ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού: 15 Έλληνες του εξωτερικού αφηγούνται τα περιστατικά που δε θα ξεχάσουν ποτέ

Όταν ζήτησα από τους φίλους μου στο facebook που ζουν ή έχουν ζήσει στο παρελθόν στο εξωτερικό, να μου στείλουν δικές τους ιστορίες στις οποίες να έχουν πέσει θύματα ρατσισμού εξαιτίας της καταγωγής, του χρώματος, ή ακόμα και του φύλου τους, η αλήθεια είναι ότι έλαβα πολλές απαντήσεις από άτομα που λυπόντουσαν γιατί δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν, αφού δεν είχαν κάποιο περιστατικό να μου αφηγηθούν.

Αυτό από μόνο του, ήταν κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα, αφού ακόμα κι αν δεν με “βόλευε” για την ολοκλήρωση του παρόντος κειμένου, έδειχνε ότι ο κόσμος δεν πάει τελικά ολοταχώς κατά διαόλου. Οι εθνικότητες, οι θρησκείες, τα σύνορα, τα χρώματα, οι ταμπέλες εν γένει, αποτελούν τη βάση στην οποία βρίσκει έδαφος να καλλιεργηθεί ο ρατσισμός, και το ιδανικό θα ήταν να μπορούσαμε κάποια στιγμή, με κάποιο τρόπο να μην προσδιοριζόμαστε με βάση αυτά τα τυχαία και απολύτως επιβεβλημένα χαρακτηριστικά, αλλά να είμαστε απλά άνθρωποι που δεν μαντεύουν ή νομίζουν εκ των προτέρων πράγματα για τους υπόλοιπους σύμφωνα με την εμφάνιση, τη γλώσσα, την προφορά ή το ντύσιμό τους.

Μέχρι να φτάσουμε εκεί, πρέπει να διανύσουμε έναν βαθιά ρατσιστικό δρόμο, ο οποίος φυσικά περνά και από την Ελλάδα, αλλά απλώνεται σε όλο τον κόσμο. Αυτή τη φορά, επιλέξαμε να ρωτήσουμε τους ίδιους τους Έλληνες για το τι έχουν ζήσει όταν τους αντιμετωπίζουν ως κατώτερους λόγω της καταγωγής τους. Αυτά που ακολοθούν, δεν είναι ιστορίες που πρέπει να καλλιεργήσουν μίσος για το “πώς φέρονται στα Ελληνόπουλα εκεί έξω”, αλλά φωτεινά παραδείγματα προς αποφυγή, κάθε φορά που θα συναναστραφούμε άλλους ανθρώπους. Όποιοι κι αν είναι, όπως κι αν είναι, ό,τι γλώσσα κι αν μιλούν, απ’ όπου κι αν προέρχονται.

Άρτεμις, Ολλανδία

 

«Όταν ήμουν φοιτήτρια δούλευα παράλληλα σε ένα Ελληνικό εστιατόριο σαν σερβιτόρα στην Ουτρέχτη. Συνήθως τα Σάββατα το βράδυ είχαμε την περισσότερη κίνηση στο μαγαζί και κατ’επέκταση και τους περισσότερους αγενείς πελάτες. Ένα βράδυ είχαμε μια κράτηση 10 ατόμων. Όταν έφτασαν, συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν τόσο τύφλα που με το ζόρι στέκονταν όρθιοι. Βάσει ολλανδικού νόμου μπορούσαμε να τους αρνηθούμε την είσοδο αλλά το αφεντικό μου είπε να τους αφήσουμε να κάτσουν. Όταν έκατσαν άρχισαν να παίζουν με τα μαχαιροπίρουνα, να φωνάζουν και να παίζουν με κάτι διακοσμητικά, μουσικά όργανα. Τους πλησίασα και τους είπα στα ολλανδικά να τα αφήσουν κάτω. Με αγνόησαν. Οπότε τους το φώναξα στα αγγλικά. Τότε μου απάντησε ένας απο αυτούς: “πες το στα ολλανδικά”. Και του είπα: “Όχι δεν θα το ξαναπώ στα ολλανδικά. Κατάλαβες πολύ καλά τι είπα.” “Εδω είναι Ολλανδία” μου φώναξε “και αν δεν μιλάς την γλώσσα μας, να γυρίσεις πίσω στην χώρα σου βρωμοελληνίδα. Όλοι οι Έλληνες είστε γουρούνια.”

Και έπειτα άρχισε να φωνάζει “PVV,PVV…” -το οποίο είναι η αντίστοιχη Χρυσή Αυγή της Ολλανδίας- με τους φίλους του παράλληλα να σιγοντάρουν. Εν τέλει έφυγα και φωνάξαμε την αστυνομία που ήρθε και τους μάζεψε. Στα πέντε χρόνια έχω ζήσει διάφορα μικρά περιστατικά, αλλα αυτό ήταν μακράν το χειρότερο».

