OPINIONS

Ωραιόκαστρο: Γιατί δεν μιλάμε όταν αυτό επιβάλλεται

Βαρύγδουπες ανακοινώσεις και πρωτοβουλίες με στόχο "το κοινό καλό". Η ελληνική κοινωνία έχει μάθει να αντιδράει μιλώντας ενάντια σε ό,τι δεν της αρέσει, θιγόμενη μόνο επιλεκτικά. Οι παθογένειές της και ιδίως ο ρατσισμός της, από τον οποίο εμφορείται διαχρονικά, ξεχείλισαν ακόμα μια φορά μέσα από την πρόσφατη ανακοίνωση του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 5ου Δημοτικού Σχολείου Ωραιοκάστρου.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, κρατώντας στα χέρια του την στρογγυλή σφραγίδα του Συλλόγου, με πεποίθηση κρατικού οργάνου που αποφασίζει αρμοδίως, επισημοποίησε την απόφαση να μην γίνουν δεκτά παιδιά προσφύγων στο εν λόγω σχολείο. Η μνημειώδης γελοιότητα και η ασχετοσύνη αυτών που αποφάσισαν, συνέγραψαν και δημοσίευσαν το κείμενο, με πεποίθηση δημόσιου λειτουργού, του οποίου οι αποφάσεις πρέπει να εκτελεστούν, επισημάνθηκε από την πρώτη στιγμή που η απόφαση κυκλοφόρησε στα μέσα ενημέρωσης.

Το θέμα, όμως, δεν είναι η σφαλερή εντύπωση ότι ένας σύλλογος γονέων και κηδεμόνων μπορεί να αποφασίζει σαν Υπουργός Παιδείας για το ποιος μπορεί να φοιτήσει σε κάποιο σχολείο ή όχι. Το θέμα είναι ότι, πέραν ελάχιστων μελών του συγκεκριμένου Συλλόγου και κάποιων πολιτών του Δήμου Ωραιοκάστρου, που αντέδρασαν απέναντι στο περιεχόμενο της ανακοίνωσης, η πλειοψηφία των άμεσα εμπλεκόμενων επέλεξε ακόμα μια φορά να μιλήσει επιλεκτικά.

Όπου “επιλεκτικά” σημαίνει, δυστυχώς, με άξονα την ξενοφοβία, την συνειδητή αμορφωσιά, την προτίμηση του βολέματος και την άρνηση προσαρμογής απέναντι στις νέες κοινωνικές συνθήκες. Σε αυτές τις συνθήκες περιλαμβάνονται, είτε το θέλουμε, είτε όχι, οι πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τις ζωές τους και να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.

Τα (περισσότερα) μέλη του Συλλόγου μάλλον δεν διέρρηξαν τα ιμάτιά τους όταν έμαθαν για πρώτη φορά ότι έφτασαν πρόσφυγες στην ευρύτερη περιοχή τους και δεν είχαν φαγητό, νερό, ρούχα και φάρμακα. Δεν πήραν πρωτοβουλία να οργανώσουν τον εμβολιασμό των παιδιών των προσφύγων. Δεν συμμετείχαν στις διαδικασίες διευκόλυνσης της ζωής τους. Φυσικά και αυτές οι ενέργειες έπρεπε να πραγματοποιηθούν πρωτίστως από το οργανωμένο κράτος. Όμως, το οργανωμένο κράτος δεν είχε σχέδιο, κι αυτό φάνηκε πολύ γρήγορα.

Κι όπου το κράτος δεν δύναται, υπεισέρχεται η κοινωνία. Φυσικά, για τους συγκεκριμένους ανθρώπους, η κοινωνία πρέπει να αντιδράει μόνο απέναντι σε όσα δεν “ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία και την αισθητική της” και, μάλιστα, για να δικαιολογηθούν τα αδικαιολόγητα, προτάσσεται για ακόμα μια φορά το ζήτημα της δημόσιας υγείας και συγκεκριμένα αυτό των εμβολίων. Ωστόσο, τα εμβολιασμένα παιδιά δεν κινδυνεύουν απέναντι σε όσα δεν έχουν κάνει τα απαραίτητα εμβόλια. Αλλά οι λέξεις “μη εμβολιασμένα” πλαισιώνουν βολικότατα το spin κάθε τέτοιας ρατσιστικής άποψης.

Από τη στιγμή που βγήκε η είδηση της ανακοίνωσης, τα μέσα ενημέρωσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης άρχισαν να αντιδρούν πολύ έντονα. Τότε όλοι μίλησαν, (σχεδόν) όλοι καταδίκασαν, (πολλοί) θυμήθηκαν τον έμπρακτο ανθρωπισμό τους. Το πρόβλημα είναι ότι πρέπει να περιμένουμε την κάθε ανακοίνωση του κάθε Συλλόγου για να μιλήσουμε για το καθημερινό πρόβλημα του ρατσισμού. Πρέπει να προκύψει κάποια συγκεκριμένη αφορμή για να αποφασίσουμε να συζητήσουμε για την αιτία. Αλλιώς, περιοριζόμαστε σε δοτά “συμπεράσματα”, ζούμε κάτω από την πεποίθηση ότι δεν είμαστε ρατσιστές, επειδή χαρίσαμε κάποια από τα αποφόρια μας σε κάποια ΜΚΟ για τους πρόσφυγες, διαιωνίζοντας το πρόβλημα δια του στρουθοκαμηλισμού.

Μέχρι να μάθουμε να μιλάμε επιτόπου και καθημερινά, κάθε Σύλλογος κάθε πόλης θα βρίσκει ευκαιρία να μας τρίβει στη μούρη το μίσος του, καταδεικνύοντας ότι αποτυγχάνουμε καθημερινά ως κοινωνία, η οποία μαθαίνει να μην αντιδράει στις παθογένειες που τη μαστίζουν, κρατώντας την ολοένα και πιο πίσω.