ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Οι γυναίκες του “Νοτιά”

Η μάνα του, η φίλη-αγαπημένη του, η ερωμένη του. Τρία υπέροχα θηλυκά, τρείς γυναίκες – νεαρές, ώριμες, χειραφετημένες, ερωτικές, εκκεντρικές, παθιασμένες –  πλέκουν τον «ιστό» μες στον οποίο μπλέκεται ο Σταύρος, ο ήρωας της ταινίας «Νοτιάς» του Τάσου Μπουλμέτη, που εκτυλίσσεται στα 70΄s.

 

Τις ζωντανεύουν, στο «πανί» τρεις εξαιρετικές Ελληνίδες ηθοποιοί – από το παλιό και το «νέο αίμα» του ελληνικού θεάτρου. Το Ladylike σας τις συστήνει.

Μαρία Καλλιμάνη

 

H – πρώην απόφοιτος της Ιστορικής και Αρχαιολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών – στράφηκε στην υποκριτική στα 22 της, όταν ανακάλυψε πως ο ρόλος της «Ηλέκτρας»  σε κάτι θεατρικά σεμινάρια που παρακολουθούσε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, την βοηθούσαν να διαχειριστεί τη θλίψη για την απώλεια του πατέρα της. Κατέληξε στο συμπέρασμα πως η τέχνη – ιδίως η μεγάλη τέχνη- είναι παρηγορητική. Αποφοίτησε από τη δραματική σχολή του θέατρου «Εμπρός» και έκτοτε έχει διανύσει χιλιόμετρα – στο θέατρο, σε ρόλους ρεπερτορίου, λιγότερο στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο. Ο «Νοτιάς» είναι η 12η ταινία στην οποία συμμετέχε. Η εξαιρετική Μαρία Καλλιμάνη με το πρόσωπο άφατης γλυκύτητας, που αλλάζει εκατομμύρια συναισθήματα ανά δευτερόλεπτο είναι η αγαπημένη των νέων Ελλήνων σκηνοθετών, όπως ο Γιάννης Οικονομίδης ( Το μικρό ψάρι, Μαχαιροβγάλτης), ο Αλέξανδρος Αβρανάς (Μiss Violence), o Θανάσης Καρανικόλας (σ.σ. για το ρόλο της  στην ταινία «Στο σπίτι» κέρδισε, πέρυσι, το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου), ο Σωτήρης Γκορίτσας, ο Σύλλας Τζουμέρκας κ.α

-Από μια άποψη, ο Τάσος Μπουλμέτης είναι, ίσως, ο πιο mainstream κινηματογραφικός σκηνοθέτης απ’όσους έχεις συνεργαστεί

Δεν πιστεύω σε ταμπέλες, το εμπορικό σινεμά, το mainstream, το πειραματικό σινεμά ή το greek weird cinema – θεωρώ πως στις μέρες μας τα όρια είναι πιο ρευστά, και στο σινεμά και στο θέατρο. Άλλωστε τον Τάσο (σ.σ. Μπουλμέτη), συνεργαστήκαμε θαυμάσια – είναι ένας τρυφερός άνθρωπος και ένας σκηνοθέτης πολύ εφευρετικός, που σου αφήνει χώρο, που σου επιτρέπει να «συνδημιουργείς» το ρόλο. Τι άλλο να ζητήσει ένας ηθοποιός  ;

-Στην ταινία παίζεις τη Μάγδα, τη μητέρα του ήρωα. Τι είδους γυναίκα είναι αυτή;

Η Μάγδα είναι μια αστή, μια συνηθισμένη Ελληνίδα μητέρα που ανησυχεί για το παιδί της. Από την άλλη, είναι και ξεχωριστή– ακόμα και αν δεν δουλεύει, δεν είναι μια κοινή νοικοκυρά των ‘70’s, μια γυναίκα που μαραζώνει κλεισμένη μέσα σε ένα σπίτι. Είναι κοκέτα, ενεργητική, έξυπνη, μια «νεοφεμινίστρια» που καπνίζει, παρακολουθεί τις εξελίξεις, πηγαίνει στο σινεμά, ονειρεύεται ταξίδια. Μια χαρά θα μπορούσε να την φανταστείς να έχει μια ενδιαφέρουσα, παράλληλη ή μυστική ζωή…

 

-Την ήξερες αυτή τη γυναίκα; Σου ήταν οικείο πρόσωπο;

