ΜΟΥΣΙΚΗ
SPONSORED

Κάπου κάπως έρωτας

Τέλος Αυγούστου, κάπου στο κέντρο της Αθήνας, ένας νέος (κρυφός) έρωτας γεννιέται!

 

Θα μπορούσαν να είναι οποιοιδήποτε. Μια Κική και ένας Κώστας. Μια Κατερίνα και ένας Κυριάκος. Λίγη σημασία έχουν τα ονόματα. Ας τους ονομάσουμε απλά Κάπα και Κάπα. Ας παραμείνουν ανώνυμοι. Ανώνυμη άλλωστε έμεινε και η ιστορία τους, από την αρχή ως το τέλος. «Νύχτα ‘ήτο, ποιός μας ένιωσε, κι αυγή ποιός μας εθώρει;» Λίγοι τους είδαν, ακόμη λιγότεροι τους ένιωσαν. Μια σχέση αθέατη, άγνωστη. Από την αρχή ως το τέλος.

Σκηνή πρώτη

Είναι τέλη Αυγούστου στο κέντρο της Αθήνας. Η πόλη έχει αρχίσει να ζωντανεύει ξανά ύστερα από τη θερινή της νάρκη. Πρωί Δευτέρας. Μια γυναίκα μπαίνει διστακτικά σε ένα διατηρητέο κτίριο. Η πινακίδα μάς πληροφορεί πως πρόκειται για μια διαφημιστική εταιρεία, ένα δημιουργικό μελίσσι όπου σχεδόν μπορείς να νιώσεις τον βόμβο των ιδεών που πρόκειται να γεννηθούν από στιγμή σε στιγμή.

Είναι η πρώτη μέρα στη δουλειά για την Κάπα. Πήρε τα καλά νέα της πρόσληψης, λίγο πριν πάρει το καράβι για Αιγαίο. Πάνε λίγες μέρες που επέστρεψε και ετοιμάζεται να μπει δυναμικά στη νέα σεζόν, από τη θέση της Art Director. Παρά τα πολλά χρόνια εμπειρίας, όπως συμβαίνει πάντα με τα νέα ξεκινήματα, έχει ένα σχετικό άγχος. Τακτοποιεί δυο-τρία προσωπικά αντικείμενα στο γραφείο της: μια φουντωτή αλοκάσια- την πήρε τις προάλλες από τα Lidl, πάντα χρειάζεται μια πινελιά πράσινου στον χώρο που δουλεύει. Μια επιτραπέζια ατζέντα με εικονογραφήσεις της Taschen. Μια φωτογραφία από τις περσινές της διακοπές στα Αστέρια της Σύρου. Χαζεύει για λίγο τη θέα, το προνομιακό της παράθυρο βλέπει σε έναν ακάλυπτο με νεραντζιές.

Ύστερα παίρνει την έξτρα large κούπα της και κατευθύνεται στην κουζίνα για το απαραίτητο καύσιμο. Πίνει τον πρώτο καφέ της ημέρας ζεστό, χειμώνα – καλοκαίρι. Χαίρεται στη θέα της κανάτας που ξεχειλίζει αρώματα από τον φρέσκο γαλλικό. Μα, πώς τα φέρνει η στιγμή, και γλιστράει το σκεύος μέσα από τα χέρια της, φέρνοντάς την αντιμέτωπη με το θεαματικότερο coffee accident όλων των εποχών! Την ίδια στιγμή μπαίνει στην κουζίνα ο Κάπα. Τον βλέπει και μαγκώνεται. «Tι ρεζιλίκι θεέ μου!» Της χαμογελάει εγκάρδια, ευγενικά. Ανακουφίζεται. Ένα λεπτό μετά, καθαρίζουν μαζί τον γρανιτένιο πάγκο. Συστήνονται. Πέφτουν τα Κάπα εκατέρωθεν. Είμαι η καινούρια Art Director. Είμαι ο (παλιός) Account Manager. Χαρήκαμε.

Κάτι νιώθει να κυκλώνει και να σφίγγει την καρδιά της, μια τσιμπιά στο στήθος, μα ίσως να είναι και η αγωνία για την πρώτη μέρα στη δουλειά. Κάτι νιώθει να σαλεύει μέσα του, σαν να πετάνε πεταλούδες στο στομάχι του, μα ίσως να είναι και που δεν έχει φάει ακόμη πρωινό.

Σκηνή τελευταία

The man and woman drive a car on the background of the sunset

Έχουν περάσει δυο χρόνια. Η Κάπα και ο Κάπα κάθονται βουβοί στο αυτοκίνητο, με μόνο φως αυτό του αυγουστιάτικου φεγγαριού να λούζει τη στιγμή. Βλέπουμε τις θαμπές τους φυσιογνωμίες βουτηγμένες σε κάτι δυσοίωνο. Βλέπουμε τα μάτια τους να γυαλίζουν, μικρές φουρτουνιασμένες θάλασσες -ή μήπως στραγγισμένες λίμνες;

Κάτι βαρύ πλανιέται πάνω από τα κεφάλια τους. Κάτι δικό τους, που από φόβο και ανασφάλεια ποτέ δεν βρήκε το θάρρος να βγει προς τα έξω, να ανασάνει, να θεριέψει, θα ξεψυχήσει από λεπτό σε λεπτό. Ένας έρωτας που γεννήθηκε ξαφνικά ένα πρωί στην κουζίνα μιας εταιρείας, έζησε μυστικά και αθόρυβα, μέσα από βιαστικά lunch breaks, κρυφές ματιές στα meetings της Δευτέρας, μηνύματα που έλεγαν όσα δεν μπορούσαν να πουν στα ίσια τα στόματα. Και τώρα είχε έρθει η ώρα να τελειώσει. Οριστικά.

Στο κινητό της Κάπα παίζει αυτό. Κανείς δεν μιλάει. Ακούγεται μόνο η φωνή του Νεοκλή Νεοφυτίδη, να τραγουδά τον καημό της κρυφής αγάπης.
«Που πάγεις, κλέφτη του φιλιού και κομπωτή τσ’ αγάπης;»
«Μ’ αν είμαι κλέφτης του φιλιού και κομπωτής τσ’ αγάπης,
τι μου’ δινες τα χείλη σου κι εγλυκοφίλησά τα;»

«Ποιος να μας το ‘λεγε ότι το soundtrack από τους τίτλους τέλους θα ήταν μέσα από μια μουσική συλλογή – πρωτοβουλία της Lidl Ελλάς – με αφορμή τη σημαντική επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική επανάσταση. Άνθρωποι της επικοινωνίας, μέχρι και στον τρόπο που χωρίζουμε…» λέει η Κάπα και το γέλιο της ελαφραίνει για λίγο τη στιγμή. Πιάνει το χέρι της και το φιλάει τρυφερά. Για μια τελευταία φορά. Δεν υπάρχει θυμός σε αυτόν το χωρισμό. Δεν υπάρχει κακία. Μόνο η πίκρα της αποδοχής ενός βέβαιου τέλους.

Η Κάπα και ο Κάπα. Δυο καρδιές. Ένας έρωτας απατεώνας… κομπωτής. Ένας κόμπος. Κατεβαίνει από τον λαιμό, φωλιάζει στο στομάχι. Ύστερα λύνεται για πάντα. Μαζί με τη μυστικότητα που σκέπαζε τη σχέση τους. Από την αρχή ως το τέλος.