OPINIONS

Μια φορά κι έναν καιρό, ήμουν emo

Το να μπω στη διαδικασία να γυρίσω περίπου επτά χρόνια πίσω και να αφηγηθώ τα της δικής μου εφηβείας δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Από τη μία είναι γελοίο, διότι αυτό το κείμενο συνοδεύεται από φωτογραφικό υλικό το οποίο είχα θάψει σε υποφάκελους φακέλων με όνομα "ΧΧΧ απαγορευμένο" με την ελπίδα ότι αν κάποιος ψάξει το πισί μου δε θα τους ανοίξει. Από την άλλη τώρα που τα σκέφτομαι και προσπαθώ να τα βάλω σε μια σειρά, νιώθω ένα συναίσθημα το οποίο εκφράζεται με μια λέξη που απεχθάνομαι βαθιά, τη "χαρμολύπη".

Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά.

Όπως τα περισσότερα παιδιά, έτσι κι εγώ, κάπου στην εφηβεία, έπρεπε να κάνω την επανάστασή μου – με ή χωρίς – αιτία. Δεν είχα ποτέ λόγο να τιμωρήσω τους γονείς μου ή να τους εκδικηθώ για κάτι, απλά μέχρι την τρίτη γυμνασίου ήμουν άριστη μαθήτρια, είχα πάρει proficiency, επαίνους, πτυχία για υπολογιστές και γενικά ήμουν ένα κεκαλυμμένο – λόγω attitude – “φυτουκλάκι”.

Δεν θυμάμαι ακριβώς πώς και γιατί, αλλά κάπου στις αρχές του 2007, πήγα στο πρώτο μου εξωσχολικό πάρτι. Αυτή ήταν και αφορμή που χρειαζόμουν για να “αλλάξω” και να γίνω ευρύτερα αποδεκτή, όπως πίστευα ότι ήθελα τότε. Στο πάρτι αυτό ήταν μαζεμένοι όλοι εκείνοι οι emo οι οποίοι σε εποχές όπου άκμαζε το Hi5, είχαν άπειρους φίλους και προβολές των σελίδων τους. Τους γνώρισα όλους, άρεσα σε 2-3, καθότι νέο φρούτο σε όλη αυτή τη φάση και δεν άργησα πολύ να το “παρακάνω” στιλιστικά προκειμένου να ενταχθώ κι εγώ σ’ αυτούς τους κύκλους.

Τα μαλλιά ήταν πολλά, τεράστια, μέσα στη μούρη και φουντωτά. Τα φιογκάκια, οι ρίγες, οι σκακιέρες, οι νεκροκεφαλές και το μαύρο ή το μωβ έπρεπε να είναι στο καθημερινό ντύσιμο. Το eyeliner με δυσκόλεψε στην αρχή, αλλά μετά από λίγες μέρες το έβαζα σαν επαγγελματίας. Οι ζώνες μαύρες ή με καρφάκια και συνήθως δύο ή και τρεις μαζί. Κάπως έτσι κυκλοφορούσαμε έξω και από πάνω μας αναβόσβηναν ταμπέλες neon: ΕΜΟ.

 

Το αστείο της κοινότητας αυτής ήταν όλοι εκείνοι που την πίστευαν και την ακολουθούσαν πιστά. Πράγματι υπήρχαν παιδιά που χαρακώνονταν, έκλαιγαν και σύχναζαν σε νεκροταφεία. Για εμένα και την παρέα μου, αυτοί ήταν τα μαύρα πρόβατα. Για εκείνους ήμασταν εμείς. Όπου “εμείς”, σκέψου χαρούμενα 16χρονα, με όρεξη για χαζολόγημα, άραγμα και φλερτ, που απλά είχαν υιοθετήσει το στιλ. Νομίζω ήμασταν pozer emo, επειδή δεν το “ζούσαμε πραγματικά”.

Η λέξη emotional και ο συσχετισμός της με τη δική μας “κουλτούρα” ήταν στο μεγαλύτερο βαθμό άτοπος. Κανένα κλάμα, καμιά τραγωδία, καμία ανησυχία, καμία αγάπη για τον θάνατο. Ήμουν το ίδιο συναισθηματική, κυνική και ρομαντική με τώρα. Και τα τρία, στον ίδιο βαθμό με σήμερα.

Ίσως τώρα είμαι μια στάλα περισσότερο drama queen από τότε. Νομίζω πως γελούσα και περισσότερo και όχι με τα χάλια μας.

Οι γονείς μου δεν ανησύχησαν ιδιαίτερα. Περίεργο, αλλά αληθινό. Πίστευαν ότι είναι μια φάση που θα περάσει, όπως και έγινε. Σίγουρα δεν ήθελαν το παιδί τους να βγαίνει έξω σαν φρικιό στα μάτια του κόσμου, αλλά πάντα με υπερασπίζονταν αν ακουγόταν οποιοδήποτε σχόλιο ενώ ήμασταν μαζί. 

 

Στα του σχολείου, η αλλαγή ήταν δραματική. Πήγαινα στο Αρσάκειο (ιδιωτικό σχολείο) και ήμουν πάντα υποδειγματική στη συμπεριφορά μου. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα όμως, το μαλλί βάφτηκε μαύρο και ακολούθησε και το μάτι. Όχι μια απλή γραμμή eyeliner, αλλά σχεδόν smokey, ακόμα απορώ πού έβρισκα το κουράγιο να βαφτώ στις 6 το πρωί. Φυσικά η αλλαγή και η εμφάνισή μου αυτή στους διαδρόμους του σχολείου, ήταν ένας λόγος συζήτησης από μόνος του. Τα υπόλοιπα ήταν απίστευτα σχόλια που όταν εκ των υστέρων έμαθα, δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. “Παίρνει ναρκωτικά”, “Την είδα να γα***ται στο πάρκο”, ενώ εγώ έπινα το πολύ milkshake και δεν είχα κάνει ποτέ σεξ.

Δε θα ξεχάσω ποτέ όταν ένα άλλο παιδί που είχε αφήσει φράντζα, ήρθε ένα πρωί στο σχολείο, και η τότε διευθύντρια, τον έπιασε, του έδωσε 50 ευρώ και του είπε “Παρτα, πήγαινε στο κομμωτήριο, και μέχρι την τρίτη ώρα να έχεις έρθει κουρεμένος”. Τον ίδιο λίγες μέρες μετά τον τραμπούκισαν στην καντίνα. Του ιδιωτικού σχολείου.

Σε πιο προσωπικό επίπεδο, όταν ο πατέρας μου πήγε να ενημερωθεί για την πρόοδο της κόρης του αντιμετώπισε μια καθηγήτρια η οποία δεν αρκέστηκε στο να σχολιάσει τα της απόδοσής μου στο μάθημα της: “Κύριε Παλιούρα τι κατάσταση είναι αυτή; Πώς έρχεται έτσι στο σχολείο το παιδί σας;” Ο Θανάσης εξοργίστηκε: “Θα έπρεπε να ντρέπεστε που δε σκέφτεστε ότι το παιδί έχει ανάγκη να διαφέρει και να ξεχωρίσει με κάποιο τρόπο όταν περιβάλλεται από παιδιά των οποίων η καθημερινή σχολική εμφάνιση φωνάζει το πόσα λεφτά έχουν. Ντροπή, είστε και εκπαιδευτικός.”

“Με συγχωρείτε, έχετε δίκιο, δεν το είχα σκεφτεί έτσι.”

Και να πω την αλήθεια, ούτε κι εγώ το είχα σκεφτεί ποτέ. Είχε βέβαια μια κάποια λογική, καθότι παιδί από οικογένεια μεσαίου εισοδήματος, δε μπορούσα να στηρίξω ένα lifestyle με Longchamp και τζιν Seven.

Όπως και να χει δεν ταίριαζα στο “τρέντι” και “αναρχικό με τις πλάτες του μπαμπά” αρσακειόκοσμο και αυτό ήταν κάτι που έπρεπε να μου γνωστοποιηθεί με κάθε τρόπο, κυρίως από την πλειονότητα των συμμαθητών μου.

 

Παράλληλα, οι παρέες μου με “γνωστά” άτομα της emo κοινότητας γίνονταν πιο στενές, γεγονός που είχε αντίκτυπο και στην “εικόνα” μου, αλλά και στην όποια αναγνωρισιμότητα προσέφερε το Hi5 τότε. Αυτό σημαίνει πως ανέβαινε το “κασέ” μου και όταν πλέον το στέκι έπαψε να είναι η Κηφισιά και κατεβήκαμε στα σκαλάκια στο Σύνταγμα, καθόμουν με τα παιδιά στα πάνω πάνω σκαλιά. Εννοείται πως είχε δημιουργηθεί μια κάποια αδιόρατη “διαφορά” ανάμεσα στους “γνωστούς” και στους “άλλους” emo, η οποία γινόταν ξεκάθαρη ανάλογα με το πόσο ψηλά καθόσουν στo Σύνταγμα.

Όσο πιο ψηλά, τόσο πιο celebrity. Ήταν πράγματι τραγικό το να είμαι έξω με τη μάνα μου και να με σταματούν κοριτσάκια ρωτώντας “Είσαι η Μάριον;”. Όχι δεν το είχα πάρει πάνω μου.