Αγγελική, Σαουδική Αραβία

 

«Μου έχουν συμβεί διάφορα περιστατικά εδώ, αλλά τα περισσότερα επειδή είμαι γυναίκα, ή επειδή δεν είμαι μουσουλμάνα. Τους Έλληνες γενικά τους έχουν σε υπόληψη, οπότε δεν αντιμετώπισα δυσκολίες. Το πρώτο περιστατικό ήταν όταν είχα πρωτοέρθει. Είχα ψιλοχαθεί στο δρόμο και ρώτησα μια γυναίκα, φυσικά, για να με βοηθήσει προς τα πού έπρεπε να πάω. Ενώ της απηύθυνα τον λόγο, έκανε πως δεν υπήρχα. Στην αρχή νόμιζα πως απλά δε μιλούσε αγγλικά, αλλά όταν μια κοπέλα από την παρέα μου (που τυχαίνει να είναι μουσουλμάνα από το Μπαγκλαντές και φορούσε μαντήλα) της έκανε την ίδια ερώτηση στα αγγλικά, εκείνη της απάντησε χαμογελώντας!

Εκεί που έπαθα σοκ ήταν όταν κατά λάθος άπλωσα το χέρι μου και ακούμπησα έναν άντρα μέσα στο αεροπλάνο κι εκείνος αμέσως έτρεξε στην τουαλέτα κ άρχισε να πλένεται στο σημείο που τον έπιασα λες και είχα χολέρα! Προφανώς γιατί με θεωρούσε αμαρτωλή – χριστιανή που τον μόλυνα μόνο και μόνο που τον άγγιξα».

Άγγελος, Κατάρ

«Εμένα προσωπικά μου έχει συμβεί να με πετάξουν έξω από δημόσια υπηρεσία στη Ντόχα λόγω των ρούχων που φορούσα. Πήγα λοιπόν στην τοπική ΔΕΗ να κλείσω τον λογαριασμό μου ντυμένος με ένα t-shirt και μία τζιν βερμούδα μέχρι το γόνατο, λογικό ντύσιμο για τους 42 βαθμούς που είχε έξω και για το γεγονός ότι είμαι «άντρας» (γιατί για τις γυναίκες η βερμούδα σε τέτοιο χώρο θα ήταν κόκκινο πανί). Εκεί λοιπόν που κάθομαι και περιμένω την σειρά μου μαζί με καμιά εκατοστή άλλους, ένας security με έψαξε μέσα στα τόσα άτομα – μάλλον fashion police θα ήταν – και με ανάγκασε να φύγω και να επιστρέψω με παντελόνι, αλλιώς δεν θα με άφηνε να εξυπηρετηθώ. Έτσι και έγινε και το δέχτηκα με τρελά νεύρα γιατί σε τέτοιες φάσεις είναι their way or the highway!

 

Παραδόξως, θύματα ρατσισμού και διακρίσεων σε αυτή την χώρα πέφτουν οι single άνδρες και αυτό από ό,τι κατάλαβα γίνεται γιατί στο πλαίσιο τις επιβαλλόμενης θρησκευτικής και κοινωνικής κανονικότητας, οι άντρες χωρίς οικογένεια θεωρούνται ανήθικοι και με προδιάθεση να κάνουν πράγματα που έτσι και αλλιώς διώκονται ποινικά. Όπως ας πούμε το να έχουν ολοκληρωμένες σχέσεις με γυναίκες οι οποίες δεν είναι επίσημα αρραβωνιαστικές ή σύζυγοί τους. Αυτό ισχύει και για τις γυναίκες σαφώς. Σε αυτό το πλαίσιο, μου έχει ζητηθεί, και σαφώς υπάκουσα, να κατέβω σε άσχετο όροφο από ασανσέρ που βρισκόμουν μόνος μου και ήδη χρησιμοποιούσα, με σκοπό να μπoυν μόνες τους ντόπιες γυναίκες (γιατί σε περίπτωση άλλης εθνικότητας κανένα πρόβλημα) που σταμάτησαν το ασανσέρ σε άλλο όροφο. Επίσης ενώ ήμουν με φίλους άντρες δεν μας επετράπη η είσοδος σε υπαίθριο ελεύθερο φεστιβάλ γιατί ήμασταν single και είχαμε κάνει το ατόπημα να μην έχουμε παντρευτεί και κάνει από 3-4 παιδιά ο καθένας».

Στέλλα, Ολλανδία

«Κάθησα και σκέφτηκα, στα 14 χρόνια που ζούμε στο εξωτερικό με τον άντρα μου, αν υπήρξε κάποια στιγμή που βίωσα ρατσισμό και η αλήθεια είναι πως δυστυχώς έχω να θυμάμαι μόνο περιστατικά που έχουν σχέση με συμπατριώτες μας. Δε βιώσαμε ποτέ ρατσισμό από κάποιον Γερμανό ή Ολλανδό πολίτη αλλά από Έλληνες.

Δυστυχώς οι Έλληνες που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει εδώ είναι ρατσιστές απέναντι στους Έλληνες που έρχονται στην πορεία από την Ελλάδα. Δεν είναι καθόλου προθυμοποιήμενοι να βοηθήσουν, δε θέλουν να βλέπουν τους καινούργιους να προοδεύουν, τους βάζουν τρικλοποδιές και γενικά βγάζουν πολλή κακία.

