OPINIONS

Ο Κωνσταντίνος Τζούμας, ο Νίκος Ζερβός και οι τηλεκανίβαλοι ένθεν κακείθεν

Γιάννης Νταρίλας/ Papadakis Press

Το 1986 ο Κωνσταντινος Τζούμας και ο Νίκος Ζερβός συνυπέγραφαν (μαζί και με τον Άρη Φωτιάδη) το σενάριο της ταινίας του δεύτερου, Τηλεκανίβαλοι. Η ταινία σατίριζε την κρατική ελληνική τηλεόραση πριν την εμφάνιση της ιδιωτικής. Κι έπειτα πέρασαν 36 χρόνια. Κι η ιδιωτική τηλεόραση βγήκε και βρήκε στα πρόσωπά τους τους ιδανικούς (;) συνεντευξιαζόμενους.

Το 2022 διανύουμε κι από τις πρώτες του ημέρες τα αυτιά μας πόνεσαν με τις δηλώσεις που παραχώρησε ο Κωνσταντίνος Τζούμας στο Πρωινό. Σχολιάζοντας την υποτιμητική ατάκα του Μητροπολίτη Κοζάνης, για τις γυναίκες, είπε το ασυγχώρητο: «Πιστεύω ότι οι γυναικοκτονίες στην Ελλάδα οφείλονται σε ένα βαθμό στη φλυαρία των γυναικών». Ο Νίκος Ζερβός, με τον οποίο ο Κωνσταντίνος Τζούμας έχει συνεργαστεί σε μερικές ταινίες, τον υπερασπίστηκε.

Μιλώντας στην εκπομπή Αυτό είναι Σαββατοκύριακο, ο σκηνοθέτης Νίκος Ζερβός είπε μεταξύ άλλων: «Δεν πιστεύω με τίποτα ότι ο Τζούμας εννοούσε πως είναι δικαιολογημένο να σκοτώνουμε μια γυναίκα γιατί μας πρήζει. Μπορώ να πω και εγώ κάτι ακραίο; Και εγώ μπορεί να έχω σκεφτεί όταν με πρήζει μια γυναίκα να την καρυδώσω, αλλά είναι σκέψη, δεν σημαίνει ότι την σκοτώνω. Είναι στα πλαίσια ενός καλαμπουριού. Γιατί απαγορεύεται να τα λέμε αυτά, επειδή δεν είναι politically correct; Θεωρώ αισχρό και ηλίθιο το να μην λέμε αυτά που σκεφτόμαστε».

Ο Κωνσταντίνος Τζούμας κλήθηκε να αναδιατυπώσει τη δήλωσή του από το Πρωινό, βγήκε έξαλλος μετά από αρκετή αναμονή, και είπε πως δεν ανακαλεί τίποτα. «Κάνω χιούμορ, άλλες φορές πολύ επιτυχημένο, άλλες φορές αφόρητο. Ανήκει στην κατηγορία αυτή, ότι δεν λέω τίποτα σπουδαίο», είπε ο Κωνσταντίνος Τζούμας. Εντωμεταξύ είχε κληθεί να μιλήσει γι’ αυτές τις δηλώσεις κι από άλλες εκπομπές, ενώ είχε ήδη πει στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, ότι έκανε μαύρο χιούμορ. «Είναι δυνατόν… Πρέπει να ξέρεις πολύ λίγο τον Τζούμα…», είχε σημειώσει εκεί.

Από άλλες εκπομπές κλήθηκε και ο Νίκος Ζερβός και κάπως έτσι, την Τρίτη, 11 Ιανουαρίου μίλησε στην κάμερα της εκπομπής Super Κατερίνα για τις δηλώσεις του Κωνσταντίνου Τζούμα ξανά, διαβεβαιώνοντας και πάλι το κοινό ότι κατά τη δική του άποψη ο πρώην συνεργάτης του δεν μισεί τις γυναίκες και μάλιστα τους έχει φερθεί πολύ καλά. Χαρακτηρίζοντας κι εκείνος «μαύρο χιούμορ» τη δήλωσή του για τις γυναικοκτονίες, θέλησε να προσθέσει ότι εκείνος προτιμά τον όρο ανθρωποκτονίες γιατί «δεν είναι άλλο ο άντρας κι άλλο η γυναίκα».

Εντάξει, θα πεις, ώπα, εδώ το κλείσαμε, βγήκαν οι τίτλοι. Αμ δε. Ο Νίκος Ζερβός ρωτήθηκε και μίλησε και για τον Στάθη Παναγιωτόπουλο. «Εμένα μου ήταν συμπαθής και θα είμαι ψεύτης αν πω ότι τον αντιπαθούσα. Όλη την παρέα αυτήν και μου αρέσει και το χιούμορ τους. Τώρα, πώς ο ίδιος την πάτησε έτσι και πώς ο ίδιος θέλησε να χρησιμοποιήσει αυτά τα βίντεο δίχως να ενημερώσει τις κοπέλες. Γιατί αν ενημέρωνε τις συντρόφους του δεν θα ήταν έγκλημα», είπε αρχικά ο Νίκος Ζερβός

«Η γκάφα του ήταν ότι δεν είπε σε κανέναν τίποτα. Και από ό,τι φαίνεται δεν το έλεγε καν στους φίλους του», πρόσθεσε και κάπου εκεί το μυαλό μας άρχισε να εκρήγνυται και πάλι.

Γκάφα; Μιλάμε για γκάφες και για χιούμορ ενώ όλα αυτά σηματοδοτούν πόνο, τραύμα, εγκλήματα.

Με τον ίδιο «εκρηκτικό» τρόπο φάνηκε να λειτουργούν οι δηλώσεις που παραχώρησε ο Νίκος Ζερβός στο πρόσωπο της παρουσιάστριας Κατερίνας Καινούργιου που εμφανιζόταν στην κάμερα όσο έπαιζε η συνέντευξη σε παράθυρο. Με τον ίδιο «εκρηκτικό» τρόπο φάνηκε να δρουν οι ατάκες του Κωνσταντίνου Τζούμα στα πρόσωπα των παρουσιαστών του Πρωινού. Και κάπως σαν να διακρίνω στα πλάνα αυτά τη χρησιμότητα, στη φιλοξενία τέτοιων απόψεων στις εκπομπές τους. Τους επιτρέπουν έπειτα να ξεσπαθώσουν αναλόγως.

Ο Νίκος Ζερβός όπως και ο Κωνσταντίνος Τζούμας, κατά την προσωπική μου άποψη, κάποτε μάς διασκέδαζαν. Κάποτε οι απόψεις τους και το μαύρο χιούμορ τους γίνονταν ταινίες ή βιβλία ή ραδιοφωνικές εκπομπές, ανάλογα το μέσο με το οποίο εκφραζόταν ο καθένας, που έμοιαζε ωραίο να τα ανακαλύπτουμε στα 20 μας. Δημιουργούσαν μία απολαυστική σάτιρα του τότε κατεστημένου, που κι εμείς αμφισβητούσαμε, ή ένα παράθυρο σε μία ζωή που έμοιαζε επαναστατική για την εποχή της.

Από τότε μέχρι σήμερα, η εποχή έχει αλλάξει, εκείνοι έμειναν στο μυαλό μας ως κάποιες cult περσόνες που αγαπήσαμε στα νιάτα μας κι εμείς μεγαλώσαμε. Παράλληλα συνειδητοποιήσαμε πόση πατριαρχία έχουμε φάει στη μάπα ακόμα κι από τους εναλλακτικούς αυτού του κόσμου. Και μας είναι κομμάτι ακατόρθωτο να γελάμε πια και με τις ταινίες και με τις δηλώσεις τους.

Από την άλλη, δεν γίνεται να κάνω αλλιώς, θα το πω να το βγάλω από μέσα μου, τι έχουν πάθει οι τηλεοπτικές εκπομπές; Γιατί θέλουν να μας εκθέσουν σε όλο αυτό το παρωχημένο περιεχόμενο των απόψεων, ανθρώπων που δεν έχουν καμία εξουσία για να ορίζουν τα πράγματα, ούτε παραμένουν ενεργά στα πράγματα για να επηρεάσουν συνειδήσεις; Τι μας προσφέρει, αν όχι απλά μία πρόσκαιρη εκτόνωση της οργής μας για σε κάποια πληκτρολόγια, όσες αηδίες συνεχίζουμε να ακούμε; Και φυσικά, πέρα από το δικό τους απαραίτητο ξεσπάθωμα, πού οδηγεί; Πώς ακριβώς μας πάει παρακάτω όλο αυτό;

Και δεν το λέω για να δικαιολογήσω τις ασυγχώρητες απόψεις που έχουμε ακούσει. Απλά θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να τους ρωτάμε όλους για όλα. Θεωρώ ότι όπως οι συνεντευξιαζόμενοι δεν συνειδητοποιούν πόσο αμείλικτος μπορεί να γίνει απέναντί τους ο δικός τους δημόσιος λόγος καθώς δεν καταλαβαίνουν πόσο «πίσω» αναφέρονται οι απόψεις ή το χιούμορ τους έστω, έτσι κι από την πλευρά της η τηλεόραση οφείλει να συνειδητοποιεί την ευθύνη για το περιεχόμενο που παράγει.

Μας είναι, θαρρώ, αχρείαστες, οι «εκρήξεις» που προκαλούν τέτοιες δηλώσεις τόσο στον εγκέφαλό μας, όσο και στον τηλεοπτικό αέρα.

Θαυμάσαμε την ελληνική τηλεόραση και τις ψυχαγωγικές εκπομπές την εποχή που ξεκίνησε το #MeToo. Τότε που με ευαισθησία χειρίστηκαν σοβαρά ζητήματα, δίνοντας θάρρος ενδεχομένως σε περισσότερα θύματα να μιλήσουν και προβάλλοντας αντίσταση σε απόψεις που ακούγονταν και είχαν σκοπό να μας «φρονιμέψουν» για να μην κάνουμε πολλή «φασαρία». Δίνοντας λόγο σε ανθρώπους που είχαν κάτι ουσιαστικό να πουν, να μιλήσουν για το έργο που γίνεται, προκειμένου να εξαλειφθούν τέτοια φαινόμενα ή να βγάλουν τα τραύματά τους στο φως προσπαθώντας να τα επουλώσουν, κάνοντάς μας κοινωνούς σε μία πραγματικότητα που ήδη ξέραμε ότι υπήρχε, που χρόνια θέλαμε να απαλλαγούμε από αυτήν. Φέτος, μέσα από τέτοιες συνεντεύξεις, κάπου το παιχνίδι χάνεται.

Η περασμένη τηλεοπτική σεζόν, όπως κάθε τι περασμένο, δεν θα επαναληφθεί. Κι η τηλεόραση και η πρωινή ψυχαγωγική της ζώνη μοιάζει να έχει μπει σε έναν άτυπο διαγωνισμό του ποιος θα βρει πρώτος το πιο ακατάλληλο πρόσωπο να ρωτήσει για τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα.

Πρόσωπα όπως, στην προκειμένη, ο Κωνσταντίνος Τζούμας και ο Νίκος Ζερβός. Παράλληλα σε αυτόν τον άτυπο διαγωνισμό, η τηλεόραση παίζει την ψυχική υγεία του τηλεθεατή που παρακολουθεί στα ζάρια. Το κάνει και αποδυναμώνει εντέλει όσους με ωραίο λόγο και στάση ζωής την εμπλούτισαν την περασμένη σεζόν μιλώντας στις καρδιές μας για το #MeToo, τον φεμινισμό, την πατριαρχία. Η τηλεόραση κυνηγά τα όχι και τόσο παρελθοντικά μεγαλεία της, δίνοντας βήμα σε ανθρώπους που έμειναν σε μία άλλη εποχή και δεν άντλησαν, ως φαίνεται, από τις πολλές εμπειρίες της ζωής τους μία ταπεινότητα και μία συμπόνια. Και το κάνει εις βάρος των αυτιών μας και εις βάρος της ενέργειάς μας που θα έπρεπε να στραφεί στα πιο ουσιαστικά επόμενα βήματα της κοινωνίας μας.

Όλα μοιάζουν να θυσιάζονται στο εφήμερο, την επιφάνεια, στην αναμπουμπούλα που προκαλούν δηλώσεις όπως οι παραπάνω. Απόψεις ανθρώπων που δεν θα μας ένοιαζε και τόσο να ξέρουμε την άποψή τους για τα ζητήματα της επικαιρότητας. Θα μου πεις, η αποκαθήλωση είναι απαραίτητη στην εποχή που ζούμε. Αλλά νομίζω πΩς για να αποκαθηλώσεις κάποιον πρέπει να βρίσκεται κάπου ψηλά, μπροστά μας. Όχι ξεχασμένος στο μακρινό παρελθόν μας.