LIFE

Πώς το High Fidelity μου άλλαξε τη ζωή

Μια συντάκτρια του Cosmo.gr που τρελαίνεται για λίστες πιστεύει πως για όλα φταίει ο Nick Hornby.

Γράφει η Εύη Χουρσανίδη

Ο Rob Gordon (στο βιβλίο Rob Fleming), o ήρωας του Nick Hornby, τα έχει όλα ξεκάθαρα στο μυαλό του. Ξέρει ποιοι είναι οι 5 αγαπημένοι του μουσικοί, τα 5 αγαπημένα του albums, τα 5 αγαπημένα του επαγγέλματα, τα 5 αγαπημένα του τραγούδια που μιλούν για θάνατο, οι 5 αξιομνημόνευτοι χωρισμοί του. Για μένα τα πράγματα δεν έγιναν ποτέ τόσο ξεκάθαρα, παρά την αγάπη μου για τις λίστες. Έτσι δεν κατάφερα ποτέ να απαντήσω στην ερώτηση “ποιες είναι τα αγαπημένα σου συγκροτήματα”, “ποια είναι τα αγαπημένα σου τραγούδια”, “ποια είναι τα αγαπημένα σου βιβλία;” ή “ποιες είναι οι καλύτερες ταινίες που έχεις δει ποτέ;”. Αυτό που ξέρω όμως με βεβαιότητα είναι πως το ‘High Fidelity’ βρίσκεται σίγουρα στις δύο τελευταίες λίστες -κι αυτό είναι κάτι που έχει αποφασιστεί από την ημέρα που διάβασα το βιβλίο του Nick Hornby, πριν καν δω την (υπέροχη) ταινία του Stephen Frears.

Για την ακρίβεια, το ‘High Fidelity’ μου άλλαξε τη ζωή. Δεν ξέρω αν φταίει η υπερβολική ίσως ταύτισή μου με το story του βιβλίου -o Rob κι εγώ μοιραζόμαστε την ίδια εμμονή με τις λίστες, πιστεύουμε πως η επιλογή του σωστού τραγουδιού για κάθε περίσταση έχει τεράστια σημασία και φανατιζόμαστε με τους μουσικούς που αισθανόμαστε δικές μας ανακαλύψεις- αλλά πολλές φορές, σε διάφορες φάσεις, έχω σκεφτεί πως δεν θα αντιλαμβανόμουν τα πράγματα όπως τα αντιλαμβάνομαι αν δεν είχε περάσει ποτέ από τη ζωή μου ο Rob Gordon.

Ο Rob δουλεύει σε ένα δισκάδικο. Είναι εγωιστής, υπερόπτης, εμμονικός, εγωκεντρικός και, μεταξύ μας, λίγο μαλάκας, αλλά δεν μπορείς να μην διασκεδάσεις με την μανία του να κατατάσσει τα πάντα σε top 5, όπως και να μη βρεις ιδιοφυή την ιδέα του να ταξινομήσει τους δίσκους του, όχι με αλφαβητική ή χρονολογική σειρά, αλλά με αυτοβιογραφική.

Με θυμάμαι να διαβάζω το βιβλίο και να προσπαθώ να κατατάξω τα πάντα σε top5, όπως επίσης και να σημειώνω όλα τα ονόματα καλλιτεχνών και τραγουδιών που δε γνώριζα, με σκοπό να τα ανακαλύψω κι εγώ και να διαπιστώσω αν θα μου άλλαζαν κι εμένα τη ζωή. Γιατί βρέθηκα να με επηρεάζει το ότι ένας τύπος (εγωιστής, υπερόπτης, εμμονικός, εγωκεντρικός) λατρεύει το ‘Janie Jones’ των Clash; Και γιατί δεχόμουν σαν δεδομένο ότι το ‘Walking On Sunshine’ των Katrina & The Waves είναι οπωσδήποτε ένα από τα 5 καλύτερα κομμάτια που μπορεί να σου τύχει μια Δευτέρα πρωί; Ε λοιπόν, νομίζω ότι συνέβη αυτό: ο Rob Gordon με ψάρωσε. Εμένα πάντα με γοήτευαν όσοι είχαν (τάχαμου) εκλεκτικό γούστο (αυτό που λένε ότι σου αραδιάζει ο άλλος μια ντουζίνα μπάντες που δεν ξέρεις και νομίζεις πως βρήκες την αδελφή-ψυχή σου; αυτό) -κι εκείνος το έθεσε τόσο ωραία: “Αποφάσισα ότι αυτό που μετράει στ’αλήθεια είναι όχι το τι είσαι αλλά το τι σ’αρέσει… Βιβλία, δίσκοι, ταινίες – αυτά έχουν σημασία.”

