Η Ρένια Λουιζίδου ξέρει ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να αλλάξει ο ηλικιακός ρατσισμός
- 23 ΙΟΥΛ 2025

Μία γυναίκα με πορεία χρόνων στο θέατρο, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο. Ένα πρόσωπο που έχει συνδεθεί με μερικούς από τους πιο δυναμικούς, αξιαγάπητους, αξέχαστους χαρακτήρες της ελληνικής μυθοπλασίας. Μία ηθοποιός που το θέατρο της έδωσε την ευκαιρία να δοκιμαστεί σε όλα τα είδη και η φιλοδοξία της να κατευθύνεται όχι τόσο σε έργα και ρόλους, όσο σε συνεργασίες. Η Ρένια Λουιζίδου ήθελε πολύ να συνεργαστεί με τον Γιάννη Σκουρλέτη. Στο 70ο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου η επιθυμία της έγινε πραγματικότητα.
Λίγο πριν βρεθεί στη σκηνή του Μικρού Θεάτρου Αρχαίας Επιδαύρου για να ερμηνεύσει τον μονόλογο Δεξιά της Κοίτης, του Γιάννη Παλαβού, η Ρένια Λουιζίδου μιλάει στο LadyLike για την αγάπη που μοιάζει πολύ με την ευθύνη, την κοινωνική πίεση στην οποία προσπαθεί να αντιστέκεται, στο χρέος της να βάζει το δικό της λιθαράκι για να διορθώνει όσα θεωρεί λάθη αλλά και στα λάθη που έχει εντοπίσει να έκανε ως μαμά. Η Ρένια Λουιζίδου δεν ψάχνει να βρει δικαιολογίες για τις συμπεριφορές της στα ένστικτα. Προσπαθεί να γίνεται καλύτερη. Και νομίζω ότι τα καταφέρνει.
– Ποια είναι τα συναισθήματα πριν βρεθείτε σχεδόν μόνη σε ένα εμβληματικό αρχαίο θέατρο;
Δεν θα είμαι μόνη. Είναι πολύ «σχεδόν», ευτυχώς. Υπάρχει προσμονή και φόβος μαζί. Πάντα το να ερμηνεύουμε στα δύο θέατρα της Επιδαύρου, είναι μία στιγμή που και περιμένουμε και φοβόμαστε. Παρότι υπάρχει πάντα το δέος, έχει και κάτι εξαιρετικά φιλόξενο αυτός ο τόπος. Στα θέατρα της Επιδαύρου πάντα έχεις μία αίσθηση ότι είναι κάτι μεγαλύτερο από σένα. Είναι ένα μέγεθος που δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν το αντιλαμβάνεσαι.
Η παράσταση μας δε είναι μια πολύ ιδιαίτερη συνθήκη. Τον πρώτο μονόλογο, Δεξιά της Κοίτης, τον ερμηνεύω εγώ και τη Συνεδρία Πολέμου ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης. Υπάρχει κι ένας χορός χορευτών και μουσικών που συνδέει τους δύο μονολόγους, που είναι με διαφορετική θεματική. Ο δικός μου θα έλεγε κανείς ότι είναι δραματικός και ο άλλος κωμικός. Το Δεξιά της Κοίτης, είναι σε κείμενο του Γιάννη Παλαβού και προέρχεται από τον Οιδίποδα επί Κολωνό. Ο μονόλογος που ερμηνεύει ο Χάρης, ο συμπαίκτης μου, προέρχεται από τη Λυσιστράτη.
Οπότε δεν έχω την αίσθηση της μοναξιάς που φοβόμουν ότι θα έχω. Μέχρι τώρα οι μονόλογοι ήταν και ένα εγχείρημα που σχεδόν απέφευγα. Και με φοβίζει και μου φαίνεται εξαιρετικά παράξενο να είσαι μόνος σου επάνω στη σκηνή. Αν για κάτι ανυπομονώ στις παραστάσεις είναι ακριβώς γι’ αυτό που ανταλλάσσεται με τους υπόλοιπους πάνω στη σκηνή πρωτίστως και δευτερευόντως με το κοινό. Είναι πολύ ειδική συνθήκη αυτή, όπως είναι πολύ ιδιαίτερες όλες οι δουλειές του Γιάννη Σκουρλέτη με τους Bijoux de Kant. Είναι πολυποίκιλες και με μεγάλο focus στο εικαστικό κομμάτι.
– Πόσο σημαντικό θεωρείται να συνομιλήσουν τα έργα του αρχαίου Δράματος με το σήμερα;
Πολύ. Είναι μία ενδιαφέρουσα ιδέα το γεγονός ότι το αναθέτει το Φεστιβάλ σε νέους Έλληνες λογοτέχνες και όχι συγκεκριμένα θεατρικούς συγγραφείς να εμπνευστούν από έναν αρχαίο μύθο και να δουν τι μπορούμε να φέρουμε στο σήμερα. Ο μύθος είναι απλώς μία αφορμή. Δεν προσπαθεί κανένας από αυτούς που γράφουν τα καινούργια κείμενα να ανασυνθέσει κάτι στα χνάρια του αρχαίου κειμένου. Θα ήταν και αφελές. Η ιδέα έρχεται από το αρχαίο κείμενο.
Στη δική μου περίπτωση στο Δεξιά της Κοίτης του Γιάννη Παλαβού, που είναι εμπνευσμένο από τον Οιδίποδα επί Κολωνό, η ιστορία είναι ενός οργανοπαίχτη, κλαρινιτζή μέγα, που υπήρξε προσωπικότητα και «σταρ» της περιοχής και συνδετικός κρίκος για την τοπική κοινωνία. Και βρίσκεται έκπτωτος, διωγμένος μετά από ένα φονικό από την πόλη του, περιπλανώμενος και σχεδόν τυφλός, αυτοτιμωρημένος σαν τον Οιδίποδα, με μόνο σύμμαχο και συμπαραστάτη του πια την κόρη του, ας πούμε την Αντιγόνη. Είναι ο μόνος άνθρωπος που έμεινε κοντά του να τον συνδράμει και να του συμπαρασταθεί στο ταξίδι αυτό της αυτογνωσίας του.
Εμφανώς προέρχεται από τον Οιδίποδα επί Κολωνό, λοιπόν, αλλά με ένα εξ ολοκλήρου νέο κείμενο που αφηγείται μία εντελώς καινούργια ιστορία κρατώντας ωστόσο τον πυρήνα και τις προβληματικές, που ο Γιάννης Παλαβός διέκρινε στο αρχαίο έργο.
– Καταφέρνει η κόρη να κατανοήσει αυτόν τον σύγχρονο, διαφορετικό Οιδίποδα;
Το καταφέρνει η αγάπη και η αφοσίωση. Δεν είναι μία πράξη, μία απόφαση που μπορεί κανείς να την εκλογικεύσει. Είναι η αίσθηση της ευθύνης και του χρέους, που οδηγείται όμως από την αγάπη και την αφοσίωση στο ότι όταν ένας άνθρωπος πέφτει κάποιος πρέπει να είναι δίπλα του για να τον βοηθήσει να σηκωθεί και να συνεχίσει.
– Ως μαμά εσείς έχετε συγχωρήσει τον εαυτό σας για λάθη που μπορεί να έχετε κάνει;
Ελπίζω ότι δεν έχω κάνει τόσο τραγικά λάθη, δηλαδή αυτά που χρειάζονται πραγματική συγχώρεση. Έχω αναγνωρίσει όμως πολλά μικρά και επιμέρους λάθη, ελπίζω όχι καθοριστικά.
«Είναι αδύνατον στην πορεία της γονεϊκότητας να μην λαθέψεις γιατί δεν υπάρχει manual. Όποιος κι αν είσαι θα δημιουργήσεις επιρροές κι επιπτώσεις στον άνθρωπο που μεγαλώνεις».
– Λάθη των δικών σας γονιών προσπαθήσατε συνειδητά να αποφύγετε;
Όχι τόσο των γονιών μου ως πρόσωπα, λάθη όμως της γενιάς αυτής και της νοοτροπίας με την οποία μεγάλωσε εμάς και που διαπιστώνουμε στην ενήλικη ζωή μας κι εμείς ότι δεν λειτούργησαν, προσπάθησα να τα αλλάξω. Τώρα αν πέτυχα θα πρέπει να ρωτήσετε τον γιο μου, όχι εμένα.
– Ήταν σημαντική η αποδοχή; Όχι μόνο της μαμάς προς το παιδί που είναι και σχεδόν δεδομένη…
Μην το λέτε και βλέπουμε τόσα πράγματα. Έχουμε τώρα στην επικαιρότητα μία μαμά με πέντε παιδιά νεκρά από τα χέρια της. Μην μιλάμε με πολύ μεγάλη σιγουριά γι’ αυτά και δεν είναι και το μόνο που έχουμε δει τελευταία. Είναι ένας αγώνας καθημερινός που πρέπει να κερδίζεται μάλλον. Δεν ξέρω δηλαδή τι έρχεται αυτόματα και μόνο με το ένστικτο. Κι εγώ αρχίζω μεγαλώνοντας και το αμφισβητώ.
«Πολύ εύκολα μιλάμε για το μητρικό ένστικτο που πολλές φορές δεν απαντάται γύρω μας. Δεν μας δικαιολογεί η λειτουργία του ενστίκτου, που την βάζουμε πολλές φορές μπροστά. Πάντα υπάρχει περιθώριο να σκεφτείς, να ψάξεις και να κάνεις τα πράγματα καλύτερα απ’ ό,τι μόνο το ένστικτο σού υποδεικνύει».
– Εσείς δεν προσπαθείτε να δικαιολογήσετε τον εαυτό σας;
Προσπαθώ να είμαι πρωτίστως με τον εαυτό μου αυστηρή γιατί μόνο έτσι αισθάνομαι ότι θα έχω δικαίωμα να ζητήσω και από τους άλλους κάποια πράγματα όπως τα νομίζω σωστά. Αν πρώτα δεν στριμώξεις τον εαυτό σου στη γωνία και δεν τον περάσεις ακτινογραφία, πώς θα γίνει; Το άλλο είναι εύκολο, να ζητάς μόνο από τους άλλους.
– Αυτή η αίσθηση της προσωπικής ευθύνης έρχεται με την ωριμότητα ή πάντα είχατε αυτή τη στάση;
Δεν έχω ιδέα. Μπορεί να είναι ο χαρακτήρας, μπορεί ο τρόπος που μεγάλωσα. Νομίζω παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο αυτό που λέμε «αγωγή από το σπίτι». Αυτά τα πράγματα στα οποία όπως λέγαμε πριν σε επηρεάζουν οι γονείς σου, που θέλοντας και μη σου δείχνουν έναν τρόπο να βλέπεις τον κόσμο. Από εκεί και πέρα έχεις το δικαίωμα και τη δυνατότητα μεγαλώνοντας να τον αμφισβητήσεις, να τον αποδεχτείς ή να κρατήσεις ένα μέρος του και να αλλάξεις τα υπόλοιπα. Μεγαλώνοντας τους βλέπω τους γονείς μου πάνω μου, παρότι έχω κάνει μεγάλο ξεσκαρτάρισμα. Το να έχω το θάρρος της γνώμης μου και η ανάληψη της ευθύνης είναι πράγματα με τα οποία με πότισαν απ’ όταν ήμουν παιδί και φαίνεται δεν τα ξεπέρασα μεγαλώνοντας.
– Είστε άνθρωπος που αναλαμβάνει και την ευθύνη του δημόσιου λόγου του μιλώντας για άβολα πράγματα, όπως ο ηλικιακός ρατσισμός για παράδειγμα…
Γίνεται θα έλεγα συνειδητά αυτό. Πράγματα που πιστεύω ότι είναι λάθος και εφόσον με ρωτούν- γιατί δεν θα βγάλω ποτέ μόνη μου ένα πλακάτ στον δρόμο να ξεκινήσω την επανάσταση- αισθάνομαι ότι και πάλι οφείλω να πω αυτό που εδώ θεωρώ αλήθεια. Όταν περιμένεις κάτι να αλλάξει, και μέσα σου το έχεις ήδη χαρακτηρίσει ως λάθος ή αρνητικό, τότε – αν σου δοθεί η ευκαιρία να συμβάλεις έστω και με ένα μικρό λιθαράκι σε αυτή την αλλαγή – νομίζω πως οφείλεις να το κάνεις. Είναι θέμα ευθύνης και πάλι.
