ΜΑΛΛΙΑ

Οι δικές μας ιστορίες τρόμου στο κομμωτήριο και happy Halloween

Στην Αμερική αυτή την ώρα ετοιμάζονται για το Halloween. Εντυπωσιακά κοστούμια, τρομακτικά μακιγιάζ, στοιχειωμένα σπίτια γεμάτα ιστούς αράχνης, σκουπόξυλα μαγισσών και κολοκύθες είναι τα πρώτα που θα σε βάλουν σε ένα #spookymood. Αλλά εμείς έχουμε κάτι καλύτερο. Κάτι πιο τρομακτικό. Κάτι πιο spooky. Κάτι πιο αληθινό να μοιραστούμε μαζί σου. Τις πιο τρομακτικές ιστορίες μας από το κομμωτήριο. Τους εφιάλτες που ζήσαμε οι ίδιες, καθισμένες κάποτε, σε κάποια καρέκλα κομμωτηρίου. Όλοι αληθινοί, γράφτηκαν με πόνο ψυχής γιατί έχουμε περάσει και καλύτερα. 

Μίνα Μπιράκου

Έχω δυο εφιάλτες. Ο ένας επαναλαμβανόμενος, ο άλλος ένας και μοναδικός. Ο επαναλαμβανόμενος: Τα μαλλιά μου κρατάνε όποιο σχήμα τους δώσεις. Πράσα θα τα κάνεις; Πράσα θα μείνουν. Μπούκλα θα τα κάνεις; Μπούκλα θα μείνουν. Για ώρες. Για μέρες. Μέχρι να τα ξαναλούσω τέλος πάντων. Οι περισσότερες κομμώτριες αρνούνται να το δεχτούν. Κι ας πετάω στο τραπέζι το -νομίζω- αδιαμφισβήτητο επιχείρημα “μα τα ξέρω τα μαλλιά μου”. Όχι. Νομίζω ότι τα ξέρω. Όποτε λοιπόν πάω σε κομμωτήριο (εκτός των δύο που πηγαίνω σταθερά και πλέον το δέχονται και ζητάω χαλαρά waves (αυτά της Gisele Bundchen για να συνεννοούμαστε), βουτάνε την πρέσσα ή το ψαλίδι και μπουκλώνουν ανελέητα. “Πιο χαλαρές τις θέλω”. “Θα πέσουν”. “Δεν θα πέσουν, σας το υπόσχομαι”. “Θα πέσουν και μέχρι να πας στο κάλεσμά σου θα είσαι σαν αχτένιστη”. Κάπως έτσι πάει συνήθως ο διάλογος. Πολλές από τις κοπέλες που με χτενίζουν κάποια στιγμή υποκύπτουν (με μούτρα και ύφος, “μετά που θα είναι σαν μαρούλια τα μαλλιά σου, μην πεις ότι δεν προειδοποιήσαμε”). Αυτές είναι οι ευτυχισμένες φορές. Θυμάμαι όμως μία, που έπρεπε να πάω σε κάλεσμα αμέσως μετά το γραφείο, οπότε πετάχτηκα σε ένα κομμωτήριο σε πανικό να χτενιστώ. Έγινε το γνωστό πια λεκτικό πινγκ πονγκ “θα πέσουν – δεν θα πέσουν”, αλλά τη συγκεκριμένη φορά έπεσα εγώ σε βράχο. Αμετακίνητη εκείνη, βιαστική εγώ. Λάθος, πολύ λάθος συνδυασμός. Βγήκα από το κομμωτήριο σαν τον Λουδοβίκο τον 14ο. Πήγα στο αυτοκίνητο, προσπάθησα κάπως να τα “χαλάσω” με τα χέρια μου, αλλά συνδυαστικά και με τους τόνους λακ που μου είχε ψεκάσει (“για να μην πέσουν”) κατέληξα στο κάλεσμα σαν ξεμαλλιασμένο κανίς.

AP Photo/Mary Altaffer

Ο ένας και μοναδικός: Πολλά χρόνια πριν, έτυχε να είμαι καλεσμένη σε μια τηλεοπτική εκπομπή. Και έτυχε ο hair stylist που ανέλαβε να με χτενίσει πριν το γύρισμα, να έχει μόλις χωρίσει από τον σύντροφό του και να το ζει. Ακούσαμε Ρέμο, ακούσαμε Πάριο, ακούσαμε τον πόνο του, (προφανώς και του έδωσα δίκιο, τι είμαι καμιά χαζή, με τα μαλλιά μου στο έλεός του να δώσω δίκιο στον άλλο;) και τελικά άκουσε κι εμένα που του έλεγα σε συμπονετικό τόνο “θα ήθελα χαλαρές τις μπούκλες μου”. “Εννοείται κούκλα μου, θα το πάμε μπούκλα παρά μπούκλα, μια θα πιάνουμε μια θα αφήνουμε να μη δείχνουν σφιχτές”. Χαρούμενη που ένας επιτέλους με κατάλαβε με τη μια, χαλάρωσα και αφέθηκα στην μπούκλα-παρά- μπούκλα τεχνική (που δεν είχα ξανακούσει ποτέ για να είμαι ειλικρινής). Κι εκεί που όλα κυλούσαν ομαλά, μια άλλη καλεσμένη που χτένιζε μια άλλη hair stylist δίπλα μου γυρνάει και του λέει “μωρέ μήπως όμως ήσουν κι εσύ υπερβολικός και έφυγε ο Γιώργος (σ.σ. ο σύντροφος του δικού μου);”. Πριν προλάβω να την κοιτάξω με τρόμο, ο δικός μου hair stylist γυρνάει με ένθεη σχεδόν μανία να διαμαρτυρηθεί και το σίδερο για την μπούκλα-παρά-μπούκλα χάνει την τούφα και βρίσκει το μέτωπό μου. Πήγα στο γύρισμα με χαλαρές μπούκλες και ένα χαλαρό εγκαυματάκι στο μέτωπο, που χαλαρά καλύφθηκε με ένα μπουκάλι μέικαπ και χαλαρά έκανε να εξαφανιστεί τελείως κανένα δίμηνο.

Δήμητρα Τσιγγενέ

Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν είχα σχέση αγάπης με τα κομμωτήρια και τους κομμωτές (μέχρι που βρήκα τον άνθρωπό μου, τον οποίο εμπιστεύομαι απόλυτα εδώ και αρκετά χρόνια- ειδικά στο θέμα του χρώματος). Πάντοτε τα έτρεμα, καθώς ή δε θα μου πετύχαιναν ακριβώς το χρώμα που ήθελα ή θα με κούρευαν πολύ περισσότερο από αυτό που ζητούσα. Το σίγουρο ήταν ένα: ότι ποτέ δεν έβγαινα όπως στις φωτογραφίες που παρουσίαζα στους κομμωτές, οι οποίοι όλως περιέργως ό,τι κι αν έδειχνα το έβρισκαν πάρα πολύ απλό-εύκολο-σιγάτοπράγμα. Κάπως έτσι είχε αντιδράσει και η κομμώτρια που είχα επισκεφθεί εκείνον τον Μάη, ανάθεμα την ώρα. Το request μου απλό: ήθελα έναν τόνο πιο ανοιχτά μαλλιά από αυτά που είχα εκείνη την περίοδο (τα οποία ήταν μελί). Στόχος μου ήταν να μην κοκκινίζουν καθόλου και να αποκτήσουν μία πιο σαντρέ απόχρωση. Αφού, λοιπόν, η κομμώτρια με καθησύχασε πως είναι πολύ απλό και ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ, έκατσα στην πολυθρονίτσα και περίμενα να περάσει η ώρα μέχρι να γίνει η αποκάλυψη. Αφού διάβασα 3-4 περιοδικά και χάζεψα κάθε πιθανό app του κινητού μου, άκουσα αυτό που δεν ήθελα: «Δήμητρα, πάμε στον λουτήρα να σου περάσουμε ακόμα μία φορά βαφή να πετύχουμε ακριβώς το χρώμα». Φέρνοντας πάντα την καταστροφή στο κεφάλι μου σε χρόνο «dt», αμέσως το μυαλό μου πήγε στο κακό. Παρ’όλη τη μούρλια που με είχε πιάσει, είπα να σωπάσω και να περιμένω να δω το αποτέλεσμα. Αφού πέρασα μισή βασανιστική ώρα στον λουτήρα με βαφές στο κεφάλι και εμένα να κοιτάζω άσκοπα το ταβάνι, ήρθε η ώρα του λουσίματος, του ρεφλέ (ναι, μου έκαναν και ρεφλέ μετά τις συνεχόμενες βαφές) και της αποκάλυψης. Όσες καταστροφικές σκέψεις είχα κάνει, έβρισκαν τόπο και ουσία. Με το που βγήκε η πετσέτα, έμεινα σοκαρισμένη να κοιτάζω τον καθρέφτη και πιο συγκεκριμένα τη ρίζα μου η οποία ήταν καροτί. Σημείωση: το υπόλοιπο μαλλί μου φυσιολογικότατο μελί.