Ναι, την ήξερα – ή ακόμα και αν δεν την ήξερα, αρκούσε να σκεφτώ τη μητέρα του, τις θείες μου, όλες αυτές τις γυναίκες που βλέπουμε στις υπέροχες ελληνικές ταινίες  ή και στις ξένες για να τη «βρω». Άλλωστε, ουσιαστικά, δεν αλλάζει ο ηθοποιός – έτσι πιστεύω εγώ.  Ακόμα και αν αλλάζει η εποχή, ο άνθρωπος κάθε φορά είναι ίδιος, ο ρόλος κατά βάση είσαι εσύ σε συγκεκριμένες συνθήκες. Αρκεί να βρεις αυτές τις συνθήκες, για να βρεις το ρόλο.

-Ήταν ωραία εποχή τα ‘70’s λες; Ή εμείς τη βρίσκουμε πια ωραία, επειδή βουλιάζουμε στη νοσταλγία;

Ναι, ήταν ωραία . Ειδικά σήμερα που είναι σαν να τα έχεις δει όλα και δεν έχεις τίποτα να περιμένεις, που ζούμε όλοι μια ματαίωση, αυτή η εποχή δείχνει ακόμα πιο ωραία. Επιπλέον ο Τάσος αφήνει να περάσει μες στην ταινία κι ένα πολύ καίριο πολιτικό σχόλιο για το σήμερα – και το ωραίο είναι πως το κάνει με χιούμορ, όχι διδακτικά ή  κουνώντας σου το δάχτυλο.

-Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί κάνεις αυτή τη δουλειά; Ή για να το θέσω αλλιώς, είναι δύσκολο να είσαι ηθοποιός σήμερα;

Ναι, είναι δύσκολο – και μόνο το οικονομικό κομμάτι να πάρεις, το βλέπεις. Δεν πληρωνόμαστε καθόλου καλά, στο θέατρο, ειδικά, τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα – αν δεν έχεις κάποια βοήθεια ή κάποιο άλλο εισόδημα, δεν μπορείς να ζήσεις με αυτά που κερδίζεις. Εκτός αυτού, είναι μια δουλειά απαιτεί θυσίες, από το χρόνο, από την προσωπική σου ζωή, που «απομυζεί»  το αίσθημα, την ενέργεια, την πνευματική σου διαύγεια. Και πάλι, όμως, είναι μια υπέροχη δουλειά…

Τip : Αυτόν τον καιρό, η Μαρία Καλλιμάνη παίζει στα «Παιδιά του ήλιου» του Μαξίμ Γκόρκι, που «κατοικούν» στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Κ. Κουν, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Και επίσης, κάνει πρόβες για το έργο του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, «Πεταλούδα σε πηγάδι» που θα ανέβει στο «Αγγέλων Βήμα» στις αρχές Φεβρουαρίου. 

Χαρά-Μάτα Γιαννάτου

 

Με τα μακριά, κυματιστά μαλλιά και τα απόκοσμα, γαλάζια μάτια της, η Χαρά δείχνει σαν να ξεπήδησε από κάποιο flower power αφιέρωμα στο φεστιβάλ του Γούντστοκ – μπορείς να την φανταστείς με καρδούλες στα μάγουλα, κορδέλες, φανταχτερά πουκάμισα και παντελόνια καμπάνες, να τραγουδάει για τον ελεύθερο έρωτα και την παγκόσμια ειρήνη. Ως και το όνομά της είναι indie : «Το «Χαρά- Μάτα» είναι η σύντμηση του Χαρά-Σταματική. Αλλά, οι γονείς μου, μου έλεγαν – εξομολογείται γελώντας – πως «δημιουργήθηκα» πολύ πρωί, άρα το «χαράματα», είναι ένα όνομα πολύ ταιριαστό…». Λογικό, αν σκεφτείς πως και οι δυό γονείς της είναι καλλιτέχνες – ο πατέρας της, είναι ο Νίκος Γιαννάτος, ο μπασίστας των Πυξ Λάξ και η μητέρα της η Χριστίνα Λάιπνιχ, η οποία δούλευε ως βοηθός σκηνοθέτη στο Βερολίνο.  Ακόμα και ο  παππούς της, Χάραλντ Λάιπνιχ, ήταν γνωστός Γερμανός ηθοποιός του θεάτρου και το σινεμά. Και η Χαρά- Μάτα λατρεύει το σινεμά. Στον «Νοτιά» υποδύεται την Αλίκη «μια από τις γυναίκες που ερωτεύεται ο ήρωας. Η Αλίκη  δουλεύει και σπουδάζει, είναι ένα κορίτσι χειραφετημένο, γήινο, ώριμο – πολύ πιο ώριμο από τον Σταύρο…»

