ΕΞΟΔΟΣ

Ο εφιάλτης ζωντανεύει: Μόνη στην πόλη

Είναι περισσότερες από πολλές οι φορές που θέλω να βγω έξω ή να μην γυρίσω κατευθείαν σπίτι μετά τη δουλειά. Είναι δυστυχώς εξίσου αρκετές οι φορές που δεν υπάρχει κανένας διαθέσιμος να με συνοδέψει σε ό,τι μου έρθει στο κεφάλι να κάνω. Φταίει που έχω μικρύνει τον κοινωνικό μου κύκλο; Μήπως που τους ειδοποιώ τελευταία στιγμή; Όποια κι αν είναι η δικαιολογία τους, εγώ μένω σπίτι και μιζεριάζω. Γιατί; Γιατί πολύ απλά δε μου αρέσει να βγαίνω μόνη μου.

Δεν μπορώ να εντοπίσω ακριβώς τι με δυσκολεύει σε αυτό το task, απλά νιώθω πως αν είναι να πάω κάπου μόνη μου, καλύτερα να μείνω σπίτι μου. Και με το “κάπου” εννοώ για ψυχαγωγικό σκοπό – αν και δεν είναι κακή ιδέα να παίρνω καμια φίλη μου και στον οδοντίατρο.

Μάλλον το πρόβλημά μου είναι πως νομίζω ότι όλοι κάνουν σενάρια για το τι δουλειά έχω εγώ στο τάδε μέρος μόνη μου. Ξέρω ότι στην πραγματικότητα κανείς δεν ασχολείται μαζί μου, αλλά γιατί να δώσω έστω και σ’ έναν άνθρωπο την εικόνα της “απελπισμένα μόνης” που έχω κι εγώ για τον εαυτό μου εκείνη τη στιγμή;

Άσε που, θυμάσαι εκείνες τις στιγμές που θες να μείνεις με σένα και να τα βρείτε; Είναι εξαιρετικά αποτελεσματικές και στο σπίτι. Με messy bun, πυτζάμες, ματομπούκαλα, μάσκα προσώπου και επανάληψη του “Σ’αγαπώ, Μ’ αγαπάς”.

Η πρόκληση ήταν για τις υπόλοιπες αστεία, αλλά για μένα γολγοθάς: να κάνω μόνη μου, όλες τις δραστηριότητες που θεωρώ μίζερο να κάνει κανείς μόνος του. Επιπλέον δυσκολία, να βγάλω και selfie (ΜΕ ΤΟ SELFIESTICK) – εντάξει, όχι παντού.

Cinema

Αποφάσισα να κάνω μια cooler than cool αρχή και να σκοράρω, πηγαίνοντας Κυριακή 14 Φεβρουαρίου, ημέρα των ερωτευμένων, μόνη μου, στο σινεμά και να δω “How to be single”. Το έπιασες το οξύμωρο;

Βαθμός δυσκολίας: Ευκολάκι, αν και ένιωσα ένα σφίξιμο όταν πήγα να πάρω το εισιτήριο μόνη μου. Κατά τ’ άλλα το σκοτάδι και το ότι παρακολουθείς κάτι, βοηθά στο να μη νιώθεις άβολα. Το δύσκολο είναι στο διάλειμμα, που όλοι βλέπουν ακριβώς τι έχεις φάει και δε μπορείς να ρίξεις τις ευθύνες στον διπλανό σου γιατί δεν υπάρχει.

Θα το ξανάκανα; Όχι. Δεν βρίσκω κανέναν απολύτως λόγο.

Καφές

“Έναν διπλό καπουτσίνο, σκέτο παρακαλώ”. Το μαγαζί ήταν άδειο και το ρολόι έδειχνε 10.30. Βασικός κανόνας, να υπάρχει διάθεσιμο wi-fi με δυνατό σήμα. Είχα μαζί μου βιβλίο, αλλά ήταν και η μέρα που σκοτώθηκε ο Παντελής Παντελίδης, οπότε το feed στο facebook είχε πάρει φωτιά και είχα κάτι να παρακολουθώ.  Δεν πήρα laptop γιατί θυμόμουν την Carrie Bradhsaw να λέει ότι συνήθως πίστευε πως όσοι κάθονταν στα Starbucks κι έγραφαν στους φορητούς υπολογιστές τους ήταν υποκριτές και επιδειξίομανείς – και δεν ήθελα να δώσω αυτή την εντύπωση.

Βαθμός δυσκολίας: Μέτρια. Αν υπάρχει απέναντι κομμωτήριο ή καφενείο, έχεις πάντα κάτι να παρακολουθείς, ώστε να περνάει η ώρα σου. Ο κίνδυνος να σε πουν αργόσχολη βέβαια ελλοχεύει πάντα, οπότε αν έχεις laptop ή βιβλίο, χρησιμοποίησέ το, για να δείξεις ότι έχεις δουλειά. Στη δική μου περίπτωση, το selfie stick έκανε τα πράγματα πιο δύσκολα, και το μόνο που θα μπορούσε να σώσει την κατάσταση, ήταν ότι όταν στήριζα το κινητό στο μαραφέτι αυτό, είχα πάρει ύφος σαν να προσπαθούσα να απενεργοποιήσω βόμβα.

Κάνω κάτι τόσο σπουδαίο και σημαντικό διάολε, γι’ αυτό δεν έχω παρέα! Δε θέλω να με αποσπάσει κανείς!

(Συγγνώμη που έχω βάλει την ίδια φωτογραφία δυο φορές, αλλά στις υπόλοιπες απόπειρες η απογοήτευση στο πρόσωπό μου δεν είναι δημοσιεύσιμη. Και όχι, δε μπορούσα να μείνω μόνη μου, με το selfie stick στο χέρι για περισσότερη ώρα.)

Θα το ξανάκανα; Έχω ωραιότατο εσπρέσο στο σπίτι μου.

Ψώνια

Εντάξει, αυτό το έχω κάνει πολλές φορές. Να ξεκαθαρίσω ότι ουδέποτε ξεκίνησα να φύγω από το σπίτι μου με το σκεπτικό ότι θα πάω μόνη μου για ψώνια. Απλά στο δρόμο για να πάω στη δουλειά, στον καφέ, σε κάποιο ραντεβού, ορισμένες φορές ΤΥΧΑΙΝΕ, να πέσω πάνω σε κάποιο μαγαζί και να έχει κάτι τέλειο στη βιτρίνα. Με αυτοκόλλητο “EΚΠΤΩΣΕΙΣ”.

 

Βαθμός δυσκολίας: Εύκολο, αλλά δεν έχει πλάκα. Αντί να έχω τις φίλες ή τη μάνα μου μαζί, να μου πουν τη γνώμη τους, βγάζω φωτογραφία και τους τη στέλνω στο τσατ. Απαιτεί να είναι κάποια απ’ όλες τους online, να πουν γνώμες και τότε να αποφασίσω αν θα το πάρω. Το κακό είναι πως είμαι πάντα καλύτερη live!

Θα το ξανάκανα; Χίλιες φορές ναι. (Όχι με την ίδια χαρά που το κάνω με παρέα βέβαια)

Φαγητό

Δεν έχω χειρότερο. Προτιμώ να μείνω σπίτι και να πεθαίνω της πείνας παρά να πάω κάπου έξω και να τρώω μόνη μου. Τι είδους άνθρωπος είσαι για να απολαμβάνεις να τρως μόνος σου, χωρίς να τσακωθείς με τη φίλη που θα τσιμπήσει την πατάτα από το πιάτο σου, χωρίς να σε ταΐσει το αγόρι σου στο στόμα, χωρίς να το παίξεις έξυπνη στη μαμά σου που την πας στα πιο ψαγμένα φαγάδικα στα στενάκια του κέντρου. Σε ποιον θα γκρινιάξεις για το πόσο χάλια είναι το φαγητό σου και σε ποιον θα δώσεις να δοκιμάσει (μια πιρουνιά μόνο) από τις τέλειες τηγανίτες σου; ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ.

Βαθμός δυσκολίας: Ό,τι χειρότερο. Φυσικά και δεν επιχείρησα να φάω κανονικό φαγητό που να χρειάζεται μαγείρεμα γιατί θα έπρεπε να περιμένω ακόμα περισσότερο. Χρειαζόμουν κάτι χορταστικό και γρήγορο. Το ρολόι έδειχνε 12, ώρα για brunch. Το μαγαζί άδειο. Ακολουθεί μονόλογος ενδο-εγκεφαλικός με γνώμονα μια δυσκολία που δεν είχα σκεφτεί:

Εγώ σε μένα: “Σε ποιο τραπέζι θα κάτσεις;”

Εγώ: “Στο τέλειο με τον καναπέ που είναι για 4 άτομα;”

Εγώ σε μένα: “Μα είσαι μόνη σου”

Πάλι εγώ: “Ναι αλλά εκείνο που είναι για δυο δεν έχει καλό φως και είναι και μπροστά στο παράθυρο θα με κοιτάζουν όλοι”

Εγώ σε μένα: “Εκεί θα κάτσεις”.

Η συνέχεια ήταν κάπως έτσι (στο κεφάλι μου)

Στην πραγματικότητα η εικόνα μου ήταν αυτή

Ακόμα κι όταν έφαγα το υπέροχο σαντουιτσάκι μου, δε μπορούσα να μοιραστώ τον ενθουσιασμού του ικανοποιημένου στομαχιού, γιατί δεν είχα κανέναν απέναντί μου. Έβγαλα όμως μια ταπεινή selfie.

* Eξομολογήθηκα στον σερβιτόρο πως γράφω θέμα για το site. Δεν άντεξα την απορία στο βλέμμα του που ήθελα να φάω κάτι, μόνη μου. Πόσο μάλλον όταν του είπα ότι δε χρειάζεται να βγάλει τις πίκλες, γιατί μου αρέσουν. Έπρεπε κάπως να δικαιολογηθώ.

Θα το ξανάκανα; Εκατομμύρια φορές όχι. Εκτός κι αν επρόκειτο για κάτι τρομερά νόστιμο.

Ποτό

Μην τρελαθούμε που θα ντυνόμουν, θα βαφόμουν και θα πήγαινα να κάτσω σ’ ένα μπαρ ολομόναχη. It’s a no, κι ας με πείτε και κότα!

Τελικά;

Τα πάντα είναι καλύτερα να τα περνάς με παρέα. Ίσως η μόνη φορά που μπορεί να προτιμήσω τη δημόσια μοναξιά, να είναι όταν θα πρέπει να διαλέξω ανάμεσα σ’ αυτή και μια παρέα που βαριέμαι θανάσιμα.