 

Αφού, λοιπόν, στραβοκατάπια άρχισα να ρωτάω την κομμώτρια, καθώς και τις υπόλοιπες συναδέλφους της τι χρώμα είναι η ρίζα μου. Καμία δεν αναφώνισε τη λέξη «καροτί». Σε καμία δεν φάνηκε περίεργο που η ρίζα ήταν άλλο χρώμα από τα υπόλοιπα μαλλιά μου. Και το καλύτερο; όλες μου έλεγαν πως είναι πολύ ωραία. Έχοντας, λοιπόν, περάσει αρκετές ώρες της ζωής μου εκεί μέσα και μη έχοντας άλλα κουράγια να αντιμετωπίσω το παράλογο, μάζεψα τα πραγματάκια μου και αποχώρησα. Το κλάμα που έπεσε στο αυτοκίνητο ήταν επικό. Μετά από λίγη ώρα όμως επικράτησε η λογική μου και απλώς αποφάσισα πως την επόμενη κιόλας ημέρα θα πήγαινα σε κάποιο γνωστό και πολύ καλό κομμωτήριο να σώσω το δράμα το ίδιο. Αφού συμβουλεύτηκα μία γνωστή μου beauty editor που δούλευε στα περιοδικά και τους ήξερε όλους, κατέληξα σε ένα πανάκριβο κομμωτήριο όπου τελικά μετά από αρκετή ώρα με έβγαλαν κατάξανθη. Πιο ξανθιά από ποτέ λέμε. Πολύ μακριά από το μελί, πολύ κοντά στην πλατίνα. Με πολύ λιγότερα ευρώ στην τσέπη και μηδενική υπομονή, εγκατέλειψα την προσπάθεια και αποφάσισα να αφήσω τα μαλλάκια μου στην ησυχία τους για αρκετό καιρό μέχρι να συνέλθουν. Έλα όμως που χρειάστηκαν τουλάχιστον 2 χρόνια για να επανέλθουν – τόσο σε μήκος, όσο και σε όγκο. Τα λάθη πληρώνονται, έτσι λένε. Επιβεβαιώνω. Τι την ήθελες την αλλαγή γλυκιά μου;

Δέσποινα Δημά

Ήταν της μόδας και είπα να το δοκιμάσω. Μου είπε και η μαμά μου «θα σου πηγαίνουν», μου είπε και η κομμώτρια «θα δώσουμε όγκο έτσι» και το έκανα. 12 ετών μπαίνω στο κομμωτήριο. Κάθομαι στην καρέκλα, με τυλίγει με την πλαστική μπέρτα και την σφίγγει στον λαιμό μου. Ανά χείρας το ψαλίδι και βάζουμε μπρος για το φιλάρισμα. Ακολουθεί μικρή διευκρίνιση, υψίστης σημασίας. Τα μαλλιά μου ήταν και είναι λίγα. Με κανονικό λαστιχάκι θέλω πέντε στροφές για να πιαστούν. Λίγα μαλλιά και λεπτή τρίχα. Συνδυασμός ζηλευτός. Πάω λοιπόν περιχαρής για το φιλάρισμα που θα έδινε τον πολυπόθητο όγκο. Κρατς και κρατς και κρατς και τα μαλλιά στο πάτωμα. Κομμώτρια είναι έλεγα, θα ξέρει τι κάνει. Ακολουθεί ένας από τους μεγαλύτερους μύθους. «Να το στεγνώσουμε πρώτα και μετά να το δεις, στο βρεγμένο δεν φαίνεται. Φαίνεται και παραφαίνεται. Πριν μπει σε λειτουργία το σεσουάρ είχα καταλάβει την τραγωδία. Τα μαλλιά μου, που ‘ναι τα μαλλιά μου. Κάποιες διάσπαρτες αναιμικές τουφίτσες έπιανα. Εδώ κι εκεί. Στέγνωμα. Αποκάλυψη της απόλυτης αλήθειας. Το φιλάρισμα είχε ξεκινήσει από ψηλά. Από πολύ ψηλά. Η κορυφή του κεφαλιού μου ήταν η αρχή του φιλαρίσματος.

 

Σαν κακοκουρεμένο γίδι που αντιστάθηκε στις προσπάθειες του τσοπάνη να το απαλλάξει από το μαλλί, μήνα Αύγουστο με φεγγάρι. «Θα τα πιάνω μέχρι να μακρύνουν είπα» αλλά δεν πιάνονταν. Δύο τούφες πιασμένες κι άλλες τρεις κάτω ώστε να φέρνω πιο πολύ σε Σαμψών, παρά σε 12χρονη έφηβη. Φωτογραφίες της εποχής εκείνης φυλάσσονται σε θυρίδα στη Ζυρίχη γι’ αυτό και δεν έχω υλικό να συνοδεύσει τον εφιάλτη. Δεν φίλαρα ποτέ ξανά.

Λία Παπαϊωάννου

Ας ξεκινήσω με μία παραδοχή: δεν ανήκω στον μέσο όρο των ανθρώπων σε σχέση με τα κομμωτήρια. Από μικρή δεν αντέχω να μου αγγίζουν τα μαλλιά άνθρωποι με τους οποίους δεν έχω οικειότητα. Ποιος ξέρει, ίσως σε μια προηγούμενη ζωή να ήμουν ο Σαμψών, θα πρέπει να ρωτήσω σχετικά τη Μάρα Μεϊμαρίδη. Αλλά δεν μπορώ να κυκλοφορώ και σαν τη Ραπουνζέλ, οπότε θα πάω στο κομμωτήριο, τι να κάνω; Κάποτε, στο πρώτο έτος του Πανεπιστημίου, τότε που γευόμουν την απόλυτη ελευθερία της ζωής, είπα να το παίξω θαρραλέα, να πουσάρω τα όριά μου και να κάνω χάλκινες ανταύγειες, που ήταν της μόδας, στα καστανά μαλλιά μου. «Τι το ΄θελα, τι το ΄θελα;», αναρωτιόμουν για τις επόμενες έξι ώρες της ζωής μου, τις οποίες πέρασα με δεκάδες αλουμινόχαρτα στο κεφάλι, να διαβάζω περιοδικά και ανάμεσα στις σελίδες τους να σκέφτομαι ποια είμαι, πού πάω και τι στο καλό σκεφτόμουν όταν αποφάσισα να κάνω ανταύγειες.

 

Το αποτέλεσμα μου άρεσε, λόγω του νεαρού της ηλικίας μου, του γεγονότος ότι ποτέ δεν είχα δει τα μαλλιά μου με άλλα χρώματα και του ότι όταν το είδα ένιωσα αυτομάτως ένα βήμα πιο κοντά στην έξοδο από το κομμωτήριο. Αλλά τον εφιάλτη δεν ήμουν αρκετά γενναία για να τον επαναλάβω. Κάπως έτσι, εφάρμοσα το «όμπρε» look στα μαλλιά μου χρόνια πριν γίνει μόδα, αφού άφησα τις ανταύγειες να κατέβουν μέχρι το μέσο του μήκους των μαλλιών μου, έκοψα ένα -ωραιότατο δεν το λες, αλλά αναγκαίο ήταν- καρέ και έμεινα μέχρι σήμερα με τη φυσική απόχρωση των μαλλιών μου. Εκείνη την ημέρα πήρα το μάθημα πως «η αναμονή στα κομμωτήρια μπορεί να με σκοτώσει μια μέρα» και έκτοτε έμαθα και να κουρεύω μόνη μου τις αφέλειές μου όταν μακραίνουν για να τα επισκέπτομαι μόνο όταν πραγματικά μου λείψουν. Ευτυχώς, προς το παρόν έχω μόνο μια άσπρη τρίχα στο κεφάλι μου. Τρέμω την ημέρα που θα αποκτήσει παρέα και θα θελήσω να την καλύψω.

Κέλλυ Νόβακ

Τι να πρωτοπω; Έχω ζήσει πολλά στα σαλόνια των κομμωτηρίων. Ας ξεκινήσουμε με το «Κεφάλαιο Βαφές»: Σαν γυναίκα με φυσικά σγουρά μαλλιά, λόγω αυτού δεν έκανα πολλά περίεργα με τα μαλλιά μου.  Αυτό μέχρι την τελευταία μέρα των πανελληνίων όπου μετά την απελευθέρωση από το σχολείο, ένιωσα ότι κάπως έπρεπε να κηρύξω την ενηλικίωσή μου. Άρχισα να βάφω, λοιπόν, τα τότε καστανά μαλλιά μου. Έχω πάει από κοκκινομάλλα, σε μαυρομάλλα, σε καστανόξανθο και κάστανο με ombré φούξια μαλλί σε διάστημα 7 χρόνων. Ευτυχώς, ως τότε είχα πλούσια μαλλιά όποτε τίποτα δεν με σταματούσε από το να πειραματιστώ. Μέχρι που αποφάσισα να κάνω τα μαλλιά μου πλατίνα. Η τότε, άπειρη κομμώτρια μου, αποφάσισε να μου κάνει ντεκαπάζ στη ρίζα με αποτέλεσμα -όπως ήταν λογικό- να καούν τα μαλλιά μου και μια μέρα που λουζόμουν να αρχίσουν να μένουν ολόκληρες τούφες στα χέρια μου. Το αποτέλεσμα; για τουλάχιστον ένα χρόνο να έχω μαλλιά, μόνο στο μπροστινό μέρος. Τα αποκαλούσα «αυτάκια».

«Κεφάλαιο κούρεματα»: Παρόλα αυτά τον χειρότερο εφιάλτη έχω ζήσει το 2009, με το κούρεμα που μου είχε κάνει μια κομμώτρια που είχα γνωρίσει μέσω μιας φίλης. «Έχει καταπληκτικό ψαλίδι» ήταν το quote που τη συνόδευε. Σαν ανίδεη με το πώς πρέπει να κουρεύονται οι σγουρομάλλες -αν και σγουρομάλλα από τότε που γεννήθηκα-, της ζήτησα να μου καθαρίσει λίγο τις αφέλειες που ήδη είχα. Αφού κούρευε με τις ώρες, σε μια στιγμή τη ρώτησα έντρομη: «Μήπως είναι εντάξει;», η κομμωτήρια ανενόχλητη συνέχισε να κουρεύει λες και κούρευε τα μαλλιά της Ραπουνζελ. Το «καταπληκτικό ψαλίδι» ήταν όντως καταπληκτικό, γιατί έκοβε κανονικότητα τα λιγοστά μαλλιά μου με αποτέλεσμα όταν λουστΏ και τα στεγνώσω το ίδιο βράδυ στο σπίτι (έτσι όπως μου τα στέγνωσε η ίδια δεν είχα καταλάβει τίποτα για το τι επρόκειτο να αντικρίσω), να δω ότι οι αφέλειΈς μου ήταν ανύπαρκτες. Φρίκαρα ΠΡΟΦΑΝΩΣ, δεν ήξερα τι να κάνω και περιττό να πω πως 3 ημέρες μετά έφευγα για διακοπές στη Μύκονο.

 

Το αποτέλεσμα; Να φέρω μερικές τούφες από τα πίσω μαλλιά μου μπροστά και να τα κουρέψω ΜΟΝΗ μου στο μήκος των αφελειών και λίγο πιο μακριές, ώστε να φαίνονται πιο πλούσιες. Φυσικά αυτό δεν έκανε πολλά για να βελτιώσει την όψη των μαλλιών μου. Η φωτογραφία μιλά από μόνη της.

Χριστίνα Θεοδωροπούλου

Ο εφιάλτης του κομμωτηρίου για μένα είναι το ίδιο το κομμωτήριο. Δεν έχω κάτι προσωπικό, τουλάχιστον όχι κάτι που να δικαιολογεί αυτή μου την αίσθηση. Αλλά οι συχνές επισκέψεις στο κομμωτήριο δεν είναι το φόρτε μου. Πάω δυο φορές το χρόνο για να κουρευτώ και λίγες ακόμα, αν χρειαστεί να περιποιηθούν χέρια επαγγελματία τα μαλλιά μου. Ωστόσο, ακόμα κι από αυτές τις λίγες φορές, έχω μία εφιαλτική εμπειρία να διηγηθώ και έρχεται από τα προεφηβικά μου χρόνια. Πρόκειται για την πρώτη φορά που με πήγε σε ένα καλό κομμωτήριο η μαμά μου. Ήθελα ένα κούρεμα ξεχωριστό, να κάνει τη διαφορά και το πέτυχα. Πήγαμε, λοιπόν, από τη Μάνδρα (Αττικής να σημειώσω) στο Κολωνάκι και εγώ με το μαλλί πυκνό και μακρύ μέχρι την πλάτη, θρονιάζομαι όλο χαρά στην καρέκλα του κομμωτηρίου. Με ρωτάνε για το μήκος και εγώ μάλλον δεν έδωσα σαφή απάντηση αφού βγήκα με καρφάκια. Ο κομμωτής έκοβε, εγώ έπαιρνα βαθιές ανάσες και στο τέλος έφυγα με μάτια βουρκωμένα. Αφού η μαμά μου πλήρωσε τον λογαριασμό, όμοιο με ένα ζευγάρι δερμάτινες γόβες, βγήκαμε από το κομμωτήριο και ξέσπασα σε κλάματα. Ήμουν μόλις δεκατέσσερα και είχα τα μαλλιά του Fido Dido. Η μαμά μου γελούσε με την καρδιά της, λέγοντάς μου ότι είναι πολύ ωραία (δεν ξέρω ακόμα αν το εννοούσε πραγματικά) κι εγώ καθόλου ψύχραιμη προσπαθούσα να σκεφτώ τι θα κάνω για να τα στρώσω. Δεν μπορούσα να τα πιάσω μία κοτσίδα που λέει ο λόγος. Τελικά, η εποχή με βοήθησε αφού ήταν καλοκαίρι και το μαλλί μου δεν με κούρασε καθόλου.

 

Μετά το μπάνιο στέκονταν από μόνα τους, ούτε σεσουάρ, ούτε ισιωτικές. Αυτά τα καρφάκια-εφιάλτης όμως δεν με σημάδεψαν και ποτέ δεν με απέτρεψαν από το να κόβω κοντά τα μαλλιά μου. Ξέρω όμως που να σταματήσω πια. Τότε μπορεί να ορκιζόμουν ότι δεν θα το ξανάκανα, όλα όμως ξεχνιούνται.

Κλέλια Φατούρου

Εφιάλτες στο κομμωτήριο έχω ζήσει όλες τις φορές που έχω δοκιμάσει ένα νέο χρώμα. Εφόσον δε με έπαιρνε να εκτονωθώ στο μήκος των κατσαρών μαλλιών μου, είπα να κάνω ένα κόκκινο της φωτιάς στα 16 μου, το οποίο βγήκε τσιχλοφουσκέ σαν το χυμό που έχει μέσα η Bubbaloo. Κατάλαβα ότι είναι λάθος όταν με κοίταξαν έντρομοι δύο νεαροί που περίμεναν στο σαλονάκι για κούρεμα. Μου χαμογέλασαν σαν να με λυπούνται και αυτό συνεχίστηκε όταν βγήκα έξω στο δρόμο. Αφού έβαλα τα κλάματα για το μεγάλο λάθος που έκανα και δεν μπορούσα να υποστηρίξω σε αυτήν την ηλικία, έπρεπε να έρθω αντιμέτωπη και με το άλλο πρόβλημα. Πώς θα βγει η κόκκινη βαφή από όλες τις πετσέτες με τις οποίες έλουζα τα μαλλιά μου. Προφανώς και τις πέταξα όλες.

 

Την έχω ξαναπάθει με χρώμα, γιατί πειραματιζόμουν συχνά, τρομάρα να μου’ρθει. Για να φύγει σου λέει το κοκκινοχάλκινο μια και καλή, θέλει ένα καλό μαύρο κορακί. Ευτυχώς ήμουν ακόμα μαθήτρια και δε με είδε πολύς κόσμος σε αυτό το χάλι.

Βιβή Αγγελάκη

Μέχρι το Μάρτη του ’16 πίστευα πως ο μεγαλύτερος εφιάλτης που ζούσα  και θα ζούσα στη ζωή μου ήταν αυτός της κουζίνας (βάζω μέσα μαγειρικές δεξιότητες που δεν έχω και το πλύσιμο οικιακών σκευών που σιχαίνομαι). Αμ, δε. Εκεί κοντά στην 25η Μαρτίου, αποφάσισα να πάω σε ένα κομμωτήριο που ομολογουμένως δεν είχα ξαναπάει στη ζωή μου (#λάθος1) για να δοκιμάσω- beauty editor’s life- μία ολοκαίνουργια θεραπεία για τα μαλλιά. Περιχαρής, χωρίς κανένα κόλλημα με κομμωτήρια και κομμωτές, μπήκα στο κομμωτήριο, καλησπέρισα και έκατσα στην καρέκλα. Η εφαρμογή της θεραπείας δεν πήρε πάνω από μία ώρα, το στέγνωμα κανένα 15 λεπτό και εκεί που γινόταν κουβέντα για τρίχες, δεκαετίες, ψαλίδια (ναι, για τα φανταστικά ψαλίδια του που πήρε από το εξωτερικό- δεν έφερα αντίρρηση)  και τα συναφή, το ολόισιο look της Ελένας Ναθαναήλ έσκασε ως  η τέλεια ιδέα που θα απογείωνε τα υγιέστατα -μετά τη θεραπεία- μαλλιά μου. Δεδομένου του ότι είχα μακριά μαλλιά με χαμηλό φιλάρισμα που ήθελα-ψέματα δεν θα σου πω- να ξεφορτωθώ και να τα φέρω όλα σε ένα μήκος, χωρίς να το πολυσκεφτώ είπα το ναι. Το ότι κάτι μπορεί να πήγαινε λάθος δεν πέρναγε καν από το μυαλό μου, ούτε ως υποψία. Τέσσερα δάχτυλα πιο κοντά- όλα σε ένα μήκος- σε ολόισια μαλλιά. Η μπέρτα μπήκε και το κούρεμα ξεκίνησε. Χωρίστρα στη μέση με τα μαλλιά μισά- μισά να μπαίνουν μπροστά και πίσω. Επαναλαμβάνω: Τέσσερα δάχτυλα πιο κοντά- όλα σε ένα μήκος- σε ολόισια μαλλιά. Και να που η ώρα περνούσε και κάτι δεν πήγαινε καλά. Εκείνος γονατιστός στο πλάι της καρέκλας μου ενίοτε, να εναλλάσσει τα διάσημα ψαλίδια του και να με κουρεύει, να με κουρεύει, να με κουρεύει. Μέχρι που τελείωσε και έφερε όλα τα μαλλιά μου μπροστά. ΣΟΚ και ΔΕΟΣ (δες φωτό).

 

Οι πρώτες διορθώσεις έγιναν και αν κρίνεις από το τελικό look στη φωτό, μπορείς να καταλάβεις πόσο χειρότερα ήταν τα μαλλιά μου. Πολύ χειρότερα. Τα λόγια ήταν περιττά, από Έλενα Ναθαναήλ αισθάνθηκα τουλάχιστον Μάρθα Βούρτση. Προφανώς και το μόνο που ήθελα ήταν να πιάσω τα μαλλιά μου ψηλά και να φύγω τρέχοντας. Ώσπου να κλείσω το ραντεβού στο κομμωτήριο που πήγαινα συνήθως είχα τα μαλλιά πιασμένα μόνο ψηλά. Μόνο πιασμένα. Μόνο σε κότσο. Εφιάλτης. Happy Halloween!

Κεντρική Φωτογραφία: AP Photo/Jens Meyer