-Είσαι μόλις 26 χρονών – τα ‘70s θα πρέπει να σου φάνηκαν σαν αρχαία ελληνική ιστορία. Τι σε βοήθησε να μπεις στο κλίμα;

Τα ρούχα ! Φορώντας τα έμπαινες αβίαστα στο κλίμα της εποχής. Έπειτα, ακόμα και σε μας που δεν την έχουμε ζήσει η δεκαετία αυτή έχει ένα χρώμα και έναν τόνο πολύ ξεκάθαρο. Χωρίς να το καταλαβαίνουμε, την κουβαλάμε μέσα μας..

-Το πολιτικό κλίμα το ήξερες ; Ή χρειάστηκε να το μάθεις;

Το ήξερα, αλλά, φυσικά, έκανα έρευνα, και διάβασα κιόλας. Εντάξει, όσο διαρκούσαν τα γυρίσματα, δεν σκέφτηκα ποτέ «αυτή είναι η εποχή που άλλαξε πολιτικά την Ελλάδα, από δω ξεκίνησαν όλα…». Μπήκα μέσα στο σύμπαν της ταινίας και έμεινα εκεί. Βλέποντάς την όμως σήμερα, καταλαβαίνω πως – με έναν τρόπο- η ιστορία που διηγείται ο «Νοτιάς», είναι ακόμα ζωντανή και επίκαιρη.

 

Γιατί είναι δύσκολη η δουλειά του ηθοποιού;

Γιατί είναι μια δουλειά που δεν τελειώνει, όταν τελειώνει – την «παίρνεις» μαζί σου, όπου πας, σε απασχολεί διαρκώς, «καταλαμβάνει» το μυαλό σου. Είναι βασανιστικό, αλλά μαζί και δημιουργικό. Κάπως σαν έρωτας, χωρίς ανταπόκριση. Μπορεί να ξέρεις πως σου κάνει κακό, αλλά δεν μπορείς να «ξεκολλήσεις», να προχωρήσεις και να το αφήσεις πίσω σου.

-Θα μπορούσες να πεις «όχι» σε μια μέτρια δουλειά, για να μην μείνεις άνεργη;

Ναι. Μες στα 3 αυτά χρόνια που έχω δουλέψει, δεν έχει υπάρξει ποτέ δουλειά που να μην την έχω αγαπήσει και να μην είμαι περήφανη γι’αυτήν. Όσο μπορώ, θα προσπαθήσω να έχω πάντα την ελευθερία επιλογής.

-Τι είναι ο Νοτιάς, Χαρά;

Είναι ένας αέρας, ταξιδιάρικος που τρέφει την φαντασία. Που φέρνει πίσω αναμνήσεις και ξεσηκώνει τις επιθυμίες για όσα ονειρεύεσαι.

Tip : Τον Μάρτιο, θα βγεί στις ελληνικές αίθουσες η ταινία «Μια ανάσα» του Γερμανού σκηνοθέτη Κρίστιαν Τσούμπερτ, στην οποία πρωταγωνιστεί η  Χαρά Μάτα Γιαννάτου. Θα πάρει μέρος, επίσης, στον  «Ματωμένο Γάμο» του Λόρκα, που θα παιχτεί στη Γερμανία, με γερμανικό θίασο και σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση.

Μελισσάνθη Μαχούτ

 

Η μελαχρινή Μελισσάνθη είναι όμορφη σαν αερικό – και ναι, συμφωνεί πως το όνομά της ήταν γέννημα της ποιητικής φαντασίας μιας μαμάς «πολύ Χατζηδακικής». Ο πατέρας της είναι Καναδός. Γεννήθηκε στον Καναδά, μεγάλωσε στην Ελλάδα, αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 2009. Είναι κάτοχος BA ( Hons) στην υποκριτική από την Royal Academy of Dramatic Arts (RADA) από την οποία αποφοίτησε το 2012 και έχει συμμετάσχει σε παραστάσεις σε θέατρα όπως το «King’sHead» και το «GlobeTheatre»