– Πιστεύετε ότι είμαστε κοντά σε μία τέτοια αλλαγή;
«Νομίζω ότι είμαστε πολύ μακριά για ένα εκατομμύριο λόγους. Ανάμεσα σε αυτούς είναι το γεγονός ότι οι ίδιες οι γυναίκες, έχουμε πολλά χρόνια πίσω μας με αυτό που λέμε -κι έχουμε σιχαθεί να ακούμε- πατριαρχία. Είμαστε εμποτισμένες όπως και οι άντρες από αυτό».
Αν δεν γίνει πρώτα βίωμα σε μας τις γυναίκες αυτό, πώς μπορούμε να περιμένουμε να αλλάξει ή να αλλάξουν οι άντρες που είναι και καλύτερα βολεμένοι στο φινάλε μέσα σε αυτό;
Πιστεύω ότι εμείς οι ίδιες έχουμε πολύ δρόμο να κάνουμε ακόμα πριν ζητήσουμε από την κοινωνία και τους άντρες την αλλαγή. Και στον τρόπο που στεκόμαστε απέναντι στην άλλη, στον τρόπο που αφήνουμε την κοινωνική πίεση να μας στριμώξει και να μας επηρεάσει. Γιατί υπάρχει αυτή η κοινωνική πίεση και είναι παντού. Δεν το λέω κατηγορώντας, ρεαλιστικά όμως είναι πολύ δύσκολο. Είναι παντού. Στις διαφημίσεις, στα νούμερα των ρούχων, στα μαγαζιά, στην ατέλειωτη καταναλωτική παλέτα με το τι πρέπει να ψωνίσει μια γυναίκα για μπορεί να βγει στην κοινωνία. Είναι μια πραγματικότητα γύρω μας, ένα οικονομικό σύστημα που ποντάρει σε αυτό.
Κι είναι και ατελείωτα αυτά που καταναλώνουμε μανιωδώς. Τη μία μέρα παίρνεις αυτό για τα χείλη, την άλλη το άλλο για το πηγούνι, την τρίτη κάτι για τα αυτιά, την τέταρτη ένα για το πίσω μέρος του λαιμού. Είναι ολοφάνερο, και δεν βγάζω τον εαυτό μου απέξω, σου’ ρχεται από παντού. Αλλά καταλαβαίνω ότι όταν είσαι (σ.σ. Ως γυναίκα) ένα τόσο ωραίο, ζουμερό και καταναλωτικό κομμάτι, δεν πρόκειται αυτό το πράγμα να σε αφήσει να φύγεις από αυτόν τον φαύλο κύκλο. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να προσπαθείς να στριμώχνεις συνέχεια τον εαυτό σου, να μπορείς να μην ξεχνάς λιγάκι να αντιστέκεσαι. Γι’ αυτό λέω ότι είμαστε μακριά ακόμα. Ακόμα δεν μπορούμε να βρούμε αυτή τη μικρή αντίσταση.
– Ακούγεται πεσιμιστικό αλλά μοιάζει ρεαλιστικό..
Τις περισσότερες φορές τη στιγμή που το συνειδητοποιώ αισθάνομαι και κορόιδο που είμαι μπλεγμένη, αλλά είναι η αλήθεια. Κι αφού δεν μπορώ να πάρω τα βουνά και να πάω κάπου που θα μπορούσα να βρεθώ απέναντι με τον εαυτό μου χωρίς όλη αυτή την υποστήριξη γύρω μου από κρέμες, κομμωτήρια, μασάζ, πιλάτες, γιόγκα και τα χίλια μύρια που χρειάζομαι με βάση αυτό που μου λέει η κοινωνία γύρω μου για να τρώγομαι μετά τα πενήντα, κι είμαι εδώ στη μέση με ένα επάγγελμα που το φουντώνει αυτό το φαινόμενο κι ακόμα παραπάνω, τι μπορώ να κάνω για να επιβιώσω με τα δεδομένα που έχω στα χέρια μου. Το μόνο που αισθάνομαι ότι αυτή τη στιγμή μπορώ να κάνω είναι λιγάκι να αντιστέκομαι, ελπίζοντας ότι η επόμενη γενιά θα πάει ένα βήμα παρακάτω κ.ο.κ. Αλλά όσο συμφέρει την οικονομία, δεν μπορεί να αλλάξει. Δυστυχώς, ζούμε αυτούς τους καιρούς.
– Επιστρέφοντας στο Δεξιά της Κοίτης. Ήταν ανάγκη σας να κάνετε κάτι δραματικό;
Δεν αισθάνομαι πια καθόλου ότι μου έχει λείψει κάτι τέτοιο. Οι ευκαιρίες που μου έχουν δοθεί στο θέατρο μου έχουν καλύψει απολύτως την όποια επιθυμία να μην μείνω στενά σε ένα είδος. Είναι πολλά χρόνια τώρα, που δεν θεωρώ ότι το κυνηγάω πια, ερχεται μόνο του και έρχεται μια χαρά, οπότε πρέπει να έρθει.Ούτε μου λείπει, ούτε ούτε το κυνηγάω, ούτε το έχω σαν καημό. Εγώ. Ήθελα να δουλέψω με τον Γιάννη Σκουρλέτη. Μου άρεσαν οι δουλειές του, οι δουλειές της Bijoux de Kant.
Είμαι πια σε μία φάση, μετά από πολλά χρόνια στη δουλειά, που μπορώ να διαλέγω περισσότερο τα πρόσωπα και τις συνεργασίες, δεν έχω φιλοδοξίες πάνω σε έργα και ρόλους. Έχω καταλάβει πια περί τίνος πρόκειται η δουλειά μου και ειλικρινά δεν έχει να κάνει με αυτά. Μπορεί να παίξεις το έργο των ονείρων σου σε ένα λάθος περιβάλλον και να είναι η απόλυτη καταστροφή. Και μπορεί από κάτι που ούτε το είχες σκεφτεί να βρεθείς σε κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον επειδή τα πρόσωπα είναι τέτοια.
– Πώς θα συνδεθούν οι δύο μονόλογοι σε μία παράσταση;
Αυτό θα πρέπει να το δείτε για να το καταλάβετε. Υπάρχει μία σύνδεση που προκύπτει από την αντίθεση του παρελθόντος με το παρόν. Το Δεξιά της Κοίτης αναφέρεται σε έναν κόσμο που φεύγει και η Συνεδρία Πολέμου σε έναν κόσμο που υπάρχει τώρα και που έρχεται.
– Και με συνδετικό κρίκο τις ανθρώπινες σχέσεις;
Τελικά εκεί καταλήγουν όλα. Άλλοτε άμεσα, άλλοτε έμμεσα, άλλοτε με τον έναν κι άλλοτε με τον άλλο τρόπο, πάντα ο άνθρωπος είναι στο κέντρο και οι σχέσεις που προσπαθούμε ματαίως να συνάψουμε μεταξύ μας.
– Η σύνδεση είναι το βάσανο όλων μας;
Η σύνδεση ναι. Γιατί ο καθένας μόνος του κάτι κάνει. Να συνυπάρξουμε δυσκολευόμαστε.
– Και το να εξελισσόμαστε μαζί…
Αυτό είναι το επόμενο βήμα. Γιατί οι άνθρωποι μπορούν μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή της ζωής τους να βρεθούν κοντά και να επικοινωνήσουν, αλλά η ζωή είναι μία μεγάλη πορεία και αυτά τα ερωτήματα τα πετάει: Κοιτάνε προς την ίδια κατεύθυνση; Βαδίζουν προς την ίδια κατεύθυνση; Εξελίσσονται και αλλάζουν με την ίδια ταχύτητα; Γιατί δεν γίνεται να μην αλλάξεις, δεν είναι εφικτό και δεν ξέρω αν είναι και σωστό.
«Συνηθίζουμε να το λέμε αρνητικά για κάποιον ότι αλλάζει μέσα στον χρόνο, αλλά δεν είναι. Δεν μπορεί να περνάει η ζωή και η εμπειρία που αφήνει πίσω και εσύ να ξεσκονίζεις τον ώμο σου και να συνεχίζεις σαν να μην συνέβη τίποτα. Σημαίνει ότι δεν επεξεργάζεσαι τίποτα».
Info: Δεξιά της κοίτης, Συνεδρία πολέμου, Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου, 25 και 26 Ιουλίου στις 21:30, Εισιτήρια εδώ.