιχείρησή της πρέπει να ακούει τον εαυτό της και να σέβεται τους φόβους της χωρίς να αφήνει να την καταβάλλουν.

Η Séblé Bailly du Bois κατέληξε με ακόμα μερικά της tips για όσες Gen Z κοπέλες θέλουν να ξεκινήσουν κάτι δικό τους:

  • Να μην φοβάσαι τα “λάθη” γιατί αυτά είναι που κάνουν την επιτυχία.
  • Η ηλικία είναι προσόν σου, έχεις χρόνο και μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής
  • Ένα δυνατό επιχειρηματικό και οικονομικό πλάνο
  • Καλούς και έμπιστους συνεργάτες
  • Να επενδύεις συνεχώς στο μάρκετινγκ
  • Να μην φοβάσαι να πετύχεις

Θα ήθελα μέσα από το έργο μου να προσφέρω και να μοιραστώ την αγάπη και την υποστήριξη που έχω λάβει.

Η ζωή μου ξεκίνησε δύσκολα, χωρίς γονείς και σε μια πολύ φτωχή χώρα. Οι συνθήκες του ορφανοτροφείου είναι βίαιες και άδικες για ένα τόσο μικρό παιδάκι. Αλλά όλα μου τα βιώματα είναι εκείνα που με παροτρύνουν να μάχομαι και να επιδιώκω το καλύτερο, το ακατόρθωτο.

Ελπίζω μια μέρα να αφήσω ιστορία στο χώρο της μόδας και από το ξυπόλυτο κοριτσάκι που έτρεχε στις αλάνες της Αντίς Αμπέμπα να γίνω η Αφροελληνογαλλίδα σχεδιάστρια που οργώνει την εβδομάδα μόδας της Νέας Υόρκης.»