ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ρένα Βλαχοπούλου: 10 κορυφαίες ατάκες της που έγραψαν ιστορία

«Ντρεπόμουν να βγω στη σκηνή με νούμερο. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα γίνω ηθοποιός. Απλώς έτυχε να με δουν. Πίστεψαν από την αρχή ότι ήμουν καλή. Εγώ δεν το πίστευα. Ρε συ, Μίμη, τι να σου πω. Φοβάμαι ότι δεν θα τα καταφέρω, λέω στον Τραϊφόρο. Ο κόσμος χειροκροτούσε να βγω στη σκηνή. Εγώ δεν έβγαινα. Ξαφνικά με πιάνει ο Τραϊφόρος και με σπρώχνει στη σκηνή. Βγήκα, το νούμερο χάλασε κόσμο. Στη συνέχεια μου έδωσαν κι άλλα νούμερα και καθιερώθηκα ως ηθοποιός».

Έτσι απλά η Ρένα Βλαχοπούλου γίνεται ηθοποιός. Το ταλέντο δεν θέλει παίδεμα και η Ρένα γεννήθηκε αστέρι. Κάθε ατάκα, κάθε κίνηση, κάθε βλέμμα, κάθε επιφώνημα. Μοναδική.

Κορυφαία σκηνή το περπάτημα στην έρημο στο Μία Ελληνίδα στο χαρέμι αλλά και οι τούμπες με τον κουβά στην είσοδο του ξενοδοχείου στο Η Θεία μου η Χίπισσα. Η Ρένα Βλαχοπούλου γεννήθηκε σαν σήμερα 28 Ιουλίου του 1917 στην Κέρκυρα και πέθανε στις 29 Ιουλίου 2004 στο Μαρούσι Αττικής.

Και όπως γράφει η σελίδα της Finos Film στο Facebook: «Ο όρος ”κωμωδία” έχει ταυτιστεί με το όνομά της και δίκαια έχει κερδίσει τον τίτλο της καλύτερης κωμικού της χώρας μας. Πολυτάλαντη, πολύπλευρη, αυθεντική και μπριόζα, η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν και θα είναι ένα σπάνιο διαμάντι του ελληνικού κινηματογράφου, αφού ακόμα και από εκεί ψηλά, συνεχίζει να σκορπά χαρά».

Ρένα Βλαχοπούλου: 10 ατάκες που έγραψαν ιστορία

Χιούμορ έχω λεφτά δεν έχω. Και από αύξηση δε βλέπω, δεν λέτε κουβέντα. Πότε θα έρθει η ώρα, όταν θα μείνω με ένα δόντι; (Μία Ελληνίδα στο χαρέμι)

Σούζi τρως και ψεύδεσαι και τρως (Η Παριζιάνα)

Madame Pelagie de Paris, de combination, de κομπινεζόν, l’ escalier, toilette, very sex, ζαμανφού. (Η Παριζιάνα)

Αυτό ήταν. Τον έπιασε, τον έπιασε. Έλα Βαγγέλη μου. Έλα Βαγγελάκη μου η Παναγιά μαζί σου. Κοίτα μωρή τι του κάνεις του παιδιού. Σιγά Βαγγέλη μου. Σύνελθε αγοράκι μου. Έτσι. Δεν έχεις αφήσει τρελό για τρελό να μην τον έχεις φέρει σ’αυτό το σπίτι. (Η Παριζιάνα)

Να πάρει η ευχή. Άντε χάσου από ‘δω. Γιατί χασμουρήθηκες; Όχι, να μη χασμουρηθείς γιατί μου έφερες γρουσουζιά. Αη μωρή, φύγε από ‘δω πέρα. (Η χαρτοπαίχτρα)

Τώρα βυθίζομαι. Ρίχνε προτού βυθιστώ. Βυθίζομαι σε ύπνο. Κατοστάρι είπαμε μαντάμ. Μπορεί να κοιμόμαστε αλλά βλέπουμε. Βυθίζομαι σε πολύ βαθύ ύπνο. Ρίξε κι άλλο. (Μία Ελληνίδα στο χαρέμι)

Δεν μου λες συμπέθερε. Είσαι στο Φάληρο και θες να πας Πατησίων. Παίρνεις το ταξί, παίρνει τη Συγγρού, φτάνει Ομόνοια και φτάνει Πατησίων. Ετούτο το ρημάδι, πού ξέρει αυτός εδώ πέρα πού να το πάει. Τα σύννεφα τι έχουν κόκκινο και πράσινο. Αντί να πάει στα Μάταλα και πάει στην Καλαμάτα; (Η Θεία μου η Χίπισσα)

Τι χρυσό μου; Τι πράγμα; Πόσο τα ‘χεις; Αυτό είναι πολιτισμός. Και εδώ μπαίνεις στο τρόλεϊ για Πατησίων, που κάνει και περισσότερη ώρα και κάθεσαι με στο ένα πόδι σαν να ‘σαι πελαργός και δε σου δίνουν τίποτα. Τσάμπα είναι όλα; Του κυρίου Ωνάση δεν είναι; Ας τα πιούμε στην υγειά του. (Η Θεία μου η Χίπισσα)

Πέθανε ο θείος. (Μία Ελληνίδα στο χαρέμι)

Ναι, ναι μωρέ κοίτα. Ο καπετάνιος μου κλείνει το μάτι. Βρε αι στο διάλο με τρελάνατε. Ναι, θα περάσει το καραβάνι των οχτώ και δέκα. (Μία Ελληνίδα στο χαρέμι)