Στον «Νοτιά», υποδύεται την Μπέτι – «ένα κορίτσι που δεν έχει γίνει ακόμα γυναίκα, είναι σε αυτή την ηλικία που ο άνθρωπος ψάχνεται, πειραματίζεται, αναζητά τον εαυτό του. Η Μπέτι είναι ελεύθερη, άπιαστη, λίγο εκκεντρική,«ερωτευμένη» με την υποκριτική. Θέλει να γίνει ηθοποιός και κάνει τα πάντα γι’αυτό…»

-Όσο ήσουν στην Αγγλία δούλεψες στο θέατρο και στην τηλεόραση – πώς ήταν η εμπειρία του πλατώ, εκεί;

Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμιά σύγκριση του «εδώ» με το «εκεί» – τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την οργάνωση της παραγωγής. Αρκεί να σου πω, πως εκεί υπάρχει άνθρωπος, που βοηθάει τους ηθοποιούς να περάσουν απέναντι, στο δρόμο! Είναι τυπικοί και οργανωμένοι σε  βαθμό υπερβολής…

-Μια ταινία – κάθε ταινία, αλλά ειδικά μια ταινία εποχής, όπως ο «Νοτιάς» – έχει τη δική της «γλώσσα» – οι άνθρωποι ντύνονται, σκέφτονται, μιλάνε αλλιώτικα. Ακόμα και ο τρόπος που στήνονται ή που κινούνται μπορεί να διαφέρει. Από ποια πόρτα «μπαίνεις» σε αυτό το σύμπαν;

Ερευνάς, Διαβάζεις. Βλέπεις. Ακούς. Παρατηρείς. Από μια άποψη είμαστε πολύ τυχεροί που ο «Νοτιάς» ήταν τοποθετημένος στα ‘70’s, γιατί έχουμε ακόμα πολλές εικόνες απ’αυτή τη δεκαετία, πολλά ερεθίσματα από την μουσική, την μόδα, τον σινεμά κ.λπ. Ήταν μια δεκαετία πολύ κομβική – και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Βοήθησε βέβαια και ο Τάσος με στοιχεία και πληροφορίες, ακόμα και με τις δικές του, αυτοβιογραφικές ιστορίες, που μας διηγιόταν στα διαλείμματα, ανάμεσα στα γυρίσματα…

 

-Τι σε γοητεύει απ’αυτή τη δεκαετία;

Η μουσική, σαφέστατα. Μουσικά, τα ‘70’s είναι η δεκαετία των θρύλων – Beatles, Stones, Βowie, Talking Heads .. Aρκεί να σου πω, πως οι δικοί μου έχουν μια ατέλειωτη συλλογή βινυλίων από εκείνη την εποχή, που τα άκουγαν διαρκώς. Έτσι, έμαθα να αγαπώ κι εγώ τα βινύλιο – νομίζω πως αυτό το «κρακ» που κάνει στον ήχο, δεν θα το κάνει ποτέ κανένα CD…»

-Η «Μπέτι», ο «Σταύρος», η «Αλίκη» της ταινίας είναι η πρώτη γενιά της μεταπολίτευσης, τα παιδιά που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο. Τι σου λέει η ιστορία τους, εσένα που είσαι σήμερα – σχεδόν- στην ηλικία τους και ξέρεις το τέλος του «έργου; Τους βλέπεις με τρυφερότητα ή με θυμό; Με θλίψη;

Ναι, μελαγχολώ λίγο, για να είμαι ειλικρινής. Γιατί για μια ακόμα φορά διαπιστώνεις πως τίποτα δεν αλλάζει ποτέ, πως οι άνθρωποι δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Ίσως γιατί στεκόμαστε αλαζονικά απέναντι στο κακό – το βλέπουμε, αλλά πιστεύουμε πως δεν θα συμβεί ποτέ σε μας.

-Τι είναι ο Νοτιάς Μελισσάνθη;

Είναι άνεμος που αναστατώνει, που φέρνει αλλαγή. Και που θολώνει λίγο το πρίσμα μέσα από το οποίο βλέπεις τα πράγματα

Τip : Αυτόν τον καιρό, η Μελισσάνθη Μάχουτ παίζει την Σόνια, την καλόκαρδη πόρνη στο «Έγκλημα και Τιμωρία», το αριστούργημα του Ντοστογιέφσκι που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο, σε μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη.

 

Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson