WATCHLIST

Anthony Bourdain: Parts Unknown ή αλλιώς η εκπομπή που σε ταξιδεύει από τον καναπέ

Όταν ο Anthony Bourdain, ο πιο τηλεοπτικός σεφ των σεφ (με εξαίρεση τον Jamie Oliver) ήρθε στη Νάξο το καλοκαίρι του 2015, δοκίμασε ρακί, έφαγε θαλασσινά ψαρεμένα στις αιγαιοπελαγίτικες θάλασσες, άπλωσε χταπόδια στο σκοινί,  ξετρελάθηκε με το ντόπιο τυρί, περιπλανήθηκε σ’ ένα από τα πανηγύρια του νησιού και έκανε κατάδυση σ’ ένα ναυάγιο του 20ου αιώνα που "κοιμάται" στα ναξιώτικα ύδατα.

Όλα αυτά όχι στο πλαίσιο ινκόγκνιτο διακοπών στις Κυκλάδες, αλλά με αφορμή την τελευταία του εκπομπή μετά το περίφημο No Reservations. Tο Anthony Bourdain: Parts Unknown έκανε πρεμιέρα τον Απρίλιο του 2013 στο CNN κι έκτοτε ταξιδεύει το φανατικό του κοινό ανά την υφήλιο σε “μέρη άγνωστα” ή ακόμα πιο σωστά, σε μέρη μακρινά, ιδιαίτερα, άλλοτε και δυσπρόσιτα που κατά ένα μεγάλο ποσοστό δεν αποτελούν πρώτη προτεραιότητα για τον mainstream ταξιδιώτη.

 

Ο 61χρονος Bourdain, ένας πραγματικά ενθουσιώδης με τη ζωή, το φαγητό και τις νέες εμπειρίες τύπος σε κάθε επεισόδιο του Parts Unknown περιπλανιέται όχι άσκοπα αλλά απόλυτα στοχευμένα σε τόπους, τοπία και κυρίως στους ανθρώπους τους. Ο πρωτοπόρος Tony, όλα αυτά τα χρόνια έχει αλλάξει τον τρόπο που τρώμε στα εστιατόρια, που γνωρίζουμε έναν τόπο, που απολαμβάνουμε το ταξίδι. Εκπαίδευσε το κοινό του ως ταξιδιώτες κι όχι ως επιφανειακούς τουρίστες. Και είναι αληθινός.  Αναζητά την ιδιαιτερότητα, το ξεχωριστό και τη σπεσιαλιτέ του εκάστοτε μέρους, ανακαλύπτει τις κουλτούρες πάντα μέσα από τα πιάτα του, και όχι μόνο. Το show που εξερευνά τα outsider ενός ταξιδιωτικού χάρτη έχει βραβευτεί με 5 βραβεία Emmy και έχει διεκδικήσει συνολικά 11 υποψηφιότητες σε κατηγορίες όπως φωτογραφία, σενάριο, μουσική σύνθεση κ.ά, οι οποίες μαρτυρούν πως δεν πρόκειται απλά για μία ταξιδιωτική εκπομπή με φόντο ένα στρωμένο τραπέζι με παραδοσιακές γεύσεις. Ο Bourdain άλλωστε ποτέ δεν έκανε μόνο αυτό.

 

Ο πρώτος διδάξας celebrity chef των καιρών μας, μετά από μπόλικες σεζόν No Reservations ονειρεύτηκε να κάνει κάτι παρόμοιο, αλλά όχι ίδιο. Σίγουρα λιγότερο εστέτ το Parts Unknown σε σχέση με ό, τι έκανε άψογα στο Travel Channel μέχρι τότε, πλέον “τρώει και πίνει με ανθρώπους χωρίς φόβο και προκατάληψη” σε μέρη που για τον μέσο Αμερικανό ή ευρύτερα, πολίτη της Δύσης είναι ταμπού, όπως το Κονγκό, η Λιβύη και η Μιανμάρ. Ωστόσο, δεν έχει περιοριστεί μόνο σε απόμακρες κι απομακρυσμένες περιοχές. Το Περού, το Μαρόκο, η Κολομβία, αλλά και περιοχές πολύ πιο κοντινές σ’ εκείνον, όπως η Koreatown στο Λος Άντζελες έχουν αποτελέσει προορισμούς του. Στόχος είναι πάντα το κάτι διαφορετικό, το εξωτικό, το οποίο δεν αποδίδεται απαραίτητα μόνο με χιλιομετρικούς όρους. “Ο αληθινός ταξιδιώτης” λέει ο Bourdain, είναι ασυγκράτητα περίεργος, δεν φοβάται».

 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι ακριβώς ήθελε να κάνει με το Parts Unknown ο φωτογενής σεφ είναι το επεισόδιο στη Μιανμάρ. Ο Bourdain δεν περιορίστηκε σε γυροβολιές στις γειτονιές και σε “εφόδους” στις κατσαρόλες των Ασιατών. Για άλλη μια φορά. δεν είχε καμία απολύτως όρεξη να ωραιοποιήσει ή να αποδώσει μυθικά αυτό τον μακρινό τόπο ή οποιονδήποτε άλλο αντίστοιχο. Ο τρόπος που περιγράφει και προσεγγίζει το εκάστοτε μέρος είναι ειλικρινής, άμεσος και συχνά αστείος. Στη Μιανμάρ κατήγγειλε το παλαιολιθικό σιδηροδρομικό δίκτυο, αλλά και την κυβέρνηση της χώρας. “Σχεδόν όλοι με τους οποίους μίλησα εκεί, είχαν πάει στη φυλακή”. Με τον ίδιο κυνικό αυθορμητισμό που δηλώνει ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς κρέας ή ότι απεχθάνεται τους χίπστερς και τους χορτοφάγους, φτύνει στην κάμερα ό,τι δεν του αρέσει στα μέρη που επισκέπτεται. Και οι τηλεθεατές αντιλαμβάνονται πως αυτό συμβαίνει εντελώς απροσποίητα.

 

Οι ταξιδιωτικές εκπομπές είναι ένα τηλεοπτικό genre το οποίο κάθε χρόνο γίνεται και καλύτερο. Εμπλουτίζεται, πολλαπλασιάζεται, εκσυγχρονίζεται. Τι το διαφορετικό λοιπόν έχει το Parts Unknown του Bourdain σε σχέση με κάποια άλλη αντίστοιχη εκπομπή εγχώρια ή ξένη;

 

Η απάντηση είναι μία: αυθεντικότητα. Ο Bourdain, είναι ένα ατόφιο ταλέντο, ένας γοητευτικός, κουλ μεσήλικας bon viveur που γεννήθηκε για να ταξιδεύει, αλλά όχι μόνο αυτό. Πάνω απ’ όλα είναι ένα τηλεοπτικό πρόσωπο που δεν μασάει τα λόγια του κι αυτό, είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν συναντάει κανείς συχνά σε ταξιδιωτικές εκπομπές. Παθιασμένος μέχρι φανατισμού με το φαγητό, τις αποδράσεις και την καλή παρέα ο πιο φωτογενής περιπετειώδης Νεοϋρκέζος μάγειρας που αρχικά ήθελε να γυρίσει τον κόσμο, σήμερα πια- αφού είδε την ευκαιρία στον ορίζοντα- και έχοντας ως φόντο πάντα πιατέλες γεμάτες με φαγητό, άρχισε να αναζητά πιο πολύ τις ομοιότητες παρά τις διαφορές ανάμεσα σε ανθρώπους, πολιτισμούς, ιστορικές συγκυρίες και γαστρονομικά ήθη. Μια σειρά ντοκιμαντέρ κινηματογραφικής αισθητικής και local αναφορών που έχει ταξιδέψει σε πάνω από 80 μέρη- από το βραδινό Ντιτρόιτ και την πρωινή Πουντζάμπ, μέχρι το μεσημεριανό Δέλτα του Μισισιπή και το απογευματινό Ιράν. Μία από τις σημαντικότερες ταξιδιωτικές εκπομπές της μικρής οθόνης με ξεναγό τον πιο απολαυστικό σεφ του κόσμου.

*Το άρθρο αναδημοσιεύεται εμπλουτισμένο από το TV Έθνος.