ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Η Τζένη Καρέζη είχε πει την πιο σοφή κουβέντα για τη ζωή και τους ανθρώπους

Από την ταινία «Δεσποινίς Διευθυντής», 1964 Finos Film

Ήταν 27 Ιουλίου του 1992. Η Τζένη Καρέζη χάνει τη μάχη. Τα πιο όμορφα μάτια του ελληνικού κινηματογράφου κλείνουν. Το φευγιό της βυθίζει στη θλίψη τους δικούς της ανθρώπους αλλά και όσους την αγάπησαν, πάνω από όλα, για τις λιακάδες του μυαλού της. Η Τζένη Καρέζη δεν ήταν μονάχα μία σπουδαία ηθοποιός. Ήταν ένας άνθρωπος με αξίες, ιδανικά και καθαρή σκέψη. Μία γυναίκα που με το διαπεραστικό βλέμμα της ψυχής της κατάφερε να δει την αλήθεια της.

«Θέλω να ζω με τους δικούς μου. Θέλω να κάνω τη λατρεμένη μου δουλειά. Θέλω να προσφέρω. Να αγαπώ και να με αγαπούν. Δεν χάνονται αυτά. Δεν πρέπει να χαθούν. Δεν θέλω να χαθούν. Και πάντα ελπίζω» έγραφε η Τζένη Καρέζη σε επιστολή της που δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό της.

Να αγαπά και να αγαπιέται ήθελε. Τίποτα άλλο. Γιατί η Τζένη ήξερε πως η αγάπη ήταν η αιτία, μα και το γιατρικό. 

Έζησε τα παιδικά της χρόνια σε διάφορες πόλεις, ακολουθώντας τις μεταθέσεις των γονιών της οι οποίοι ήταν εκπαιδευτικοί. Ο πατέρας της, Κωνσταντίνος Καρπούζης, ήταν μαθηματικός και η μητέρα της, Θεώνη, δασκάλα.

Η ζωή της Καρέζη καθορίστηκε από τη σχέση της με τον πατέρα της και από τη λατρεία της για το θέατρο. Οι δύο αυτές αγάπες δεν κατόρθωσαν ποτέ να ισορροπήσουν.

Ο πατέρας της έπαψε να της μιλά όταν του ανακοίνωσε πως θα γίνει ηθοποιός. Συναντήθηκαν μόνο δύο φορές από εκείνον τον καυγά που διέκοψε τις σχέσεις τους. 

Ο πατέρας της την επισκέφτηκε μετά από χρόνια, στο σπίτι της στα Ιλίσια για να δει τον νεογέννητο εγγονό του. Ήταν μία αμήχανη σκηνή, όπως έχει αποκαλύψει ο Κώστας Καζάκος.

Η επόμενη φορά που συναντήθηκαν ήταν στο Λαϊκό Νοσοκομείο, όταν ένα φορτηγό τον παρέσυρε και την κάλεσαν να τον δει. Για πρώτη φορά μετά από τόσα χρόνια εκείνος ψελλίζει το όνομά της, Ευγενούλα τη λέει και λίγο αργότερα πεθαίνει καθώς όσο κι αν προσπάθησαν οι γιατροί η κατάστασή του ήταν μη αναστρέψιμη. 

Δάσκαλοι της ήταν ο Δημήτρης Ροντήρης (ο οποίος ήταν και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου), ο Άγγελος Τερζάκης, ο Γεώργιος Παππάς, η Έλεν Τσουκαλά, ο Κωστής Μιχαηλίδης, ο Πέλος Κατσέλης.

Τον Οκτώβριο του 1954 έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο, στο έργο «Ωραία Ελένη», δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη και τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Την ίδια χρονιά έπαιξε πλάι στην Κατίνα Παξινού στο έργο του Λόρκα «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα». 

Το 1955 κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο και μάλιστα ως πρωταγωνίστρια με την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο». Η ταινία σημείωσε μεγάλη επιτυχία, κάτι που έδωσε το έναυσμα να γυριστεί και η συνέχειά της, το «Λατέρνα, φτώχεια και γαρίφαλο» το 1957. 

Η Τζένη Καρέζη το 1973 συμμετείχε στην ιστορική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» σε κείμενα του Ιάκωβου Καμπανέλλη και σκηνοθεσία του Κώστα Καζάκου. Μαζί της έπαιξαν ο Κώστας Καζάκος, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.

Τη μουσική έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τραγούδησε ο Νίκος Ξυλούρης, ενώ τα σκηνικά είχε επιμεληθεί ο Ευγένιος Σπαθάρης. Η παράσταση σημείωσε θριαμβευτική επιτυχία, κόβοντας 550.000 εισιτήρια, αριθμό ρεκόρ για την εποχή. «Το μεγάλο μας τσίρκο» ήταν ένα έργο με έντονο πολιτικό περιεχόμενο, που, αν και πέρασε από τη λογοκρισία, κατάφερε να γίνει σύμβολο κατά της Χούντας.

Απεσταλμένοι του καθεστώτος πήγαιναν στις παραστάσεις και σημείωναν τα κομμάτια στα οποία χειροκροτούσε περισσότερο ο κόσμος για να επιβεβαιώσουν ότι το έργο είχε μηνύματα εναντίον του καθεστώτος.

Την ημέρα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου η Τζένη Καρέζη, ο Κώστας Καζάκος και ο Νίκος Ξυλούρης ήταν στο πλευρό των φοιτητών. Τρεις ημέρες αργότερα η Καρέζη συλλαμβάνεται. «Ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή. Αν χρειαστεί, μπορώ να ξαναπάω» θα πει χρόνια μετά.

«Θα ήθελα να είχα γνωρίσει πιο πριν τον Κώστα. Να είχα κερδίσει τα χαμένα χρόνια. Τίποτα άλλο. Βλέπεις, εγώ σε όλη μου τη ζωή περίμενα τον Καζάκο. Δεν τον είχα βρει και περιπλανιόμουν» θα δηλώσει η Τζένη Καρέζη σε ερώτηση για τη σχέση της με τον Κώστα Καζάκο.

Ο άνθρωπός της. Αυτό ήταν ο Κώστας για την Τζένη. Ο άνθρωπος που λάτρεψε, που θαύμασε, που πόνεσε. Ο άνθρωπος στον οποίο αφέθηκε ολοκληρωτικά. Παντρεύτηκαν το καλοκαίρι του ’68 και έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό της.

Το 1990 πρωταγωνίστησε στην τελευταία της παράσταση, στο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, «Διαμάντια και μπλουζ». Η Ροζίτα Σώκου έγραψε για την ερμηνεία της στην Απογευματινή:

«Η Καρέζη δεν αφήνει αναπνοή, λέξη, παύση, βλέμμα, χαμόγελο πικρό ή χαμόγελο γλυκό, ανεκμετάλλευτα. Όλη η γκάμα των αμέτρητων εκφράσεων που μπορεί να πάρει το πρόσωπο, τα μάτια, το στόμα μιας ηθοποιού, όλα τα έχει ρίξει στην υπηρεσία του ρόλου του δικού της σε σημείο που να προκαλεί τρόμο».

Η Τζένη Καρέζη ήταν από χρόνια μαλωμένη με το λίγο. Αγέρωχη και ασυμβίβαστη έψαχνε την αγάπη και την αλήθεια. 

Οι λέξεις που ακολουθούν είναι γραμμένες από εκείνη και συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο της, «Τετράδια Ζωής». Είναι οι λέξεις που αποτυπώνουν με απόλυτη σαφήνεια όλα όσα ήταν η Καρέζη από την αρχή μέχρι το τέλος.

«Δεν έχει κανένα νόημα να κάνεις παρέα με ανθρώπους από τους οποίους δεν έχεις τίποτα να πάρεις. Εγώ χρειάζομαι ανθρώπους που να μου αρέσει να τους ακούω να συζητάνε. Να συζητάνε με πάθος για ποίηση, για πολιτική, για λογοτεχνία, για κινηματογράφο, για θέατρο. Και να γεμίζει το σπίτι φωνές, γνώση, πάθος και απόψεις. Ανθρώπους ξύπνιους και καλλιεργημένους, που ξέρω ότι μου λένε την αλήθεια, ακριβώς γιατί δεν έχουνε κανένα λόγο να μου πούνε ψέματα. Και εγώ την αλήθεια τη λατρεύω. Όποιος απομακρύνεται από την αλήθεια οδεύει προς το θάνατο. Τον όποιο θάνατο. Γιατί υπάρχουνε πολλοί».

Στη μνήμη της ιδρύθηκε το 1992 το ίδρυμα «Τζένη Καρέζη», με σκοπό την παρηγορητική αγωγή των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο και χρόνιες καταληκτικές νόσους και τη με κάθε μέσο ανακούφισή τους από τον πόνο.