ΜΟΥΣΙΚΗ

Εσύ, ποια κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα είσαι;

Στο Βρυσάκι, στην Πλάκα, σε αυτή την φοβερή αυλή που θα ήθελα κάθε πρωί να ξυπνάω και να πίνω καφέ με τις γειτόνισσες μου, σε αυτό τον πολυδιάστατο και διακαλλιτεχνικό χώρο με αποστολή την προώθηση της Τέχνης και την κατεύθυνση της Δράσης, κατάφερα να πάω να δω "Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα" του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.

Πολύ γρήγορα για να μπείτε στη υπόθεση σας λέω πώς η ιστορία του Ισπανού συγγραφέα είναι γραμμένη το 1936, εκτυλίσσεται στην Ανδαλουσία. Μετά την κηδεία του άνδρα της, η 60χρονη Μπερνάρντα Άλμπα, επιβάλλει στις πέντε κόρες της, την Ανγκούστιας, τη Μαγκνταλένα, την Αμέλια, τη Μαρτίριο και την Αδέλα, πολύχρονο κατ’οίκον εγκλεισμό λόγω πένθους. Στο σπίτι ζει και η υπηρέτρια, η Πόνθια, και η Μαρία Χοσέφα, μητέρα της Μπερνάρντα, η οποία δεν τα έχει και τόσο καλά. Η Ανγκούστιας, η πρωτότοκη κόρη της από τον πρώτο της γάμο, κληρονομεί όλη την περιουσία και ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Πέπε Ρομάνο.

Επειδή οι έξοδοί μου τον τελευταίο καιρό είναι περιορισμένες, λίγο το καθημερινό στήσιμο στα ΑΤΜ, λίγο η ανασφάλεια με τις πολιτικές εξελίξεις, αλλά και επειδή την βρίσκουμε με την παρέα μου και βλέπουμε Βουλή κάθε βράδυ, επίσης μην ξεχνάς το βασικότερο που είμαι παντρεμένη με παιδί, νιώθω καλά που βγήκα. Η λατρεμένη φίλη μου μού έχει κρατήσει θέση δίπλα της, ενώ καθώς φτάνω λαχανιασμένη και καθυστερημένη με περιμένει μια βεντάλια σε περίπτωση που ζεσταίνομαι στην αυλή. Κάθομαι, τα φώτα χαμηλώνουν και οι ρυθμοί της καρδιάς μου αρχίζουν να πέφτουν. Ηρεμώ και είμαι έτοιμη να δω την παράσταση.

 

Από την αρχή υπάρχει ένταση, καμπάνες, γυναικείες φωνές, τακούνια που χτυπάνε σε σκαλιά και πατώματα. Η μάνα, η Μπερνάρντα Άλμπα καταλαβαίνεις αμέσως ότι είναι μια σκληρή γυναίκα. Παντρεμένη δυο φορές, τώρα χήρα, νομίζει ότι κανένας άντρας δεν είναι καλός για τις κόρες της. Έχει την μητέρα της κλειδωμένη στο υπόγειο, η επαφή της με τον έξω κόσμο περιορίζεται στις πληροφορίες που τις δίνει η παραδουλεύτρα της. Είναι αυταρχική: “Μέσα στο σπίτι θα κάνεις ό,τι διατάζω εγώ”.

Οι κόρες της, κλεισμένες μέσα, χωρίς άλλη ζωή, χωρίς άντρα έχουν την όψη της τρελής. Όλες στα μαύρα.

Το πένθος και το πρόβλημα φαίνεται στην όψη τους και είσαι σίγουρη ότι όπου να ναι θα σκάσει το κακό. Είναι φυλακισμένες. Το σώμα τους επιθυμεί την ζωή, αλλά είναι καταδικασμένες να πεθάνουν το σπίτι της μάνας τους. Στην ανυπαρξία. 

 

