OPINIONS

Μου λείπει η μισή Κύπρος κι ας μην την έχω ζήσει

''20 Ιουλίου γύρω στις 6 το πρωί άκουσα τις σειρήνες . Για 41η φορά. Έπρεπε να τον είχα συνηθίσει αυτό τον ήχο. Πάλι αισθανόμουν εκείνον τον κόμπο στο στομάχι, λες και ζούσα πάλι εκείνη την ημέρα. Την μέρα που με έδιωξαν απ' το σπίτι μου μες την νύχτα και με έβαλαν μέσα σε ένα αυτοκίνητο με άλλα 12 άτομα για να γλιτώσουμε από τα χέρια του εχθρού. Τα χέρια των Τούρκων.''

Η μητέρα μου είναι πρόσφυγας εδώ και 42 χρόνια. Την έδιωξαν από το σπίτι της μέσα στα άγρια μεσάνυχτα και για τρεις ολόκληρους μήνες είχε για στέγη της τον ουρανό και για προσκέφαλο το χώμα.

Τον πατέρα της, το παππού μου δηλαδή τον είχαν αιχμάλωτο για πάνω από 50 ημέρες γιατί τόλμησε να πάει πίσω στο σπίτι του. Ποτέ δεν θα ξεχάσουν εκείνη την ημέρα. Αλλά ούτε και εγώ, μου τα περιγράφει τόσο ζωντανά που νιώθω λες και ήμουν εκεί, μαζί τους.

Μπορώ να κάτσω με τις ώρες και να σου μιλάω για το τι έζησαν αυτοί οι άνθρωποι. Αλλά δεν θα το κάνω, δεν υπάρχει λόγος να το κάνω γιατί είναι κάτι που ήδη γνωρίζεις. Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούς για πόλεμο και κατοχή. Δεν είναι η πρώτη φορά που θα σου περιγράψει κάποιος φρικτές εικόνες. Δεν είναι η πρώτη φορά που θα λυπηθείς με όσα ακούς.

Σήμερα έχω την ανάγκη να σου γράψω για το πόσο μου λείπει το άλλο μισό της Κύπρου. Για την ομορφιά που κρύβεται πίσω από τα συρματοπλέγματα.

Όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα

Το 2003 άνοιξαν για πρώτη φορά τα οδοφράγματα για να περάσουμε στο άλλο μισό της χώρας μας. Μετά από 29 ολόκληρα χρόνια είχαμε δικαίωμα να δούμε την Κερύνεια, την μισή Αμμόχωστο, τον Πενταδάκτυλο και την μισή Λευκωσία.
 

Πολλοί άνθρωποι δεν ήθελαν να περάσουν ”απέναντι” γιατί δεν δέχονταν να τσεκάρει ο εχθρός τα διαβατήρια τους. Δεν θα έπαιρναν το ΟΚ από ένα κράτος που κατέχει τη χώρα και τα σπίτια τους. Δεν ήθελαν να νιώσουν αυτήν την ταπείνωση. Γιατί περί ταπείνωσης πρόκειται. Η οικογένεια της μητέρας μου επέλεξε να περάσει.

Ξυπνήσαμε πρωί πρωί λοιπόν και κατά τις 7μιση ξεκίνησε το ταξίδι μας, θα επισκεπτόμασταν όσα περισσότερα μέρη προλαβαίναμε. Πρώτα πήγαμε στο χωρίο της μητέρας μου, στην Αγκαστίνα και το αυτοκίνητο σταμάτησε έξω από ένα μικρό σπίτι. Παρκάραμε εκεί και κοιτούσαμε την γειτονιά. Ήταν το σπίτι της μητέρας μου. Χτυπήσαμε την πόρτα και μας άνοιξαν οι Τουρκοκύπριοι που έμεναν εκεί. Δεν μιλούσαν ελληνικά έτσι συνεννοηθήκαμε στα αγγλικά. Μας άφησαν να το δούμε και η εικόνα που αντικρίσαμε ήταν τραγική. Δεν αντέχαμε πολύ εκεί μέσα για αυτό και φύγαμε γρήγορα.

Η συγκίνηση ήταν μεγάλη και ο πόνος ακόμα μεγαλύτερος. Η μικρή εκκλησία δίπλα από το σπίτι τους έγινε στάβλος για ζώα και η μεγάλη εκκλησία του χωριού Τζαμί.

Ακολούθως πήγαμε στην Κερύνεια, η οποία είναι ένα πραγματικά υπέροχο μέρος.

Οι στιγμές που μου λείπει

Ήταν η πρώτη και ίσως η τελευταία φορά που πήγα εκεί. Δύσκολα θα ξαναέδινα την ταυτότητα μου για να επισκεφτώ την χώρα μου.

Αυτή η μοναδική φορά δεν ήταν αρκετή για να γνωρίσω το ”άλλο μισό” της Κύπρου όσο θα ήθελα. Γι αυτό και μου λείπει. Δεν θα κατηγορήσω κανέναν (γνωρίζω ποιοι φταίνε, ξέρω την ιστορία), δεν θα θυμώσω όμως.
 

Μου λείπει. Όταν πηγαίνω για βόλτα στην παλιά Λευκωσία, εκεί που είναι η πράσινη γραμμή, εκεί που είναι το πιο όμορφο μέρος της πόλης.

Μου λείπει. Στο δρόμο για τον οδοντίατρο που περνάω πάλι από συρματοπλέγματα και ξέρω πως δεν δικαιούμαι να περάσω.

Μου λείπει. Όταν κάθομαι στο λιμάνι της Λάρνακας και βουτάω τα πόδια μου στο νερό και κάνω σκέψεις πως λίγα χιλιόμετρα μακριά είναι το λιμάνι της Κερύνειας.

Μου λείπει. Το καλοκαίρι όταν πηγαίνω στις θάλασσες του Πρωταρά και ξέρω πως στις κατεχόμενες περιοχές υπάρχουν ακόμα πιο γαλάζια νερά, ακόμα πιο όμορφες παραλίες τις οποίες δεν μπορώ να χαρώ ελεύθερα.

Μου λείπει. Όταν ακούω την μητέρα μου να μιλάει για αυτήν. Όταν αρχίζει να μου λέει ιστορίες.

Μου λείπει. Όταν κάνει reunion το κατεχόμενο χωρίο της μητέρας μου και παρευρισκόμαστε όλοι εκεί και μιλάμε για το τότε.

Μου λείπει αυτή την στιγμή που σας γράφω πιο πολύ από ποτέ.