ΤΟ Α

Μια ωδή στον Τσάντλερ Μπινγκ

Getty Images/LadyLike

Πριν από μερικά χρόνια σε κάποια έξοδό μου στο θρυλικό Pop, το οποίο επισκεπτόμουν σχεδόν καθημερινά με την παρέα μου εκείνο το διάστημα, συνάντησα τυχαία έναν παλιό μου συμμαθητή. Βασικά, όχι απλώς έναν παλιό μου συμμαθητή, ένα μέλος της σχολικής μου παρέας που κράτησε αρκετά χρόνια μετά το σχολείο. Ξέρετε ποια λέω, εκείνη τη μικτή παρέα, την πρώτη πραγματική ενήλικη παρέα, την τυχερή εκείνη παρέα που όλοι ήσασταν πια αρκετά μεγάλοι για να έχετε αυτόνομες ζωές, αλλά πολύ μικροί για να έχετε πραγματικές έγνοιες κι έτσι περνούσατε μέρες-νύχτες-διακοπές-μετακομίσεις-σαββατοκύριακα μαζί, που πηγαίνατε όλοι μαζί πακέτο, γεγονός που δυσκόλευε κρατήσεις τραπεζιών, δωματίων σε διακοπές, χωρητικότητες αυτοκινήτων, αλλά κανείς δεν περίσσευε, που δεν υπήρχε πρωταγωνιστής και κομπάρσοι, ένα true ensemble.

Το πραγματικά θαυμαστό με τα ensemble είναι πως ανεξαρτήτως του ότι κάποιοι μπορεί να ήταν πιο κολλητοί μεταξύ τους, μπορούσαν να γίνουν όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί και πάλι ήταν οκ. Με όποιον και να βρισκόσουν ήταν εξίσου οικείο και φαν, δεν υπήρχε κάποιος που έλεγες «δεν κολλάει να βγω μόνο με τον τάδε». Παραδόξως ή και όχι, αυτού του τύπου οι παρέες αποτελούνταν συνήθως από ανθρώπους που σε ήξεραν όταν ήσουν ακόμη μικρός.

Εκείνο το βράδυ λοιπόν, στο Pop, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν ξαναείδα τους φίλους με τους οποίους είχα πάει. Πέρασα το υπόλοιπο της βραδιάς με εκείνον, που όπως και με τους υπόλοιπους εκείνης τη παρέας, κρατούσαμε πλέον μια αραιή αλλά ουσιαστική επαφή. Στο τέλος της βραδιάς που αναγκαστικά έπρεπε να χωριστούμε, μου είπε «αύριο πάω στο Ξυλόκαστρο με κάτι φίλους, θες να έρθεις;», εγώ είπα «φυσικά», ακύρωσα έναν γάμο που είχα κανονίσει να πάω και πέρασα όλο το σκ μαζί του και την παρέα του, που καθόλου δεν παραξενεύτηκε που εμφανίστηκα, σαν η οικειότητα που είχαμε να τους έκανε να πιστεύουν ότι ήμουν πάντα εκεί.

Αν υπήρχε ένας πραγματικός ήρωας σε αυτή τη σειρά για εκείνη τη μικτή παρέα, εκείνη την πρώτη αληθινή ενήλικη παρέα, εκείνη την τυχερή παρέα που ήταν αρκετά νέοι αλλά και αρκετά μεγάλοι ώστε να μπορούν να γίνουν οικογένεια, εκείνο το true ensemble όπου κανένας δεν ήταν πρωταγωνιστής, τότε αυτός ήταν ο Τσάντλερ.

Στην τελευταία σκηνή του Friends: The Reunion, ο Μάθιου Πέρι, ο Τσάντλερ δηλαδή, φτάνει πολύ κοντά στο να δακρύσει. Είναι ο μόνος που μέχρι εκείνη τη στιγμή θεωρούμε ότι δεν το έχει κάνει ήδη και ίσως σε κάποιους δεν κάνει εντύπωση καθώς και στη σειρά δυσκολευόταν να εκδηλώσει έτσι τη θλίψη ή τη συγκίνησή του. Λέει: «Ο καλύτερος τρόπος να το περιγράψω είναι πως αφού τελείωσε η σειρά, αν σε κάποιο πάρτι ή άλλη κοινωνική εκδήλωση, κάποιος από εμάς συναντούσε έναν από τους υπόλοιπους, αυτό ήταν το τέλος. Θα καθόταν μαζί του όλο το βράδυ. Απολογούσουν στους ανθρώπους με τους οποίους είχες πάει, αλλά έπρεπε να καταλάβουν ότι συνάντησες κάποιον πολύ ξεχωριστό και θα έπρεπε να περάσεις την υπόλοιπη βραδιά μαζί του.

Έτσι λειτουργούσε.» Η Κόρτνει Κοξ σπάει και λέει “δεν γελάω, κλαίω γιατί είναι τόσο αλήθεια αυτό”, ο Πέρι λέει “νομίζω θα κλάψω κι εγώ τώρα”, και η Λίσα Κούντροου του δίνει ένα χαρτομάντηλο. «Covid-tested;», τη ρωτάει και είναι η πρώτη φορά που ακούμε τη λέξη covid στα 100 λεπτά αυτού του reunion που γυρίστηκε εξ ολοκλήρου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά σε καμία άλλη φάση (αν εξαιρέσουμε τη στιγμή που μια κοπέλα από το κοινό σηκώνεται να κάνει μια ερώτηση και στον καρπό της φευγαλέα βλέπεις να κρέμεται μια μάσκα) δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την ύπαρξη του ιού -άρα της πραγματικότητας.

Παρότι τους αγαπάς όλους γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, είναι εκείνη η παρέα, συνειδητοποιείς πως ίσως, ίσως ο Τσάντλερ, από όλα τα “Φιλαράκια” ο Τσάντλερ να ήταν ο μόνος πραγματικός σου φίλος.

Αν υπήρχε ένας πραγματικός ήρωας σε αυτή τη σειρά για εκείνη τη μικτή παρέα, εκείνη την πρώτη αληθινή ενήλικη παρέα, εκείνη την τυχερή παρέα που ήταν αρκετά νέοι αλλά και αρκετά μεγάλοι ώστε να μπορούν να γίνουν οικογένεια, εκείνο το true ensemble όπου κανένας δεν ήταν πρωταγωνιστής, τότε αυτός ήταν ο Τσάντλερ. Μπορεί κανένας να μην περίσσευε, αλλά αν κάποιος δεν μπορούσε να λείπει -τουλάχιστον στα δικά μου μάτια- ήταν ο Τσάντλερ. Ο Τσάντλερ που ακόμα και στο reunion είναι αυτός που κάνει το reality check, την ώρα που οι άλλοι σίγουρα γνήσια αλλά και λίγο δραματικά συγκινούνται, δακρύζουν, διατυπώνουν πιασάρικες τηλεοπτικές ατάκες, αγκαλιάζονται συνεχώς, γελάνε τρανταχτά, μιλάνε πολύ.

Ο Τσάντλερ, δηλαδή ο Μάθιου Πέρι, είναι ο πιο αμήχανος, ο πιο φειδωλός, κάποιες στιγμές μοιάζει να χάνεται, δεν πιάνει όλα τα αστεία, συχνά τον έχουν εκτός πλάνου, σε μια φάση νομίζεις ότι κάποιους από τους extras που κάνουν guest εμφανίσεις δεν τους αναγνωρίζει καν, είναι που ξέρεις και το παρελθόν του, το αλκοόλ, τις αποτοξινώσεις, τον εθισμό στα Vicodin, είναι που έχεις δει τις αυξομειώσεις βάρους του κατά τη διάρκεια των σεζόν, που έχεις ακούσει να λέει πολύ αργότερα σε κάποια συνέντευξη πως τρία χρόνια από τη σειρά δεν τα θυμάται καν, τόσο μεθυσμένος τα πέρασε, τόσο διαλυμένος, σε κάποια φάση λέει «όταν δεν γελούσε το κοινό με κάποιο από τα αστεία μου, κατέρρεα, ήθελα να πεθάνω» και οι άλλοι σαστίζουν, δεν το ήξεραν, δεν το είχαν αντιληφθεί, και στο τέλος είναι ο μόνος που αναφέρει τον Covid, κι όσο κι αν αυτό σε σοκάρει γιατί δεν θες ο Τσάντλερ να ανησυχεί για τον Covid -βασικά δεν θες ο Τσάντλερ να ανησυχεί για τίποτα- είναι η υπενθύμιση πως παραμένει ο μόνος με το ένα πόδι να πατάει στην πραγματικότητα, είναι ο μόνος πραγματικά συγκινημένος, ο μόνος πραγματικά «σπασμένος», και παρότι τους αγαπάς όλους γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, είναι εκείνη η παρέα, συνειδητοποιείς πως ίσως, ίσως ο Τσάντλερ, από όλα τα “Φιλαράκια” ο Τσάντλερ να ήταν ο μόνος πραγματικός σου φίλος.