Από αυτή τη μιζέρια η πρώτη που φαίνεται ότι θα γλιτώσει είναι η μεγαλύτερη κόρη, η Ανγκούστιας, λίγο φιλάσθενη, λίγο αφελής, πανευτυχής που ο Πέπε Ρομάνο την διάλεξε για νύφη, η μόνη που δεν καταλαβαίνει ότι ο πανταχού παρών και γι’ αυτό απών από την αυλή γαμπρός (κανένας άντρας δεν παίζει), την επέλεξε λόγω της περιουσίας της. Κοντεύει τα 40. Έχει πιστέψει στον έρωτά του, ενώ τα θεμέλια της αυλής τρίζουν από το σκάνδαλο ενός άλλου έρωτα. Του Πέπε και πάλι. Με την μικρότερη αδερφή της Ανγκούστιας, την ξανθιά και νεοτάτη Αδέλα, ενώ την ίδια ώρα η παθολογικά ζηλιάρα Μαρτίριο δηλώνει ερωτευμένη μαζί του και σκίζει τις σάρκες της τόσο για τον επερχόμενο γάμο, όσο και για το φλογερό ειδύλλιο. Η μάνα δεν ξέρει τίποτα. Οι άλλες δύο αδερφές κάνουν πώς δεν καταλαβαίνουν. Η υπηρέτρια πετάει συνεχώς μπηχτές, η γιαγιά θέλει να φύγει από το σπίτι… Σε μια σκηνή, η φοβισμένη Ανγκούστιας λέει στην Μπερνάρντα πώς φοβάται ότι ο Πέπε δεν την αγαπά, εκείνη ταράζεται, τόσο από την κόρη που τολμά να δείξει το συναίσθημά της, όσο και από τον γάμο που είχε σίγουρο.

Δεν μπορεί να της έχει ξεφύγει τίποτα. Όλα είναι υπό έλεγχο. Ακόμα και τα συναισθήματα. Υποταγή και υπακοή.

 

Είμαι στην τσίτα. Η αυλή είναι ανάστατη. Ένας άντρας η αφορμή να σκάσει όλη αυτή η καταπίεση, το ανεπίτρεπτο πάθος για την ζωή, ο συντηρητισμός, η ασφυξία και η αγάπη που λείπει από την οικογένεια. Η Ανγκούστιας είναι καλή. Είναι όμορφη. Θα γίνει καλή σύζυγος. Είναι ερωτευμένη. Η Αδέλα είναι μια αυθάδης κούκλα. Είναι η τέλεια ερωμένη. Είναι ερωτευμένη. Η Μαρτύριο… Το όνομά της τα λέει όλα. Γεννήθηκε για να βασανίζεται και να βασανίζει. Κι αυτή ερωτευμένη. Η μόνη βέβαια που ζει αυτόν τον έρωτα είναι οι Αδέλα. Αλλά για πόσο της επιτρέπεται;

 

Θα μπορούσα να ταυτιστώ με την Αδέλα. Άλλωστε το δικαιούται. Να ζήσει τον έρωτά της. Αυτήν πόθησε ο βρώμο Πέπε. Την Ανγκούστιας την θέλει για τα λεφτά της. Υπάρχει δικαιολογία. Της Ανγκούστιας όμως της αξίζει κάποιος πολύ καλύτερος του προικοθήρα. Θα μπορούσα να είμαι και η Ανγκούστιας. Τίμια, αν και αφελής. Λίγο χαζή, αλλά ποτέ μοχθηρή. Ποτέ δεν θα επιθυμούσε τον άντρα κάποιας άλλης. Πόσο μάλλον της αδερφής της. Άμα θες την Αδέλα, έλα να την πάρεις σκέτη παλιό Πέπε. Όσο για την Μαρτύριο δεν μπορώ να καταλάβω πώς η αδερφή μου θα μπορούσε να κρύβει τόση ζήλια και μόχθο. Καταδικασμένη. Αυτή είναι ικανή για μεγάλο κακό.

Περπατάμε συζητώντας στην Πλάκα αυτή την ωραία βραδιά μετά την παράσταση στην αυλή που αποτέλεσε το τέλειο σκηνικό γι’ αυτό το οικογενειακό δράμα. Για όλα φταίει ο έρωτας. Γελάμε. Πόσο μια μάνα μπορεί να καταστρέψει μια κόρη (ή περισσότερες). Πόσο αλήθεια είναι αυτό. Σε όλες τις εποχές. Ένα έργο αυστηρά γυναικείο. Τα φορέματα καταπληκτικά. Ίσως όλες οι κόρες της Μπερνάρντα Άλμπα να είναι μία. Μία από μας.

 

Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άμπλα, του Federico Garcia Lorca, σε μετάφραση Μαρίας Σκαφτούρα και σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι, με τις Δώρα Στυλιανέση, Μαρία Σκαφτούρα, Αντιγόνη Κουλουκάκου, Ελεονώρα Αντωνιάδου, Δανάη Παπουτσή, Βέφη Ρέδη, Φρύνη Θετάκη και Ξανθή Κρανίδη, παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στον πολυχώρο Βρυσάκι (Βρυσακίου 17, Πλάκα – 210 3210179), για λίγες ακόμη παραστάσεις.