Και για μένα είχαν τεράστια σημασία. Γιαυτό καθόμουν και σημείωνα τα κομμάτια που άρεσαν στον Rob, γιαυτό διάβαζα με ευλάβεια τις οδηγίες του για την τέλεια mixtape μετά από χωρισμό, γιαυτό έλιωνα που -σε μια σπάνια στιγμή ευαισθησίας του- μία από τις λίστες του ήταν “τα top 5 πράγματα που μου λείπουν περισσότερο από τη Laura”.

Από τα μέσα του ’90 που κυκλοφόρησε το βιβλίο και από το 2000 που βγήκε το φλιμ, έχω δει άπειρες ταινίες (και σειρές), έχω ακούσει χιλιάδες τραγούδια, έχω διαβάσει δεκάδες βιβλία και έχω γνωρίσει αρκετούς (εγωιστές, υπερόπτες, εμμονικούς, εγωκεντρικούς) Rob. Μου αποκάλυψαν τους στίχους που τους σημάδεψαν και τα ριφ που τους πήραν το κεφάλι, μου έβαλαν να ακούσω “τα 5 καλύτερα dance κομμάτια”, μου μίλησαν για “τις 5 καλύτερες συναυλίες της ζωής τους” και βάλθηκαν να με πείσουν πως ένα (τουλάχιστον) από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα δεν ακούγεται. Φυσικά, με ψάρωσαν όλοι τους. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα. Πως όλες αυτές οι λίστες δεν είναι αδιαπραγμάτευτες ούτε οριστικές, αλλά εντελώς αυθαίρετες, υποκειμενικές και προσωρινές. Και πως “αυτό που μετράει πιο πολύ” δεν είναι η τελική πεντάδα (δεν υπάρχει τελική πεντάδα), αλλά το να βρίσκεις ολοένα και καινούργια πράγματα να παθιάζεσαι και να θέλεις να τα μοιραστείς με άλλους. Αυτό εξάλλου έκανε και ο Hornby, μέσω του ‘High Fidelity’. Κατάφερε να με μυήσει σε όλα εκείνα που λάτρευε (“τα top 5 πρώτα κομμάτια δίσκων”) και όλα εκείνα που μισούσε (“τα τοπ 5 μουσικά εγκλήματα που διέπραξε ο Stevie Wonder στα 80’s και τα 90’s”) και -κυρίως- με έβαλε στη διαδικασία να παρατηρώ τη μουσική που συνοδεύει τις στιγμές μου και να θυμάμαι την αυτοβιογραφία μου, μέσα από τραγούδια.

Αφομοίωσα λοιπόν κι εγώ όλα όσα μοιράστηκαν μαζί μου όλοι οι Rob που πέρασαν από τη ζωή μου, τα επανεξέτασα, τα επανεκτίμησα, τα υιοθέτησα και άρχισα να φτιάχνω τις δικές μου λίστες και να γράφω τις δικές μου mixtapes. Παρεμπιπτόντως, δεν κατάφερα ποτέ να απαντήσω στην ερώτηση “ποιοι είναι οι αγαπημένα σου συγγραφείς”, αλλά ο Hornby είναι σίγουρα μέσα. Αφορμή για αυτό το κείμενο ήταν το ‘A Long Way Down’ του Nick Hornby σε σκηνοθεσία Pascal Chaumeil, με τους Pierce Brosnan, Toni Colette, Aaron Paul και Imogen Poots που παίζεται ήδη στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες.