ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Ο Αντώνης Καρυστινός είναι πολύ πιο ενδιαφέρων απ’ όσο φαντάζεται

Η αλήθεια είναι πως δε χρειαζόταν να δω το "Για μια ανάσα" για να αποφασίσω πως θέλω να πάρω συνέντευξη από τον Αντώνη Καρυστινό. Παρόλ' αυτά, ο ρόλος του σατανά - καπιταλισμού που ερμηνεύει από Τετάρτη έως Κυριακή στο υπόγειο "Διάνα" της οδού Ιπποκράτους, ήταν ακόμα μια καλή αφορμή για να τον προσεγγίσω.

Στην τηλεφωνική μας επικοινωνία ήταν τρομερά ευγενικός και μου απευθυνόταν πάντα στον πληθυντικό. Δέχτηκε πρόθυμα να μου μιλήσει, γεγονός που μου έκανε εντύπωση δεδομένου ότι σπάνια δίνει συνεντεύξεις. Αν και τον παρακολουθώ εδώ και χρόνια στα τηλεοπτικά του βήματα, θεώρησα πως αυτή είναι η σεζόν του, αφού έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του coach στον Αστέρα Ραχούλας, αλλά και το όνομά του δίπλα σε αυτό της Ελένης Ράντου στο θέατρο. Λίγος χρόνος, πολλή δουλειά, και μία ώρα στην οποία ο Αντώνης μου απέδειξε ότι καμια φορά οι άνθρωποι μπορούν να είναι ακριβώς αυτό που δείχνουν.

Η τελευταία πρόταση της προηγούμενης παραγράφου, έχει να κάνει με το ότι όταν κινείσαι σε αυτούς τους χώρους, γνωρίζεις από κοντά ανθρώπους που θαυμάζεις ή ξέρεις μόνο μέσα από την τηλεόραση. Αυτά τα ραντεβού με τους πιο “επώνυμους”, δεν σου αφήνουν πάντα την καλύτερη των εντυπώσεων. Το τελευταίο μήνυμα που αντάλλαξα με τον Αντώνη, ήταν αυτό.

Το επόμενο απόγευμα, χρειάστηκαν δέκα μοναχικά λεπτά για να τον δω να φτάνει: “Συγγνώμη που σε έστησα, περίμενες ώρα;”. Οφείλω να πω πως ανακουφίστηκα με τον ενικό και το “απολογητικό” του χαμόγελο. Είναι πάντα λίγο πιο εύκολα τα πράγματα όταν ακούς στο κεφάλι σου το “κρακ κρακ” του πάγου που σπάει. Εγώ περίμενα τον καφέ μου κι εκείνος το τσάι με τα κόκκινα φρούτα, όσο μου εξηγούσε ότι καθυστέρησε επειδή ξέχασε το πουκάμισο της παράστασης στο σπίτι και γύρισε να το πάρει. “Δεν είναι ένας κλασικός συγγραφέας, αλλά δε θεωρώ ότι πρόκειται για ένα δύσκολο έργο. Δε φιλοσοφεί, μιλάει για κάτι πολύ συγκεκριμένο. Δύσκολο είναι το να ζει κανείς στην Ευρώπη του σήμερα – γι αυτό μιλάει το έργο. Από αυτή την άποψη είναι δύσκολο το να βλέπεις να αφηγούνται τη ζωή σου σε παράσταση, σε βάζει με έναν τρόπο πολύ πονηρό και πολύ ύπουλο μέσα στην υπόθεση και σου δείχνει όλη την ειρωνεία αυτής της κοινωνίας“.

Η Ελένη Ράντου υποδύεται μια μέση, Ευρωπαία ακαδημαϊκό η οποία ερωτεύεται τον Αντώνη Καρυστινό – σατανά μετά από ένα one night stand: “Ζει μόνη, είναι αρκετά μεγάλη για να αποφασίσει πότε και με ποιον θα κάνει σεξ και θεωρεί ότι δεν της λείπει κάτι άλλο, δε νιώθει μοναξιά χωρίς οικογένεια. Όταν και οι δύο προσκυνούν το χρήμα και οι υπόλοιπες αξίες δεν υπάρχουν στη ζωή τους, τότε συμβαίνουν όλα. ‘Ολα είναι ανοιχτά”. Και κάπως έτσι φιλοσοφούμε τρόπον τινά πάνω στις αξίες της ζωής.

 

Προσπαθώ να υπερασπίζομαι και τις δικές μου αξίες, της ατομικής ελευθερίας και των διπλανών μου. Είμαι αντίθετος στη βία μέσα και έξω από το σπίτι μου. Πιστεύω ότι ο καθένας δικαιούται να είναι διαφορετικός και σε μια καλύτερη κοινωνία η οποία θα ανέχεται και θα υποστηρίζει το διαφορετικό. Πιστεύω ότι η αγάπη μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο. Κανείς δε μπορεί να ζήσει μόνος του. Δεν πιστεύω στο “για πάντα”, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να το υπερασπιζόμαστε το “για πάντα” ακόμα κι αν δεν υπάρχει. Γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει. Εϊναι μύθος“.

Μισό λεπτό Αντώνη, γιατί μας το χαλάς τώρα. Τι θα πει δεν υπάρχει το “για πάντα”;

Απ’ όποια γωνία κι αν το παρατηρήσεις, με το που θα το παρατηρήσεις πάει, έφυγε. Νομίζω όμως ότι πρέπει ο καθένας να παλεύει, να αγωνίζεται γι’ αυτό. Μακάρι η ανθρωπότητα να ήταν γεμάτη από ανθρώπους που παλεύουν και αγωνίζονται για πράγματα. Που βάζουν στόχους και τους επιτυγχάνουν. Εγώ μαθαίνω ακόμα να βάζω στόχους και να παλεύω γι’ αυτούς. Δεν είμαι από τα παιδιά που μεγάλωσαν μέσα σ’ ένα οργανωμένο περιβάλλον και τους ήταν όλα έτοιμα. Μ’ έμαθε και το θέατρο να αγωνίζομαι για την κάθε παράσταση, κάθε χρονιά. Μ’ έμαθε και η ζωή και οι άνθρωποι.”

 

Μου μιλάει έχοντας πρώτα σκεφτεί αρκετά καλά τι θα απαντήσει – κάτι που εκτιμώ πολύ στους ανθρώπους. Παρόλ’ αυτά δεν διακρίνω ίχνος σοβαροφάνειας ή προσπάθειας να δείξει κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι. Όσο καλό ή κακό είναι αυτό που μόλις είπε, θα φροντίσει αντί για τελεία, να κλείσει την κάθε του πρόταση μ’ ένα πλατύ χαμόγελο. (Κάπως έτσι με έπεισε και την γλύτωσε με το κυνικό και απόλυτο “δεν υπάρχει για πάντα”.) Γιατί όμως δεν εμφανίζεται συχνότερα στα ΜΜΕ;

Κατά βάθος είμαι βαρετός τύπος. Δεν έχω και πολλά να πω. Όταν υπάρχει ένα έργο που μου ανοίγει κάποιους δρόμους και ασχολούμαι με αυτό, έχω να σου πω πράγματα γιατί είμαι σε μια περίοδο της ζωής μου που κάτι ψάχνω, κάτι ερευνώ και μ’ αρέσει. Αν σου μιλήσω για τον Αστέρα Ραχούλας, θα εξαντληθεί πάρα πολύ γρήγορα. Θα σου μιλήσω για το πόσο ταλαντούχοι είναι όλοι οι άνθρωποι που δουλεύουν γι’ αυτό, γιατί είναι πράγματι μια αγαπημένη δουλειά. Δε μπορώ να βγαίνω όμως κάθε τρεις και λίγο και να λέω πράγματα. Δεν είμαι πάνσοφος, ούτε απόγονος του Σαιξπηρ, ώστε να σου μιλήσω για τα θεατρικά επιτεύγματα.” 

Στο κομμάτι το ωφελιμιστικό επίσης, δεν έχω να πουλήσω κάτι. Είμαστε μια πολύ μικρή χώρα, οπότε την προσωπική μου ζωή δε θέλω να την πουλήσω τόσο φτηνά. Να πεις ότι είσαι στην Αμερική που μπαίνει μεσα στο συμβόλαιο, να το κάνω. Αλλά εδώ να την πουλήσω για τρεις κι εξήντα; Δε θέλω. Καλύτερα να την κρατήσω για τον εαυτό μου να λέω ότι έχω και κάτι δικό μου, γιατί είμαστε πολύ εκτεθειμένοι πλέον.

 

Στα όσα μπορεί και επιτρέπει να ξέρεις για τον ίδιο, ο Αντώνης αγαπάει πολύ το σινεμά και ξεχωρίζει σαν σκηνοθέτη τον Ken Loach. Επίσης τον ξεκουράζει πολύ να μαγειρεύει και λατρεύει το φαγητό απ’ όλες τις διεθνείς κουζίνες, εκτός της ινδικής. Είναι Ταύρος και όχι πολύ σίγουρος για τον ωροσκόπο του, αλλά δεν τρελαίνεται “σώνει και ντε να ταξινομηθεί με βάση το ζώδιό του”. Του αρέσει πολύ η θάλασσα, τα water sports, αλλά και οι βόλτες στο βουνό. Του αρέσει πολύ η φύση, αν και δηλώνει εντελώς άνθρωπος της πόλης. “Μετά τη μικρασιατική καταστροφή έφυγε κι η τελευταία μου ελπίδα να έχω ένα χωριό εκεί. Είμαι ο μισός μικρασιάτης και ο άλλος μισός από τη Σύρο. Μεγάλωσα στην πόλη, αλλά δε μπορώ να φύγω από αυτή. Είμαστε στην Ελλάδα και ξέρω ότι δεν υπάρχουν δομές για να πάει να μείνει κανείς στην εξοχή. Δεν υπάρχουν βάσεις και αν έχεις μάθει στην Αθήνα, δύσκολα θα βρεις να κάνεις κάτι εκεί. Είναι πολύ ρομαντικό να πω πως θα το έκανα, αλλά δε νομίζω πως θα έφευγα ποτέ από την πόλη“.

Η τηλεόραση όταν γίνεται ωραία, όπως τώρα, μου αρέσει πάρα πολύ. Έχει κάτι άλλο, είναι σαν ένα σπίρτο που το ανάβεις, καίγεται και τέλος. Όπως και το σινεμά. Το κάνεις τώρα και μ’ αυτούς τους όρους, μ’ αυτές τις συνθήκες. Άλλες φορές γίνεσαι κόμπος γιατί δε σου βγαίνει κι άλλες φορές αρχίζεις και σηκώνεσαι από το έδαφος.

 

Ο Αντώνης έμενε στο Μεταξουργείο από το 1995. “Μετά, άρχισε μια απίστευτη εγκληματικότητα, έσπαγαν όλα τα σπίτια, είχαν τύχει διάφορα. Κορυφώθηκε και η ιστορία του “παντού θα διασκεδάσουμε” και γινόταν χαμός και δε μπορούσες να κοιμηθείς.” Έτσι για πρώτη φορά με τη σύντροφό του αποφάσισαν πριν πέντε χρόνια να μετακομίσουν και να δοκιμάσουν το Χαλάνδρι. “Δε μου λείπει αφού είμαι συνέχεια στο κέντρο και πάω μόνο για ύπνο στο σπίτι μου. Με τη μηχανή είμαι δέκα λεπτά μακριά. Δεν έχω πολύ χρόνο, αλλά απολαμβάνω ότι είμαι εδώ στο κέντρο. Σόλωνος – Πανεπιστημίου – Ακαδημίας – Σταδίου, όλο αυτό το κομμάτι μου αρέσει πάρα πολύ και έχει πολλή κίνηση. Προσπαθήσαμε Σάββατο μετά την παράσταση να πάμε προς την Κολοκοτρώνη και συνειδητοποιήσαμε τι συμβαίνει, δεν το είχαμε πάρει χαμπάρι. Είναι ωραία. Ζεματάει. Δε μπορούσαμε να βρούμε κάπου να καθίσουμε.

Οι γυναίκες φλερτάρουν κι εμένα μου αρέσει το φλερτ, το υποστηρίζω, δεν είμαι αυτός που θα πάω με τα μαύρα γυαλιά και θα κάνω τον ωραίο. Θα πω μια καλή κουβέντα να κάνω μια γυναίκα να αισθανθεί ωραία. Θα της πω ένα κοπλιμέντο και μου αρέσει να της το κάνω γιατί ξέρω ότι είναι μια όμορφη ανταλλαγή μεσα στη μέρα. Και μου ανταποδίδουν και ανταποδίδω. Φυσικά δεν εννοώ κάτι ακραίο, λέω για μια “καλημέρα”, κάτι υγιές που δε δημιουργεί ζήλια. Καλό είναι να μην κάνεις τον άλλον να ζηλεύει. Προφανώς, κανένας δεν γεννήθηκε ζηλιάρης, οι συνθήκες τον κάνουν, οπότε καλό είναι να προστατεύεις και τον άλλον να μην τον κάνεις να νιώθει άβολα. Εγώ δε ζηλεύω πια τη σύντροφό μου. Το έχει περιγράψει πολύ ωραία ένας μαθητής δημοτικού σε μια φίλη δασκάλα όταν εκείνη ζήτησε να της περιγράψουν τι νιώθουν με τη ζήλια: της είπε “σφίγγομαι όταν ζηλεύω” και σήκωσε τους ώμους κι έσφιξε τις γροθιές του. Αυτό το σφίξιμο δε θέλω να το νιώθω. Δεν υπάρχει λόγος, είναι περιττό“.

 

Κάπου εκεί σκάει ένα μπαλόνι στην καφετέρια δίπλα στο θέατρο όπου καθόμαστε και η κουβέντα πάει σχεδόν μοιραία στα παιδιά: “Πιστεύω πολύ στα παιδιά, κι ότι έρχονται στη ζωή με τις καλύτερες προθέσεις κι εμείς τα εγκλωβίζουμε με την υπερπροστασία μας και το “Εγώ τα ξέρω όλα”, τους δημιουργούμε μόνο αδιέξοδα, αντί για ελευθερίες, ώστε να πράξουν και να μας ξεπεράσουν, Φοβόμαστε μάλλον να μη μας ξεπεράσουν. Φοβόμαστε μην φτιάξουμε μια κοινωνία όπου τα παιδιά θα είναι ελεύθερα και τα καθίζουμε από πολύ νωρίς σε μια κοινωνία με τοίχους και αδιέξοδα“. Ε και αφού σου αρέσουν τόσο, πότε θα κάνεις κι εσύ ένα; “Ε,μπορεί να κάνω σύντομα“, μου είπε και αναρωτήθηκα – ίσως και δυνατά – αν αυτό πρέπει να θεωρηθεί είδηση. Εκείνος χαμογέλασε και το πήγε ένα βήμα παραπέρα “Αυτό το ρωτάνε στις κυρίες συνήθως, επειδή υπάρχει κι ένας χρονικός περιορισμός, είναι η πραγματικότητα. Από την άλλη όμως το ρωτάνε και στους άντρες γιατί ξεχνάμε μερικές φορές ότι και οι φυσικές μας δυνάμεις μας εγκαταλείπουν. Καλό είναι τα παιδιά να γίνονται νωρίς γιατί μετά είναι δύσκολο να τρέχεις όλη μέρα γι΄αυτά. Υπάρχουν άνθρωποι που δε θέλουν να κάνουν παιδιά, μαγκιά τους. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που παλεύουν να κάνουν παιδί, τους οποίους πρέπει να σεβόμαστε εξίσου γιατί δεν είναι κάτι αυτονόητο.”

Οι γυναίκες είστε μια μηχανή πολύ πιο πολύπλοκη. Είστε πιο γειωμένες. Αυτό σας καθιστά και πιο δυνατές, πιο συντονισμένες. Εμείς σαν να είμαστε πιο εφήμεροι, εσείς σαν να είστε πάντα εδώ. Και μας δημιουργείτε και μας ξαναδημιουργείτε.

Eιναι σχεδόν απαγορευτικό για μια γυναίκα να πάρει τέτοια πρωτοβουλία σε μια τόσο φαλλοκρατική κοινωνία και να έχει δικό της θίασο και θέατρο. Δεν αφήνει τις γυναίκες να τολμήσουν. Μόνο η Ράντου το έχει καταφέρει αυτό. Αυτό από μόνο του λέει πολλά για τον χαρακτήρα της, την ψυχική δύναμη που έχει και το πόσο σκληρή είναι η κοινωνία απέναντι στη γυναίκα. Ούτε κι εγώ το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι που ξεκίνησα να δουλεύω με την Ελένη και είδα πόσα πράγματα έχει να λύσει και να παίξει κιόλας. Πρέπει να σκεφτεί και όλα τα υπόλοιπα και όλοι γύρω της είναι άντρες. Δε μιλάω μόνο για το καλλιτεχνικό κομμάτι, αλλά και το νομικο, οικονομικό, τεχνικό κομμάτι είναι ανδροκρατούμενο.”

 

Ο Αντώνης, αν και δεν ονειρευόταν από παιδί να γίνει ηθοποιός, σήμερα μάλλον δεν μετανιώνει για την απόφασή του να κινηθεί προς τον κλάδο της υποκριτικής. “Μου αρέσει σ’ αυτή τη δουλειά ότι δεν είμαι μόνος κι ότι μπορώ να πω όλες αυτές τις ιστορίες. Αγωνίζεσαι συνέχεια κι έχεις να κάνεις με ανθρώπους κι αυτό έχει σημασία. Δεν υπάρχει ρουτίνα, δεν υπάρχει μονοτονία. Δεν αναλύεται αυτό, πας να το περιγράψεις και δεν περιγράφεται με τίποτα. Ξεπερνά αυτά που ξέρουμε.

Ακολουθούν ορισμένες γραμμές αυτοκριτικής (και μερικές αγανάκτησης)

Μου τη σπάει που πάρα πολλές φορές βιάζομαι να καταλήξω κάπου. Θα ήθελα να είμαι πιο παρορμητικός στη δουλειά. Πολλές φορές τα εκλογικεύω τα πράγματα. Εκτός δουλειάς θα ήθελα να είμαι πιο τολμηρός. Nα μην είμαι τόσο επιφυλακτικός απέναντι σε καινούριες φιλίες. Το κάνω από προσωπικό κόλλημα. Θα ήθελα να είμαι πιο ανοιχτός, αλλά δε μου βγαίνει εύκολα. Έχω ένα πρόγραμμα το οποίο δε χωράει πολλές φιλίες. Όταν οι άλλοι έχουν ρεπό τα Σαββατοκύριακα, εσύ δουλεύεις. Πού να βρεις φίλους; Μετά πας να κάνεις φίλους απ’ το χώρο και δε γίνεται εύκολα, γιατί πολύ συχνά παλεύεις για τα ίδια πράγματα. Το θέμα του ωραρίου στο χαλάει. Χριστούγεννα παίξαμε, παραλίγο θα παίζαμε και παραμονή κι εγώ θα το υπερασπιστώ αυτό όσο είμαι ηθοποιός, να μην παίξει κανένα θέατρο παραμονή Χριστουγέννων. Παίζαμε και Πρωτοχρονιά. Μία, δύο, τρεις, δε σε ξαναπαίρνει λοιπόν κανένας φίλος τηλέφωνο – θα πει “άστον αυτόν έχει θέατρο”. Δεν είμαστε εμεις παράξενοι, είναι η δουλειά μας“.

 

Θα κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη με τις ευχές του Αντώνη για το νέο έτος. Και για εμάς και για τον ίδιο: “Επειδή δεν υπάρχει τίποτα σταθερό και δεδομένο, ας μην κάνουμε ότι ελέγχουμε τα πράγματα και ας δώσουμε λίγο χώρο. Να πάρουμε απόσταση να τα παρατηρήσουμε. Όπως ένα μικρό παιδί παρατηρεί και μαθαίνει τη ζωή γιατί έτσι ίσως ξεχάσουμε αυτά που θέλουν οι άλλοι να ξέρουμε και να ανακαλύψουμε άλλες αλήθειες που μπορεί να είναι πιο μεγάλες και να βγούμε πιο δυνατοί από αυτό. Μπορεί τελικά να μη μας λείπουν τα πολλά. Μπορεί τελικά να μη μας γεμίζει φόβο το ότι αύριο δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, αλλά να μας δίνει ελευθερία. Μπορεί να μην έχουμε μόνο μία ευκαιρία στη ζωή μας, αλλά πολλές.

Θα ήθελα να μπορώ να είμαι με ανθρώπους που με πάνε μπροστά και σε προσωπικό και σε επαγγελματικό επίπεδο. Να μη φοβάμαι να έχω καλύτερους ανθρώπους γύρω μου. Να μη φοβάμαι μήπως χάσω την αξία μου. Τίποτα δεν μειώνει αυτό που είμαι. Είμαι πολλά πράγματα, όπως και όλοι μας. Να αφήνω ανθρώπους εξυπνότερους, ικανότερους, σημαντικότερους, να μπαίνουν στο περιβάλλον μου“.

Τελικά, αποφάσισα να προσθέσω και κάτι ακόμα, για όλες εμάς που τον αγαπήσαμε λίγο περισσότερο ως τον “γαύρο” στα “Υπέροχα Πλάσματα”. Αν σου έλεγαν λοιπόν Αντώνη να διαλέξεις να κάνεις ακόμα μια σεζόν από κάποια παλιότερη σειρά στην οποία συμμετείχες, ποια θα ήταν αυτή; “Τα υπέροχα πλάσματα. Ήταν ένα χρονογράφημα της εποχής, όχι σίριαλ. Δεν είναι ότι μου λείπει η εποχή εκείνη και νιώθω νοσταλγία, αλλά μου άρεσαν οι χαρακτήρες, οι ρόλοι, η παρέα“.

 

Ο Αντώνης Καρυστινός πρωταγωνιστεί στη θεατρική παράσταση “Για μια ανάσα”, στο θέατρο Διάνα, και στον “Αστέρα Ραχούλας” του Alpha.

Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson