OPINIONS

Υπόθεση Ansari: Παρενόχληση ή ατυχές φλερτ;

ΑP

Στον απόηχο των σκανδάλων Weinstein και Spacey, και με τις παλιότερες κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση από τον Woody Allen να έχουν επανέλθει στο προσκήνιο, το Hollywood κλονίζεται σχεδόν καθημερινά από νέες μαρτυρίες παραβατικής συμπεριφοράς στο πλαίσιο του κινήματος #MeToo. Όπως ήταν αναμενόμενο, έφτασε η ώρα να κάνουμε μια ευρύτερη συζήτηση για το τι συνιστά παρενόχληση, τι συναίνεση και τι "ατυχές φλερτ".

Πριν λίγες μέρες, μια γυναίκα με το ψευδώνυμο Grace δήλωσε στο website Babe.net ότι βγήκε ραντεβού με τον ηθοποιό και δημιουργό της σειράς Master of None, Aziz Ansari και ότι αυτή κατέληξε να είναι η χειρότερη βραδιά της ζωής της. Η Grace, 23 ετών, φωτογράφος με έδρα το Brooklyn, και ο Ansari γνωρίστηκαν στο after party των Βραβείων Emmy του 2017 και έπιασαν την κουβέντα με αφορμή τις φωτογραφίες που έβγαζε εκείνος. Όπως αναφέρει η ίδια στην καταγγελία της, στην αρχή ο Ansari δεν είχε δείξει ενδιαφέρον, κατά τη διάρκεια της βραδιάς όμως άρχισαν να φλερτάρουν. Στο τέλος της βραδιάς, της ζήτησε το τηλέφωνό της και εκείνη του το έδωσε. 

Όταν εκείνη επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, ο Ansari της είχε ήδη στείλει μήνυμα. Συνέχισαν το φλερτ μέσω μηνυμάτων για μια εβδομάδα και στα τέλη Σεπτεμβρίου της ζήτησε να βγουν ραντεβού. Μετά την έξοδο κατέληξαν στο σπίτι του ηθοποιού όπου, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, εκείνος προσπάθησε να κάνει σεξ μαζί της, ενώ εκείνη έδειχνε με κινήσεις του σώματός της ότι δεν ήθελε, ενώ σε κάποια σημεία το εξέφρασε και λεκτικά. 

Ανάμεσα στις διάφορες περιπτύξεις, η ίδια φέρεται να του είπε: “Δε θέλω να αισθανθώ ότι πιέζομαι γιατί τότε θα σε μισήσω και δεν το θέλω”. Σύμφωνα με την ίδια, όταν εξέφρασε λεκτικά τη δυσαρέσκειά της απέναντι στις κινήσεις του, ο Ansari της απάντησε: “Ας αράξουμε στον καναπέ”, αλλά μετά έδειξε εξωτερικά με το χέρι του προς την κατεύθυνση του γεννητικού του οργάνου, υποδηλώνοντας την προσδοκία του για στοματικό σεξ. Αργότερα, σύμφωνα πάντα με την Grace, εκείνος προσπάθησε ξανά να της βγάλει τα ρούχα. Η ίδια κάποια στιγμή σηκώθηκε και κάλεσε ταξί για να φύγει και η βραδιά ολοκληρώθηκε με την Grace να κλαίει στο Uber της επιστροφής, καθώς αισθανόταν ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια της την τελευταία ώρα πριν την αναχώρησή της.

Την επόμενη μέρα, όταν ο Ansari της έστειλε μήνυμα να της πει ότι χάρηκε που συναντήθηκαν, εκείνη απάντησε ότι δεν πέρασε καλά και ότι ο ίδιος “αγνόησε ξεκάθαρα λεκτικά σήματά της”, ενώ του επεσήμανε ότι έπρεπε να καταλάβει ότι δεν ένιωθε άνετα. Εκείνος ζήτησε συγγνώμη και η ιστορία σταμάτησε – προσωρινά – εκεί. Μετά την πρόσφατη δημοσιοποίηση της ιστορίας, ο Ansari δήλωσε δημόσια ότι οι δυο τους ξεκίνησαν να έχουν σεξουαλική δραστηριότητά μετά την έξοδό τους, στο πλαίσιο της οποίας όλες οι ενδείξεις συνηγορούσαν στο ότι υπήρχε συναίνεση εκ μέρους και των δυο ανθρώπων.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης απέναντι σε μια τέτοια καταγγελία ήταν ανάμεικτες. Εξάλλου, το ίδιο συμβαίνει ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η σεξουαλική επίθεση ή παρενόχληση είναι (εφόσον ισχύουν τα λεγόμενα του εκάστοτε καταγγέλλοντος) προφανέστατες. Στην περίπτωση του Ansari, το ζήτημα είναι πιο πολύπλοκο (ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται), πρωτίστως διότι, αν διαβάζαμε την ιστορία της Grace χωρίς κανένα πρόσημο (επίθεσης ή άλλο), αν δηλαδή η Grace ήταν μια φίλη μας που μάς διηγούνταν μια αντίστοιχη εμπειρία της, χωρίς δικά της σχόλια, με απλή παράθεση των περιστατικών, τότε θα ήταν μάλλον απίθανο να χαρακτηρίζαμε τον αντίστοιχο Ansari ως θύτη σεξουαλικής επίθεσης ή παρενόχλησης. Θα λέγαμε απλά ότι δεν υπήρχε χημεία μεταξύ τους, ότι εκείνη για κάποιο λόγο “ξενέρωσε” στην πορεία του ραντεβού κι από από ένα σημείο και πέρα δε γούσταρε άλλο. Εκείνος, πάλι, δεν κατάλαβε ότι εκείνη “είχε ξενερώσει” και προσπάθησε να κάνει σεξ μαζί της, παρά τα άβολα διαλείμματα των περιπτύξεών τους. Πουθενά δεν θα λέγαμε τη λέξη “βιαστής”, ούτε θα χρησιμοποιούσαμε τη φράση “σεξουαλική παρενόχληση”.

Jordan Strauss/Invision/AP

Γιατί, λοιπόν, ο Ansari βρέθηκε απολογούμενος για ένα γεγονός που αφορά αποκλειστικά την προσωπική του ζωή; Διότι κάποια αποφάσισε ότι στο πλαίσιο της καμπάνιας #MeToo ήταν ευκαιρία να μοιραστεί τη δική της ιστορία από ένα άσχημο ραντεβού, χωρίς όμως η ίδια να έχει αναλογιστεί πλήρως τι ακριβώς της έχει συμβεί – εφόσον, πάντα, ισχύουν όλα όσα έχει δηλώσει. Αυτό που συνέβη, λοιπόν, στο ραντεβού αυτό, ήταν ότι ο Ansari, όπως επιτυχημένα τέθηκε σε σχετικό κείμενο των New York Times, “δε διάβασε το μυαλό της”. Φυσικά και ο μέσος άνθρωπος θα καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά όταν ο ερωτικός του σύντροφος τη δεδομένη στιγμή απομακρύνει π.χ. το χέρι του από σημεία του σώματός του. Ενδέχεται, όμως, στο πλαίσιο της φάσης εκείνης, να μην το αντιληφθεί, ιδίως αν το άλλο ενδιαφερόμενο μέρος έχει έρθει με δική του συναίνεση στον ίδιο χώρο με αυτόν. Ο Ansari δεν ασκούσε δύναμη εξουσίας πάνω στην Grace λόγω θέσης ή με κάποιο άλλο τρόπο πέραν από την – προφανή – δημοσιότητά του, η οποία μόνη της δεν εξαρκεί για να προκαλέσει τον εκφοβισμό. Δεν καταλαβαίνουμε, λοιπόν, για ποιο λόγο η Grace δε σηκώθηκε απλά να φύγει με την πρώτη αμφιβολία ότι ο Ansari μάλλον δεν ήταν ο ερωτικός σύντροφος που ήθελε – για τον οποιονδήποτε λόγο κι αν ένιωσε κάτι τέτοιο.

Τα προβλήματα με αυτού του είδους τις καταγγελίες εκτείνονται σε δυο επίπεδα. Το ένα αφορά στον φερόμενο ως “θύτη” ενός εγκλήματος που δεν διαθέτει μεν αντικειμενική υπόσταση, αλλά που το όνομά του είναι πλέον εκεί έξω, εκτεθειμένο ενδεχομένως και για πάντα. Παρά τη δημόσια άρνηση της κατηγορίας, ο Ansari κινδυνεύει να απολέσει την αξιοπιστία που διαθέτει ως επαγγελματίας της show business. Στη δε περίπτωσή του, με δεδομένο ότι έχει θίξει ζητήματα όπως η σεξουαλική παρενόχληση στο έργο του, το οποίο δίνει μια παραστατική εικόνα για τις στρεβλώσεις της σύγχρονης κοινωνίας, ο κίνδυνος της απαξίωσης στο πρόσωπό του είναι ακόμα μεγαλύτερος, καθώς μετά από αυτή την καταγγελία, το πιο σημαντικό ως σήμερα έργο του, το Master of None, θα φαίνεται τουλάχιστον υποκριτικό.

Το δεύτερο πρόβλημα που προκύπτει από αυτού του είδους τις καταγγελίες, το οποίο βέβαια συνιστά και μια ευκαιρία για να θίξουμε ένα ζήτημα που δεν συζητάμε σχεδόν ποτέ δημοσίως, είναι η υπονόμευση του κινήματος #MeToo. Καταγγέλλουμε όταν έχουμε κάτι να καταγγείλουμε, αλλιώς δίνουμε απλώς τη δική μας ερμηνεία σε μια ατυχή κατάσταση. Η Grace συναίνεσε στο να πάει σπίτι του Ansari μαζί του. Όταν έπαψε να θέλει όμως, δεν υποστήριξε άμεσα την επιθυμία της να αποχωρήσει. Τα ατυχή φλερτ, τα αταίριαστα ραντεβού, οι άβολες στιγμές στο σεξ (σε οποιοδήποτε στάδιό του) δεν αποτελούν σεξουαλική παρενόχληση, πόσο μάλλον επίθεση και έτσι δεν πρέπει να απαξιώνουν μέσω της καταγγελίας τους τις πραγματικές περιπτώσεις όπου υπήρξαν όντως θύτες, παραβατικές συμπεριφορές και θύματα.

Όλο αυτό, βέβαια, θα μπορούσε να έχει μετριαστεί στην περίπτωση που συνολικά ως κοινωνία μαθαίναμε να συζητάμε ανοιχτά τα ζητήματα που διαμορφώνουν τη σεξουαλική κουλτούρα κάθε φύλου. Ακόμα και σήμερα, δυστυχώς, η ετεροσεξουαλική γυναίκα θεωρείται εκ των πραγμάτων παθητικός δέκτης στο σεξ. Η έλλειψη σεξουαλικής παιδείας (στο σχολείο και το σπίτι) και τα ταμπού γύρω από το σεξ διαιωνίζουν αυτή την αντίληψη και στα δυο φύλα κι έτσι η μέση γυναίκα θεωρεί πως στο ζήτημα αυτό πρέπει υποχρεωτικά να είναι ευχάριστη, να μη δείχνει τι θέλει και, όσο γίνεται, “να μην ενοχλεί” τον άλλο. Η Grace δεν έφυγε αμέσως διότι υποσυνείδητα θεώρησε πως προτεραιότητα της σεξουαλικής επαφής είναι η απόλαυση του άλλου και όχι η δική της. Γιατί η κυρίαρχη αντίληψη ακόμα και σήμερα είναι ότι ο άντρας σκέφτεται πιο πολύ το σεξ από τη γυναίκα και εκείνος είναι που θα κάνει το παν για να το επιδιώξει. Αυτό είναι και το επίκεντρο της έλλειψης σεξουαλικής κουλτούρας στη σύγχρονη κοινωνία. Παράλληλα δε, σε μεγάλο βαθμό η κοινωνία συνεχίζει να λειτουργεί με την αντίληψη ότι ο άντρας είναι “κυνηγός” και έτσι “συγχωρείται” όταν επιμένει (ξεπερνώντας και τα όρια) να “αποκτήσει” μια γυναίκα. Σε πιο ελαφριά μορφή, αυτή η αντίληψη αποτυπώνεται στην τέχνη, ιδίως στο σινεμά και την τηλεόραση, ενώ παλιότερα διαμόρφωνε κυρίως τις προφορικές ιστορίες και τα παραμύθια. Και καθώς η τέχνη μιμείται τη ζωή, μπορεί να επηρεάζει τέτοιες συμπεριφορές στο άπειρο.

Αν, λοιπόν, η έλλειψη σεξουαλικής κουλτούρας συναντηθεί με την αβεβαιότητα ως προς τη φύση μιας κατάστασης, ενός περιστατικού ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που δεν γνωρίζονται και ιδιαίτερα, τότε το αποτέλεσμα μπορεί να λάβει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις, που δεν ανταποκρίνονται στην ουσία του. Το περιστατικό με τη Grace και τον Ansari μάς δίνει την ευκαιρία να μιλήσουμε ανοιχτά για την έλλειψη σεξουαλικής παιδείας και τη σεμνοτυφία που μαστίζει την κοινωνία ακόμα και σήμερα. Αν δεν συζητήσουμε ανοιχτά για αυτά τα ζητήματα, δεν θα εκλείψουν ούτε τα περιστατικά σεξουαλικής βίας, ούτε και το κυνήγι μαγισσών.

Κεντρική φωτογραφία: Jordan Strauss/Invision/AP