ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

O μίτος της TréLiz δεν είναι σαν αυτόν της Αριάδνης

Κάπου στον Χολαργό, στον ενδέκατο όροφο μιας πολυκατοικίας, μένει ένα αλλόκοτο κορίτσι με το αγόρι της. Η Λιζ και ο Νίκος θέλουν να μετακομίσουν μόνιμα στην Ίο, στο πατρικό του δεύτερου, αλλά δεν είναι αυτό το πιο παράξενο του διαμερίσματος που σχεδόν συνομιλεί με τον Θεό, άλλωστε το επίθετο "αλλόκοτο" περιγράφει το κορίτσι αυτής της ιστορίας. Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη της Λιζ τυλιγμένη, δωσ' της κλώτσο να γυρίσει παραμύθι να αρχινίσει.

Η Λιζ είναι 29 χρονών, μισή Ελληνίδα και μισή Γαλλίδα. Έχει μια κανονική καθημερινότητα, μια φυσιολογική δουλειά, μια νορμάλ σχέση και ένα – για τους πολλούς – περίεργο χόμπι: αγοράζει μαλλί από ζώα και το επεξεργάζεται.

Η αγάπη της για το μαλλί μπορεί να δικαιολογηθεί γονιδιακώς, καθώς οι παππούδες της είχαν ως μετανάστες στο Σουδάν ένα εργοστάσιο επεξεργασίας του βαμβακιού. Παρόλα αυτά η καλλιτεχνική φύση της Λιζ μέχρι πριν λίγα χρόνια την οδηγούσε στη ζωγραφική. Πέρασε και στη σχολή Καλών Τεχνών, αν και δε φοίτησε ποτέ εκεί επειδή δεν το έβλεπε επαγγελματικά. Της άρεσε όμως πολύ και η χημεία. Στην “ασυνείδητη” προσπάθειά της να συνδυάσει τις μεγάλες της αγάπες, η Λιζ μετέτρεψε την κουζίνα της σε χημικό εργαστήριο χρωμάτων. Ας το πάρουμε όμως από την αρχή.

Αν κάποιος μου έλεγε ότι μεγαλώνοντας θα έγνεθα το μαλλί, θα του έλεγα “είσαι τρελός”. Ακόμα κι εγώ ορισμένες φορές δεν το πιστεύω ότι το κάνω. Φαίνεται περίεργο σε εμένα την ίδια.

Η ραπτομηχανή που ξεκουραζόταν στο ράφι μπροστά μου, ήταν αυτή που την έφερε πριν δύο χρόνια σε επαφή με το ράψιμο. “Την αγόρασα χωρίς να ξέρω να ράβω, απλά ήταν χειμώνας και δεν είχα τι να κάνω, βαριόμουν και δεν ήταν και ο καιρός για τα extreme sports που μου άρεσαν.” Όταν αποφάσισε ότι πρέπει να τη χρησιμοποιήσει, αντί να την έχει να κάθεται, κανόνισε να πηγαίνει στο σπίτι μιας φίλης της και να τους δείχνει η μαμά της πώς να ράβουν με τη μηχανή.

Λίγο καιρό μετά, η Λιζ είχε ένα σοβαρό ατύχημα και χτύπησε στο κεφάλι. Μη μπορώντας λοιπόν να συνεχίσει τα “πριβέ μαθήματα”, έψαχνε πλέον στο ίντερνετ οδηγίες για το ράψιμο. Μέχρι που έπεσε πάνω σε μία κυρία η οποία έβαφε το μαλλί. Έπειτα σε μια άλλη που το έγνεθε. Τα ερεθίσματα ήταν πολλά και το κορίτσι αυτής της ιστορίας είχε πολλή όρεξη για να τα αφήσει να πάνε χαμένα.

Αγόρασα μια ρόκα και έμαθα πώς πρέπει να τοποθετώ το μαλλί, ώστε όταν τη στριφογυρίζω να δημιουργείται φυσική δύναμη. Αυτή η δύναμη ταξιδεύει προς τα πάνω κι έτσι οι αραιές ίνες του μαλλιού δένουν μεταξύ τους και αυτό ετοιμάζεται για πλέξιμο.

 

Δείχνοντάς μου τη διαδικασία αυτή, μου περιέγραφε με ενθουσιασμό τις κινήσεις της μία προς μία. Με ξενάγησε στο σπίτι της και στον χώρο που έχει συγκεντρωμένα όλα τα εργαλεία και τα μαλλιά. Μου έδειξε τους αργαλειούς που διαδέχτηκαν τη ρόκα και μου εξομολογήθηκε πως ενώ με τον πρώτο τα πήγαν από την αρχή περίφημα, με τον δεύτερο ακόμα προσπαθεί να μάθει τα κουμπιά του.

 

“Το μαλλί το βάφεις στην κατσαρόλα, στον ατμό ή ακόμα και στον φούρνο, ανάλογα με το αποτέλεσμα που θες να πετύχεις.”, μου λέει με επεξηγηματικό ύφος, ενώ εγώ χαϊδεύω τις υφές των μαλλιών που απλώνονται μπροστά μου. “Τι είναι το άλπακα;”, αναρωτιέμαι όταν μου λέει από ποια ζώα παίρνει μαλλί. “Μοιάζει λίγο με πρόβατο” και μου δείχνει τη φωτογραφία του στο google.

“Το χρώμα του μαλλιού επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, κυρίως από την ποιότητα του νήματος, τον τρόπο που το βάφεις και το ζώο από το οποίο προέρχεται.” Η Λιζ εξηγεί την τεχνική της, ενώ εγώ έχω επαναπαυθεί ξέροντας ότι όλα όσα λέει ηχογραφούνται και χαζεύω τα χρώματα και τις διαβαθμίσεις που έχει πετύχει στα μαλλιά.

 

Λατρεύω το σασπένς του να μην ξέρω ποτέ ακριβώς το χρώμα που θα βγει όταν βάζω πολλά χρώματα. Το κάθε μαλλί είναι μοναδικό και ξεχωριστό, ακόμα και τα ίδια χρώματα να βάλω δε μπορεί να βγει ολόιδιο. Αν κάποιος θέλει να είναι πανομοιότυπα δύο κουβάρια μαλλί, δεν πρέπει να αγοράσει από μένα.

Η ίδια αγοράζει μαλλιά από πολλά μέρη του κόσμου όπως Περού, Ταϊλάνδη, Αυστραλία και Αμερική. Εύλογα θαρρώ, αναρωτήθηκα γιατί όχι από την Ελλάδα, αλλά όπως μου είπε με μια δόση πικρίας στη φωνή της ότι είναι ελάχιστα τα ελληνικά μαγαζάκια που έχουν καλή ποιότητα μαλλιού κι αυτά είναι πολύ ακριβά. Οπότε τη συμφέρει να αγοράζει από το εξωτερικό, να είναι και πιο μοναδικό. Στη χώρα μας όπου κι αν ρωτούσε για μαγαζιά με μαλλιά ή τεχνικές γνεσίματος, δεν γνώριζαν τίποτα και την κοίταζαν καλά καλά.

Μερικές φορές ένιωθα όντως τρελή. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποιο νόημα να το κάνω αυτό, πέρα απ’ το ότι μου αρέσει και εγώ θεωρώ  πως υπάρχει έλλειμμα στην Ελλάδα. Δεν είσαι πάντα πολύ σίγουρος γι’ αυτό που κάνεις.

Η Λιζ πουλάει στο διαδικτυακό μαγαζί της το μαλλί που επεξεργάζεται σε πολλές μορφές. Περισσότερο αγοράζουν από το εξωτερικό βαμμένο μαλλί, ενώ δέχεται και προ-παραγγελίες και βάφει εκ των υστέρων το μαλλί που έχεις ζητήσει. Όπως μου λέει όλο χαμόγελο, η μεγαλύτερη ικανοποίηση για εκείνη είναι ότι όλοι οι πελάτες επιστρέφουν ευχαριστημένοι με την ποιότητά της και ξαναπαραγγέλνουν.

 

Στο ρομαντικό της υπόθεσης, η TréLiz, όπως είναι το brand name της, θέλει όπως διαβάσατε να πάει να μείνει μόνιμα με τον Νίκο στην Ίο. Στην προσπάθειά τους αυτή, η Λιζ προσπαθεί μέσω της καμπάνιας της να μαζέψει χρήματα για να αγοράσει τα εργαλεία που χρειάζεται, ώστε να αφοσιωθεί στο γνέσιμο του μαλλιού στο νησί.

Δεν πιστεύω ότι θα πλουτίσω, αν ήθελα να το κάνω αυτό δε θα αγόραζα τόσο ακριβά μαλλιά. Θέλω να δημιουργήσω κάτι όμορφο, μοναδικό κι από εκεί και πέρα δε θα ήταν κακό να βγάλω κάποια από τα έξοδά μου και να μπορούμε να επιζήσουμε.

 

Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησής μας έχω σχολιάσει πάνω από δέκα φορές, χαριτολογώντας, ότι δεν είναι και πολύ στα καλά της. Εκείνη απλά συμφωνούσε και συνέχιζε ακάθεκτη να μου περιγράφει την απίστευτη σχέση της με το γνέσιμο και το βάψιμο του μαλλιού. Το πρόσωπό της σκοτείνιασε λίγο μόνο όταν μου μίλησε για ορισμένα σχόλια που είχε δεχτεί. “Προσπαθώ να κάνω κάτι σε μια Ελλάδα που βιώνει την κρίση. Δε μου άρεσε όταν μου μίλησαν άσχημα επειδή δήλωσα πως είμαι η μόνη που γνέθει το μαλλί στη χώρα μας. Μέχρι τότε καμία άλλη κυρία δεν είχε επικοινωνήσει μαζί μου και είχα ψάξει πολύ για να βρω ανθρώπους που να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον. Δεν το έκανα με κακία, όντως ως τότε δε γνώριζα πως υπάρχουν άλλες κοπέλες που επεξεγάζονται το μαλλί.”

 

Οι Έλληνες όταν κάνουμε κάτι διαφορετικό, έχουμε λίγο τη νοοτροπία του να το κρατήσουμε κρυφό και να μην μοιραστούμε το “μυστικό” της τέχνης μας μην τυχόν και μας πάρουν τη δουλειά. Δεν είναι όμως έτσι, γιατί αν εγώ δείξω σε κοπέλες να γνέθουν, θα αγοράζουν και μαλλί από μένα. Ο ένας πρέπει να βοηθάει τον άλλον σ’ αυτούς τους καιρούς.

Σκεπτόμενη έτσι, μου ομολογεί λίγα λεπτά μετά ότι όταν σκέφτεται τη ζωή της στην Ίο θα ήθελε να ανοίξει ένα ατελιέ, στο οποίο να μπορεί ο κόσμος να πάει, να δει, να αγοράσει, αλλά και να μάθει να γνέθει το μαλλί.

 

Ιδανικά, η ιστορία θα έπρεπε να κλείσει κάπως έτσι, με happy end και όνειρα για το μέλλον. Στην προκειμένη περίπτωση όμως ακολουθεί το σχόλιο της αρθρογράφου. Όταν οι νέοι άνθρωποι κυνηγούν τα όνειρά τους, ο κόσμος κινείται. Η Λιζ δίνοντας δύναμη για να στριφογυρίσει τη ρόκα της, ενθαρρύνει παράλληλα όλους εσάς (εμάς) που κυνηγάμε καθημερινά τους στόχους μας. Ας βοηθήσουμε λοιπόν ο ένας τον άλλον για να ζήσουν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα.

 

Φωτογραφίες: Μάριον Παλιούρα