OPINIONS

Οι διακοπές μου τότε και τώρα

Διακοπές. Όταν ήμουν παιδούλα. Δύο ήταν τα τινά. Χωριό ή κάμπινγκ. Ας ξεκινήσω από το χωριό. Η μαμά μου κατάγεται από την Ποταμιά (ίσως αυτή που πάει το παπάκι, δεν ξέρω). Είναι στην Λακωνία. Πιο κάτω από την Σπάρτη. Και ναι εκεί έχω περάσει πολλά καλοκαίρια. Με παππούδες και τέτοια. Με την παρέα στην πλατεία, να μην μπορώ να περιμένω για το πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου, που ήταν κάπως ιδιαίτερη φάση γιατί και γιόρταζα και τρώγαμε και εκείνη την περίφημη γουρουνοπούλα στο χαρτί.

Με μπιρίτσα μαζί (εντάξει, εγώ έπινα κοακόλα βέβαια). Στις πλαστικές καρέκλες. Που με το ζόρι καθόμουν να σου πω την αλήθεια και αγωνιούσα να σηκωθώ να χορέψω γύρω γύρω σαν παλαβό κάτι καλαματιανά και τσάμικους που δεν ήξερα καλά καλά τα βήματα. Άλλες φορές καθόμασταν τα βράδια στο νεκροταφείο και λέγαμε σπούκι ιστορίες. Είχα και το ποδήλατό μου κι αλώνιζα τα δρομάκια μέχρι που βαριόμουν τις ρόδες και άρχιζα να τρέχω μέχρι να πέσω και να φάω τα μούτρα μου. Α δεν το φχαριστιόμουν αλλιώς. Καμιά φορά κατεβαίναμε στο Γύθειο για μπάνιο. Αλλά δεν με ένοιαζε και τόσο η θάλασσα γιατί είχα το χωριό.

Προσποιούμουν ότι δεν ήταν κανείς άλλος εκεί, ανακάτευα τον ασβέστη στον τενεκέ, σκούπιζα την αυλή, τάιζα τα πρόβατα και έμαθα τι σημαίνει αραποσίτι και κατώι.

Το πρώτο είναι το καλαμπόκι και το δεύτερο εκείνη η πάντα γεμάτη με τα σακιά αποθήκη που ήταν τόσο σκοτεινή που νόμιζα ότι έκρυβε κάποιο μυστικό σεντούκι ή κάποιο φάντασμα. Έκανα όμως και ζημιές. Έκοβα γεράνια και καμπανούλες και ζωγράφιζα τις ασβεστωμένες γλάστρες. Είχαμε βάλει και μια κούνια σε ένα δέντρο και αυτό ήταν η απογευματινή μου διασκέδαση. Και τα παγωτά φυσικά. Καμιά φορά έφευγα για να εξερευνήσω το χωράφι γύρω από το κοτέτσι κι ένιωθα ότι ήμουν πολύ μακριά κι όμως ήμουν μέσα σε ένα περιφραγμένο κτήμα.

 

Και όταν ψάχναμε αμμουδιά και δροσιές, οι δικοί μου έπαιρναν το τροχόσπιτο και τις σκηνές και κατεβαίναμε στο Μαυροβούνι, το κάμπινγκ στο Γύθειο. Πρέπει να ήμουν κοινωνικό κοριτσάκι, έχω φωτογραφίες με παιδάκια από εκεί που δεν θυμάμαι γιατί. Παίζαμε και τρέχαμε στα άσπρα βότσαλα (γαρμπίλια, όπως μου είπε πρόσφατα ένας φίλος ότι τα λένε). Είχα πέσει και είχα κάνει και ράμματα φυσικά. Και μια φορά πηγαινοερχόμουν πηδώντας πάνω από τους πασσάλους των σκηνών. Η μάνα μου ακόμη απορεί πώς και δεν μου είχε καρφωθεί κανένας στο πόδι.

Γενικά έτρεχα τα καλοκαίρια. Γι’ αυτό και είμαι μονίμως κουρασμένη πια.

Έτρωγα καρπούζι (κυρίως, άντε και σταφύλια) στα ξύλινα τραπέζια και καθόμουν σε εκείνες τις τόσο τέλειες λαστιχένιες καρέκλες. Το τροχόσπιτο ήταν το μικρό μας σπιτάκι στην εξοχή. Και δυο βήματα πιο κει, η θάλασσα. Με μια βουτιά έφτανα. Δεν πήγαινα πολύ βαθιά. Βασικά αποχωρίστηκα πολύ αργά τα μπρατσάκια μου για να είμαι ειλικρινής. Το κολύμπι δεν ήταν το φόρτε μου. Ήμουν πολύ καλή όμως στο χτίσιμο. Κάστρα να δουν τα μάτια σου. Και έκανα πάντα γύρω τους αυλάκια για να μπαίνει το νερό. Για να είναι προφυλαγμένα. Να μην γκρεμίζονται. Δεν πετύχαινε ποτέ τελικά.

Και μετά μεγάλωσα (λέμε τώρα). Και σταμάτησα να πηγαίνω διακοπές με τους δικούς μου. Δηλαδή πήγα και μερικές όταν ήμουν στην εφηβεία. Ερχόταν και η αδελφή μου από την Γερμανία ευτυχώς. Στη Μυτιλήνη, στην Λευκάδα, στη Σκιάθο. Τότε προσπαθούσα να τους ξεφύγω και να αρχίσω να έχω δικές μου ξεχωριστές αναμνήσεις.

Από το καράβι κιόλας που έπαιζα με τις ώρες παιχνίδια με κέρματα ή που καθόμουν στο κατάστρωμα όλη νύχτα μέχρι να πιάσουμε λιμάνι με νέους φίλους που έκανα εκεί, μέχρι κάτι βράδια που γυρνούσαμε στις μύτες των ποδιών γιατί είχαν κοιμηθεί οι μεγάλοι. Αργότερα ξεκίνησα τις διακοπές με τους φίλους και τα αμόρε. Και αυτές συνεχίζω μέχρι σήμερα.

 

Τούτες οι διακοπές είναι αλλιώς. Πέρασαν ίσως 20-25 χρόνια (πωπω) από το χωριό και από εκείνο το τροχόσπιτο και σήμερα δεν θέλω πια να τρέχω γύρω γύρω δρόμους και δρομάκια. Θέλω να αράζω στην παραλία με το βιβλίο και τον καφέ μου (ντεκαφεϊνέ, πόσο γέρασα θεοί), θέλω να ακούω μουσική και να κάνω ηλιοθεραπεία. Καμιά φορά δεν θέλω και τόσο ήλιο, γιατί με ενοχλεί. Όμως μου αρέσει ακόμη να εξερευνώ σημεία, όχι πια χωράφια αλλά παραλίες. Να βρίσκω αυτές με τα πιο γαλάζια νερά, αλλά με άμμο κάτω, όχι πέτρες και βλακείες. Θέλω να κάνω βραδινό μπάνιο και να πίνω κρασιά και ρακόμελα σε σοκάκια. Να γυρίζω τα ξημερώματα για να βλέπω την ανατολή ζαλισμένη και ευτυχισμένη.

Θέλω να τρώω καλαμαράκια σε ταβερνάκια κάτω από κληματαριές. Στα καλαμαράκια είχα μια αδυναμία από μικρή, να τα λέμε αυτά.

Πέρυσι στο Κουφονήσι πέρασα τόσο ωραία που σκέφτηκα μέχρι και σπίτι να αγοράσω εκεί για να πλέκω βραχιολάκια και να γράφω διηγήματα με θέα στο Αιγαίο και άλλα τέτοια γραφικά. Πήγα στην Αντίπαρο, στην Μήλο, στην Σύρο, στην Άνδρο, στην Σαντορίνη, την Αίγινα την έχω γυρίσει από πάνω μέχρι κάτω (δεν είναι και μεγάλη), γενικά πια προτιμώ τα νησιά. Ίσως φταίει το ότι δεν οδηγώ, ίσως και το ότι όταν ήμουν μικρή σπάνια παίρναμε καράβι για να πάμε διακοπές.

 

Αν μου έλεγες να διαλέξω ανάμεσα στο τότε και στο τώρα πραγματικά δεν ξέρω τι θα σου έλεγα. Το προφανές είναι το σήμερα. Όμως η ελευθερία του να είσαι παιδί δεν ανταλλάζεται με τίποτα. Κι ας είσαι με τους γονείς σου. Κι αν κάτι με έκανε να αμφιβάλλω για την ξενοιασιά των ενήλικων διακοπών μου είναι πως ενώ όταν ήμουν μικρή προσπαθούσα να ξεφύγω από το πρόγραμμα (και συχνά τα κατάφερνα), όταν μεγάλωσα άρχισα να το επιβάλλω μόνη μου στον εαυτό μου.

Στην Αθήνα, στο νησί ή μέσα στις παιδικές σας αναμνήσεις, όπου κι αν είστε, καλό σας υπόλοιπο καλοκαίρι.