Περνούσα υπέροχα η αλήθεια είναι. Είχε πάρα πολλή πλάκα, έβγαινα κάθε μέρα, είχα πολλούς που ονόμαζα “φίλους”, άλλους τόσους “εχθρούς”, ένιωθα ότι ανήκω κάπου και μέσα σε όλη τη σαβούρα γνώρισα και πολύ αξιόλογα άτομα. Με μερικούς κάνω ακόμη παρέα και βλέπουμε φωτογραφίες και γελάμε. Με κάποιους άλλους δε μιλάμε καν, κι αν συναντηθούμε τυχαία αλλάζουμε πεζοδρόμια. Αλλά αυτό συμβαίνει και έξω από τις emo παρέες. Όπως επίσης και όλα αυτά τα περί φασώματος “όλοι με όλους” και σχέσεων “δημοσίου δικαίου”. Δεν κάναμε τίποτα το εξωπραγματικό και κατακριτέο, απλά υπήρχαν τσούλες και μα***ες ΚΑΙ με φράντζα.

Κάπου εκεί το θέμα emo πήρε άλλες διαστάσεις. Πριν ο Θεοδωράκης αποκτήσει πολιτικές βλέψεις, είχε κάνει μια εκπομπή με “Πρωταγωνιστές” εμάς. Ή μάλλον όχι εμάς, τους άλλους τους κανονικούς emo που χαρακώνονταν. Από τότε ξεκίνησε κι ένας αστικός πόλεμος ανάμεσα σε Emo και κάγκουρες. Τα επιχειρήματα για να κυνηγήσει κάποιος αυτή την κάστα παιδιών που κουβαλούσε λακ στις τσάντες και είχαν τικ το να φτιάχνουν τις φράντζες τους, ήταν κυρίως “Μας τη σπάνε”, ή τα “Φασώνονται άντρες με άντρες”, “Δεν τους βλέπεις πώς είναι;”.

Στην αρχή, η άγνοια είχε πλάκα. Όταν βρέθηκα μπροστά σε σκηνικό στη Γλυφάδα, όπου με κυνηγούσαν κι έτρεχα να κρυφτώ, δεν είχε πια. Ούτε όταν έπιασαν τον φίλο μου και τον σάπισαν στο ξύλο. Ούτε όταν συναντιόμασταν μόνο σε σπίτι και κυκλοφορούσαμε με ταξί επειδή φοβόμασταν μη μας δείρουν.

 

Μπορεί να ακούγεται αστείο, αλλά ήταν τουλάχιστον φασιστικό. Τα βλέμματα των ανθρώπων και τα σχόλιά τους είχαν τόσο μίσος, κι αυτό επειδή απλά μας θεωρούσαν χαζά, ή ξεγραμμένα ή πίστευαν ότι ήμαστε πρεζάκια. Είναι οι ίδιο άνθρωποι που σήμερα θα σχολιάσουν στον δρόμο τον κώλο, τα μαλλιά, τα βυζιά μου/σου. Ή που θα πουν “προτιμώ το παιδί μου να είναι καθυστερημένο, παρά γκέι”.

Ένας από τους λόγους που είπα πως θα γράψω αυτό το κείμενο, είναι γιατί δε θυμάμαι ποτέ κάποιον να είπε τα πράγματα με το όνομά τους. Όχι όπως τα έβλεπα εγώ τουλάχιστον.  Επτά χρόνια μετά, είμαι σίγουρη πως γνωρίζαμε ότι η εμφάνισή μας δεν ήταν φυσιολογική.

Φυσικά και αποζητούσαμε να τραβήξουμε την προσοχή ως ένα βαθμό. Άλλοι ηθελημένα, άλλοι ακούσια, κάναμε τα κεφάλια να γυρνάνε.

Έχει άραγε δείρει ποτέ κανείς τους μεταλάδες, τα πανκιά, τους χίπηδες, τους trendy, τους gothάδες επειδή απλά παρεκκλίνουν από το “κανονικό”; Οτιδήποτε παραπέμπει σε αδύναμο άνθρωπο (βλέπε υπερβολικά συναισθηματικό και ευαίσθητο όπως είχε επικρατήσει ότι είναι οι emo) παράλληλα τον κάνει και σάκο του μποξ για εκείνους που νιώθουν ή είναι πιο δυνατοί .

Το bullying δεν έχει πλάκα. Δεν είχε ούτε τότε που το έβλεπα μόνο με το ένα μάτι, ούτε τώρα που το οπτικό μου πεδίο έχει διευρυνθεί. Οι ίδιοι άνθρωποι που στις emo εποχές συσπειρώνονταν για να δείρουν, να πετάξουν αυγά και να ξεφτιλίσουν πιτσιρίκια επειδή δεν τους άρεσαν τα μαλλιά και τα ρούχα τους, σήμερα ψηφίζουν. Τι είναι αλήθεια πιο τρομακτικό, αυτό που είναι διαφορετικό από σένα ή αυτό που απειλεί την ελευθερία σου;

 

Στο LadyLike μοιραζόμαστε τις προσωπικές μας εμπειρίες:

Τα βάσανα του μεγάλου στήθους

Τα 10 βάσανα της σγουρομάλλας

Τα βάσανα μίας κοντής