Σπάνια θα βοηθήσουν κάποιον να βρει δουλειά και όταν ζητηθεί κάποια πληροφορία, η πιο συνηθισμένη απάντηση είναι ”δε γνωρίζω, δεν ξέρω”. Είναι λυπηρό, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Οι ξένοι μας έχουν βοηθήσει πολύ και δεν μας έχουν κανει να νιώσουμε ποτέ μειονεκτικά όλα αυτά τα χρόνια που έχουμε ζήσει στη Γερμανία και στην Ολλανδία.

Ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που μου έχει μείνει είναι το εξής: Έλληνας συνάδελφος ρουφιανεύει στο ελληνικής καταγωγής αφεντικό άλλους (επίσης Έλληνες) συναδέλφους με αντάλλαγμα κάποιο χρηματικό ποσό. Το αποτέλεσμα; Να απολύεται ο μεν και να απολαμβάνει ο δε. Δυστυχώς υπάρχουν κάποια άτομα που ρουφιάνευουν για να πάρουν έξτρα χρήματα, χωρίς να τους ενδιαφέρει τι μέλλει γενέσθαι για τους συναδέλφους τους. Δεν υπάρχει αλληλεγγύη, δεν υπάρχει στήριξη και όλο αυτό είναι λυπηρό».

Χριστίνα, Αγγλία

«Ο μπαμπάς μου Καλαματιανός και η μαμά μου ένα κράμα από 1/3 από μερικά μέρη στην Ελλάδα και μέχρι εκεί οκ, αλλά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ζάμπια, στην Αφρική. Άρα Ελληνίδα ομογενής, στην αφρικανική ήπειρο και επέστρεψε στην μαμά πατρίδα αρκετά μεγάλη για να αφομοιωθεί πλήρως. Τα ελληνικά της σπαστά και σε μένα μιλούσε κυρίως αγγλικά. Στο σχολείο τα 80’s έτρωγες bullying για λιγότερα. Μετά από αρκετό ρατσισμό από Έλληνες, μαθαίνεις να είσαι εξωγήινος, όταν λες κάτι που δεν ξέρουν, γιατί δεν είναι πολύ μακρινό παρελθόν, μην ξεχνάμε ποιοι «ήμασταν» και «είμαστε».

Στα 25 μου πήγα για σπουδές στην Αγγλία, περίμενα καταπράσινα πάρκα και εγώ να διαβάζω στα γρασίδια με έναν μπερέ. Ναι, πάρκα υπήρχαν αλλά δεν είχε καμιά σχέση η εικόνα ευγενών Άγγλων από ταινίες, με αυτό που συναντάς εκεί. Εξάλλου παντού υπάρχουν καλοί και κακοί, μην γενικεύουμε.

 

Το Λονδίνο ήταν μια πολιτισμική κωμόπολη και η αλήθεια είναι ότι δεν ένιωθες ιδιαίτερα ξένος, γιατί ήσουν ανάμεσα σε ένα κράμα από διαφορετικές κουλτούρες και μια πασαρέλα διαφορετικότητας. Στο Λίβερπουλ όμως που έζησα 3 χρόνια, γνώρισα ένα τελείως άλλο πρόσωπο της Αγγλίας. Πρώην λιμάνι και βιομηχανική περιοχή, οι ξένοι δεν ήταν και τόσο ευπρόσδεκτοι στο μεγαλύτερο ποσοστό, η Αγγλία τότε πέρναγε μεγάλη αύξηση στην ανεργία και άρχισαν να τους φταίνε λίγο παραπάνω οι ξένοι.

Με έχουν πει Πολωνή (γιατί είχαν μεγάλη κοινότητα στην πόλη), Ισπανίδα, Ιταλίδα, Τουρκάλα και την αδερφή μου που ήταν πιο μελαχρινή από μένα, μέχρι και Ινδή. Ο τόνος συνήθως δεν ήταν ευχάριστος και ήξερα αρκετά την γλώσσα για να διακρίνω χολή, υπεροψία και ειρωνεία.

Όταν έλεγα ότι είμαι Ελληνίδα, δεν έβλεπα και πολύ μεγάλη διαφορά, just saying!

Σε μια πόλη με αρκετή εγκληματικότητα, από όση είχα συνηθίσει, συχνά πυκνά υπήρχαν μεθυσμένοι ή απλά αμόρφωτοι ανθρωπίσκοι που θα σου μιλούσαν περίεργα, εκφοβιστικά. Βασικά δεν είχα νιώσει ποτέ φόβο, θεωρώ, περπατώντας το βράδυ στο δρόμο, όπως στο Λίβερπουλ.

Μέρα μεσημέρι κλώτσησαν στην πλάτη την αδερφή μου, έξω από κεντρικό νοσοκομείο, ράγισε η κάμερα της και το χέρι της. Δεν έκανε κανένας τίποτα, ούτε καν να την βοηθήσει να σηκωθεί. Έξω από ένα νοσοκομείο.

Μας έχουν πετάξει μπανανόφλουδες σε αστικό λεωφορείο και αλητήριοι πιτσιρικάδες.

Το αποκορύφωμα ήταν όταν ένα βράδυ, περπατώντας σε κεντρικό δρόμο του Λίβερπουλ χαρωποί, μετά από έξοδο, εγώ, η αδερφή μου και ένας Άγγλος φίλος μας, γελώντας και χαμογελώντας, κάτι μου είπε η αδερφή μου στα ελληνικά. Η λέξη άρεσε στον φίλο μας τον Έντι και την επαναλάμβαναν τραγουδιστά, και του μάθαινε κι άλλες. Χαμογελαστή, άκουσα μια φωνή στα δεξιά μου. Ένας αγριεμένος τύπος μου είπε « Τι λες στην κωλογλώσσα σου». Πάγωσα! Με σκληρό χαμόγελο απάντησα «Δεν μιλάγαμε σε κανέναν φιλέ, μεταξύ μας μιλάμε».

Μου είπε να το βουλώσω γιατί θα μου χαρακώσει την μούρη. Δεν πρόλαβα να απαντήσω και οι άλλοι δίπλα μου να πάρουν χαμπάρι τι συνέβη, και μέσα σε δευτερόλεπτα ο τύπος μου σκάσε μπουνιά. Στο πρόσωπο. Επειδή μιλούσα την γλώσσα μου και δεν ενόχλησα κανέναν.

Βέβαια, γνώρισα και άπειρους υπέροχους ανθρώπους που έχω ακόμα στην καρδιά μου. Όλα είναι σχετικά, ακόμα και οι άνθρωποι. Το θέμα είναι τι επιλέγουμε να κρατήσουμε».

Χριστόφορος, Ρουμανία

 

«Θυμάμαι πριν από ένα χρόνο περίπου ήθελα να νοικιάσω ένα διαμέρισμα τύπου βραχυπρόθεσμης μίσθωσης και όταν πήγα να πληρώσω, με ρώτησε ο ιδιοκτήτης από πού κατάγομαι. Όταν του απάντησα, έβγαλε τα χρήματα που του είχα δώσει από την τσέπη του και άρχισε να ελέγχει τη γνησιότητά τους. Σε ερώτησή μου γιατί το κάνει αυτό μου είπε ότι δεν εμπιστεύεται ανθρώπους που προέρχονται από νότια και πόσο μάλλον Έλληνες που είναι γνωστοί για την απατεωνιά τους. Το ότι είμαι επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στη Ρουμανία, με ρουμανική εταιρεία, δεν είχε σημασία. Φυσικά, δεν έμεινα εκεί και του πηρα τα χρήματα πίσω».

Νικολέτα, Βέλγιο

«Δεν μπορώ να πω ότι έχω κάποιο ”σοβαρό” παράδειγμα ρατσιστικής συμπεριφοράς, σοβαρό με την έννοια να με πλακώσουν στο ξύλο, αλλά δυστυχώς έχω πολλά παραδείγματα που κάποιος μου συμπεριφέρθηκε άσχημα όταν άκουσε ότι είμαι από την Ελλάδα ή απλά επειδή έμοιαζα ”ξένη”. Το πιο κωμικοτραγικό νομίζω ήταν όταν σε ένα από τα ταξίδια μου από το Βέλγιο προς την Ελλάδα, ένας απο τους ελεγκτές του αεροδρομίου, αφού άφησε τις -Βελγίδες- φίλες μου να περάσουν χωρίς να τις σταματήσει καν, μου ζήτησε με πολύ απότομο τρόπο την ταυτότητά μου προκειμένου να με αφήσει να περάσω. Την δείχνω, με κοιτάζει με μισό μάτι, μου λέει ”ποια χώρα είναι αυτή;” (προφανώς δεν ήξερε τί είναι το hellenic republic), του λέω ”Greece”, συνεχίζει να με κοιτάζει καχύποπτα και να κοιτάζει την βαλίτσα μου -και την μούρη μου- εξονυχιστικά, μέχρι που μου λέει με ιδιαίτερα επιτακτικό τρόπο να καθίσω στο πλάι. Μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω σε ένα γραφείο όπου ήταν δύο αστυνομικοί (ή σεκιούριτι δεν θυμάμαι καθόλου καλά) και δύο αρκετά φοβισμένοι άνθρωποι -μάλλον κουρδικής καταγωγής- που καθόντουσαν πιο κει σε κάτι καρέκλες. Ο ελεγκτής κάτι έλεγε στους αστυνομικούς και με έδειχνε και έδειχνε τα πράγματα μου με πολύ έντονο τρόπο, και εκεί κάπου είπα δυνατά -απ’ τον φόβο μου φαντάζομαι- ” τι είναι αυτό το πράγμα;!; Είμαι Ευρωπαία πολίτης τι ακριβώς κάνετε;;”, και εκεί κάπου ο ένας αστυνομικός μου ζήτησε συγγνώμη χαμογελώντας και λίγο και με άφησε να φύγω λέγοντάς με αμήχανο-χαμογελάκι ”Πρέπει να σας αλλάξουν τις ταυτότητες, μας μπερδεύει συχνά”.

Άλλη μια φορά, στον αγώνα προς την αναζήτηση νορμάλ σπιτιού, είχα πάει να δω ένα διαμέρισμα στην πόλη που μένω. Ο ιδιοκτήτης με υποδέχτηκε, πολύ τυπικός, ξεκινάει να μου δείχει το διαμέρισμα και όλα καλά. Στα μισά της ξενάγησης με ρωτάει απο ποια χώρα είμαι, του λέω από Ελλάδα και ω-θεε-μου άλλαξε όλο του το βλέμμα. Εκεί που όλη η συζήτησή μας ήταν εξαιρετικά τυπική, μετά άλλαξε εντελώς το ύφος του. Ξεκίνησε να με κοιτάει με πολύ creepy τρόπο και να μου λέει ”το ξέρω ότι είσαι απο Ελλάδα αλλά δεν επιτρέπεται να καπνίζεις εδώ μέσα, και φαντάζομαι δεν έχεις ιδέα απο ανακύκλωση, αλλά εμείς εδω το κάνουμε, προσέχουμε το περιβαλλον ε, δεν είμαστε όπως εσείς που δε σας νοιάζει τίποτα ε; Και επίσης πρέπει να σου πώ οτι πρέπει να καθαρίζεις εδώ έτσι κάνουμε..και έλα να σου δείξω πως φυλάμε τα πράγματά μας στους κοινούς χώρους γιατί νομίζω δεν έχεις εμπειρία ααα και δεν κλέβουμε εδω πέρα ε;;” με ταυτόχρονο βλέμμα καχυποψίας και ειρωνείας. Ευτυχώς δεν ήταν ωραίο και το διαμέρισμα και δε το σκέφτηκα πολύ πριν φύγω και άντε στο καλό.
 

Και φυσικά, στις πολυαγαπημένες μπυραρίες ατάκες του στιλ:

Είσαι από Ελλάδα;; Αλήθεια; Δε σου φαίνεται καθόλου, δεν είσαι πολύ όμορφη για να σαι Ελληνίδα;

Από Ελλάδα; Μήπως είσαι μείξη;

Γεια.. Είσαι μήπως από Ιταλία; Όχι είμαι από Ελλάδα

Α..(και φεύγει)

Είσαι από Ελλάδα ε; Πόσες ώρες τη βδομάδα δουλεύουν οι γονείς σου; Με τι χρήματα κάνεις το μεταπτυχιακό;»

 

Μαριλένα, Κολοράντο, ΗΠΑ

«Ευτυχώς, αν και η πλειοψηφία των Αμερικανών είναι ρατσιστές, είναι προς συγκεκριμένες ομάδες και εθνικότητες που δεν περιλαμβάνουν εμάς. Αυτά που συνήθως ακούω είναι πως “ό,τι ελληνικό είναι και τέλειο, η Ελλάδα είναι πανέμορφη χώρα, ποσό χαίρομαι που επιτέλους γνωρίζω έναν Έλληνα (ποσό τιμή μου που γνωρίζω μια Ελληνίδα μου έχουν πει πολλές φορές και είμαι σε φάση χαλάρωσε τη πέτσα σου, δεν γνώρισες τη Μπουμπουλίνα), αλλά τέλος πάντων το γενικό κλίμα είναι αυτό, έχω ένα περιστατικό όμως που νομίζω θα το θυμάμαι αν όχι για πάντα, για χρόνια.

 

Πριν σχεδόν 2 χρόνια νομίζω, δούλευα σε ένα diner Έλληνα, και κάθεται σε ένα από τα τραπέζια μου ένα ζευγάρι, λίγο, ηλικιωμένων και παω να καλωσορίσω, να παρουσιαστώ, να βάλω νερό στα ποτήρια τους κλπ και γυρνάει λίγο τα μάτια της (she rolled her eyes που λέμε!) από την αρχή, αλλά δεν έδωσα σημασία, λέω γριούλα είναι, παραξενιές θα έχει. Πάω μετά από 3-5 λεπτά να πάρω παραγγελία και ξεκινάει “θα ήθελα το Κολοραντο μπέργκερ χωρίς ψωμί τυλιγμένο σε μαρούλι, όχι κόκκινο κρεμμύδι, αλλά άσπρο, όχι μοτσαρέλα τυρί, αλλά τσένταρ, μαγειρεμένο medium rare.” Όταν μια παραγγελία είναι τόσο περίπλοκη την επαναλαμβάνεις για να είσαι σίγουρη ότι είναι σωστή, αλλά λόγω της προφοράς μου (που δεν είναι και απαράδεκτη) δεν μπορούσε να με καταλάβει “you are talking to me right now, but I don’t understand you so there is no point to that, just get me a another waitress who I will understand, cause this joke is starting to bother me”  και είμαι σε φάση άρνησης λέω αποκλείεται να μου συμβαίνει αυτό. Τέλος πάντων επειδή είμαι και λίγο κακούλα αν με νευριάσεις, της έστειλα την χειρότερη Μεξικάνα – από άποψη γνώσης αγγλικών και προφοράς – και ησύχασε!

Δεν έκλαψα και ούτε μου χάλασε τη μέρα, κάτι πιο βαθύ έγινε, έχασα λίγο την αυτοπεποίθηση μου με την γλώσσα και από τότε μου έχει μείνει και λέω σε όλους όσους γνωρίζω ή είναι πρώτη φορά πελάτες μου, να με ρωτήσουν αν δεν καταλαβαίνουν την προφορά μου και θα το επαναλάβω όσες φορές χρειαστεί και να μην ανησυχούν δεν θα με προσβάλλουν.

Και όλοι μου λένε ότι είμαι τρελή, και ότι μιλάω αγγλικά τέλεια και συνήθως με καλύτερη γραμματική και συντακτικό γιατί προσέχω πιο πολύ από αυτους που είναι η πρώτη τους γλώσσα,  αλλά η ζημιά ξέρεις, έχει γίνει. Αυτή είναι η ιστορία μου δεν είναι καμία δακρύβρεχτη, αλλά ήταν σοκαριστική αρχικά και τελικα μου άφησε κάτι.»

Δήμητρα , Αγγλία

«Συνήθως κάποιος θα με ρωτήσει τι με ώθησε να αφήσω μια τόσο όμορφη χώρα, πόσο καιρό ζω στην Αγγλία, αν η οικογένειά μου μετανάστευσε επίσης, αν σκέφτομαι να γυρίσω κάποτε πίσω, αν έχω εγκλιματιστεί κι αν είμαι ευτυχισμένη με την επιλογή μου ή είναι κατ’ ανάγκη. Έπειτα θα μοιραστούν μαζί μου όσα έχουν διαβάσει για την ιστορία κι την κουλτούρα μας, θαυμασμό κι αγάπη για τον ήλιο, τη θάλασσα και τη φιλοξενία μας, τα μέρη που έχουν επισκεφθεί ή όσα θα ήθελαν στο μέλλον, όπως όλα τα όμορφα νησιά με τα λευκά σπιτάκια και τα μπλε πορτο-παράθυρα. Ύστερα, θα εκφράσουν λύπη για την πολιτικο-οικονομική κατάσταση της χώρας μας κι ευχές για ένα καλύτερο αύριο. Αμήν κι πότε. Συνήθως είναι κι εκείνοι που μου ζητάνε συγγνώμη για ότι έχει συμβεί μετά το brexit κι νιώθουν κι οι ίδιοι ντροπή κι απογοήτευση.

Υπάρχει κι η δεύτερη κατηγορία ανθρώπων, η οποία παραμένει φανατικά αηδιασμένη κι ξενοφοβική, κάνει κήρυγμα, νουθετεί και προσβάλλει φορώντας πάντα παρωπίδες. Κυρίως μετά το brexit τα περιστατικά ρατσισμού αυξήθηκαν κατακόρυφα. Το δημόσιο σύστημα υγείας είναι στελεχωμένο κυρίως από μετανάστες που γίνονται ο πρώτος στόχος επίθεσης. Οι επιστήμες υγείας είναι κάτι που σπάνια οι Άγγλοι επιλέγουν να ακολουθήσουν κι την τεράστια έλλειψη καλύπτουν με προσωπικό από όλο τον κόσμο.

Είναι πλέον πολύ συχνό να σε προσβάλλει κάποιος διότι έχεις προφορά κι αυτομάτως δε μιλάς σωστά αγγλικά κι εφόσον ισχυρίζονται πως δε σε καταλαβαίνουν ζητάνε αγγλικό προσωπικό το οποίο είναι δυσεύρετο. Μερικοί αρνούνται να δουν νοσηλεύτρια ή γιατρό που δεν είναι αγγλικής καταγωγής. Αρκετοί αρχίζουν έξαλλοι στο άσχετο πολιτική προπαγάνδα κι εξαπολύουν απειλές για απέλαση, και σου ζητούν να γυρίσεις «σπίτι σου» γιατί ξαφνικά γέμισαν μετανάστες. Όλα αυτά αντιμετωπίζονται κατάλληλα αλλά αναπόφευκτα το προσωπικό είναι άβολο, ευάλωτο και διατηρεί αισθήματα θυμού και θλίψης ταυτόχρονα.

Έχω ακούσει μερικές φορές με οίκτο κι μιζέρια να θεωρούν πως είμαι κακόμοιρη επειδή δεν υπάρχουν δουλειές κι αποφάσισα να φύγω μετανάστρια. Να θεωρούν πως οι συνθήκες διαβίωσης στη χώρα είναι σχεδόν τριτοκοσμικές κι όλοι είμαστε κοινώς άποροι, ζητιάνοι, άστεγοι, ψεύτες κι κλέφτες κι χρωστάμε της Μιχαλούς. Κάπου εκεί σταματάω την επίθεση, απαντώ κοφτά κι αυστηρά κι αλλάζω την κουβέντα, περιορίζοντάς την στα απαραίτητα διότι δουλεύω σα νοσηλεύτρια όχι σαν πολιτικός ανταποκριτής.»

Κώστας, Αγγλία

 

«Πέρσι το καλοκαίρι δούλευα σαν catering assistant σε ενα anglo-indian food stall και ταξιδεύαμε σε διάφορα μέρη της νοτιοδυτικής Αγγλίας – ώσπου πήγαμε σε ένα cider festival στο Cornwall. Oι ντόπιοι εκεί έχουν πολύ περίεργες προφορές και λόγω rotation, ένα βράδυ έπρεπε να είμαι στο ταμείο και να παίρνω παραγγελλία και να σερβίρω. Έρχεται ένας κύριος, αρκετά μεθυσμένος και μου μίλησε τόσο γρήγορα που πραγματικά, δεν κατάλαβα τι είπε (το αφεντικό μου λίγα μέτρα πίσω μου) και πολύ ευγενικά γυρίζω και του λέω “I did not quite catch that, could you please tell me what you’d like again”. Και γυρίζει τότε, με ύφος, μιλώντας πολύ αργά, σαν να ήμουν δίχρονο φάση και μιμούμενος την προφορά μου και μου λέει “Then you should go back to where you came from and learn some better English”, βάζοντας τα γέλια με την γυναίκα του δίπλα. Εγώ ζήτησα να έρθει κάποιος άλλος να εξυπηρετήσει τον κύριο αυτό και έφυγα από το ταμείο, όπου ήρθε το αφεντικό μου και τον έδιωξε.»

Βερόνικα, Ισπανία

«Ήταν πέρσι το καλοκαίρι στα γενέθλιά μου, 23 Ιουνίου. Εδώ στη Βαρκελώνη, 23 είναι η γιορτή του Σαν Χουαν και το έχουν σαν έθιμο να ανάβουν φωτιά στην παραλία και να αράζουν μέχρι το πρωί με ποτά και τα σχετικά. Επίσης, τότε ανοίγουν και τα beach bars (τα λέω αυτά διότι είναι σημαντικό να καταλάβεις ότι έχει φυσικά παρά πολύ κόσμο και πολλούς τουρίστες). Αφού είχα βγει με τα κορίτσια, είχαμε περάσει πολύ ωραία, ήταν ώρα να γυρίσουμε αλλά θέλαμε να πάρουμε ταξί. Είχε άπειρο κόσμο και όλοι πετάγονταν και «άρπαζαν» ταξί ο ένας από τον άλλον. Δεν υπήρχε σειρά προτεραιότητας. Όποτε κι εγώ, μόλις είδα ένα ελεύθερο, πέρασα το δρόμο τρέχοντας για να το σταματήσω. Εκείνος με προσπέρασε και σταμάτησε στα κορίτσια μπροστά, όποτε κι εγω (επειδή προφανώς τσαντίστηκα) τον πρόλαβα και μπήκα μέσα. Του είπα στα ισπανικά, καθώς μιλάω τη γλώσσα τους (ισπανικά, όχι καταλανικά) τη διεύθυνση κλπ. Εκείνος επέμενε να βγω από το ταξί κι εγώ επέμενα να με πάει σπίτι. Ξεκινήσαμε να διαπληκτιζόμαστε στα ισπανικά, όποτε εκείνος βγήκε, άνοιξε την πίσω πόρτα όπου καθόμουν και με τράβηξε από το φόρεμα, με αποτέλεσμα να μου σκίσει και αυτό και τη τσάντα μου.

 

Εγώ ξεκίνησα να φωνάζω και να βρίζω προφανώς και αυτός άρχισε να έρχεται απειλητικά προς το μέρος μου με σφιγμένες γροθιές. Τρόμαξα πολύ και του πέταξα τη μεταλλική μου τσάντα με αποτέλεσμα να του ανοίξω τη μύτη και έφυγε πολύ γρήγορα. Κόσμος παρακολουθούσε όλο το σκηνικό άναυδος χωρίς να παρεμβαίνει ή κάτι. Μόνο οι φίλες μου φώναζαν βοήθεια και τι είναι αυτά τα πράγματα και τέτοια. Επίσης, σε όλο αυτό ήταν ένας άλλος τύπος γύρω στα 40 με ένα μικρό κορίτσι 4-5 ετών το πολύ (7 η ώρα το ξημέρωμα) που άρχισε να φωνάζει “έξω οι ξένοι που έρχεστε και κάνετε ότι να ναι στη χώρα μας”, “βρωμιάρηδες” κλπ. Του απάντησα λοιπόν “ντροπή σου διότι έχεις ένα κορίτσι που θα γίνει γυναίκα κάποια στιγμή στην ηλικία μου και εύχομαι ποτέ να μην της συμβεί κάτι τέτοιο”

Δάφνη, Παρίσι

 

«Όταν ζούσα στο Παρίσι μέσω του προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών, Εράσμους, το πανεπιστήμιο μας προσέφερε μαθήματα γαλλικής γλώσσας. Η Γαλλίδα καθηγήτρια ήταν αρκετά αυστηρή, αλλά έμοιαζε να έχει θέμα συγκεκριμένα με εμένα, πετώντας συχνά ειρωνικά σχόλια για τους Έλληνες. Μια μέρα που μοίρασε τεστ και είχα αρκετά λάθη, με έβαλε να ξαναγράψω χειρόγραφα την έκθεσή μου, και όταν της την παρέδωσα μου είπε κρατώντας το χαρτί από την άκρη ότι είναι άθλιο και ότι ξέρει ότι στην χώρα μου έχω μάθει έτσι, αλλά στην χώρα της θα κάνω τα πράγματα “καθαρά”.

Το πρόβλημα κορυφώθηκε όταν μοίρασε ανώνυμα ερωτηματολόγια φτιαγμένα από το πανεπιστήμιο, που είχαν σκοπό την αξιολόγηση της τάξης της. Αφού τα συμπληρώσαμε όλοι, τα μάζεψε, τα ξεφύλλισε για αρκετή ώρα μέχρι που βρήκε το δικό μου, διότι είχε απομνημονεύσει τον γραφικό μου χαρακτήρα. Διάβασε όλες τις απαντήσεις μου μπροστά στην παγωμένη τάξη και μετά γύρισε και μου είπε ότι είχα ξεχάσει ένα κόμμα σε μια πρόταση. Μετά από αυτό το σκηνικό και την αντίδραση της τάξης, διαμαρτυρήθηκα στην γραμματεία του Εράσμους του πανεπιστημίου, της έκαναν παρατήρηση και δεν ξαναείχα προβλήματα μαζί της».

Σπύρος, Αγγλία

 

«Είμαι στο μετρό και γυρνάω από δουλειά και ως συνήθως είμαι μόνος στο βαγόνι. Κάθομαι στην πρώτη θέση που βρίσκω, η οποία παράλληλα είναι θέση για ηλικιωμένους/έγκυες/ΑμεΑ. Εδώ να ξαναπώ ότι το βαγόνι ήταν άδειο και έχει οκτώ τέτοιες θέσεις μέσα. Μπαίνει μια μαύρη κυρία στην επόμενη στάση και μου λέει “κάθεσαι στη θέση μου, σήκω”. Της απαντάω ότι το μετρό είναι άδειο και έχει ακριβώς απέναντί μου μια ίδια θέση για εγκύους (εφόσον η ίδια ήταν έγκυος). Η απάντησή της; “Δε με ενδιαφέρει, εγώ αυτή θέλω, είσαι ξένος, δεν περιμένω να καταλάβεις”. Δεν με ενόχλησε που παραχώρησα τη θέση μου, άλλωστε αν είχε κόσμο θα σηκωνόμουν πρώτος – πρώτος. Με ενόχλησε ο τρόπος της και η απάντηση».

Ράνια, Αμβούργο

 

«Ζω στο Λονδίνο, αλλά έντονο ρατσισμό έχω αντιμετωπίσει σε ένα ταξίδι μου στο Αμβούργο. Το περιστατικό συνέβη μια μέρα που έκανα μόνη μου βόλτα στα μαγαζιά (ή μάλλον στα ακριβά μαγαζιά της πόλης) κι αποφάσισα να μπω σε ένα από αυτά. Μια πάρα πολύ χαμογελαστή, φιλική και γεμάτη όρεξη να με εξυπηρετήσει πωλήτρια ήρθε προς το μέρος μου. Μετά από τις τυπικές ερωτήσεις και στο ίδιο φιλικό κλίμα, με ρώτησε από πού είμαι.

Στην απάντηση «Από την Ελλάδα» τόσο το χαμόγελο, όσο και το ευγενικό της βλέμμα πήγαν περίπατο. Αντί να συνεχίσει να μου μιλάει, με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω σχεδόν επικριτικά και έφυγε.

Στην ουσία ήταν σαν να αρνήθηκε να με εξυπηρετήσει. Πάγωσα. Αφού μου πήρε κάτι δευτερόλεπτα να χωνέψω τι είχε γίνει έφυγα. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό το περιστατικό δεν είναι ενδεικτικό της συμπεριφοράς τους και έχω μια ιστορία που το αποδεικνύει. Αργότερα, την ίδια μέρα, πήγα να φάω σε πολύ γνωστό εστιατόριο της περιοχής και κάθισα σε ένα τραπέζι για δύο. Τελικά, κατέληξα να μοιράζομαι το τραπέζι με μια Γερμανίδα γύρω στα 60 η οποία με ρώτησε αν μπορεί να καθίσει μαζί μου. Πιάσαμε την κουβέντα και όταν της διηγήθηκα το ατυχές περιστατικό, όχι απλώς ντράπηκε για λογαριασμό της πωλήτριας, αλλά ένιωσε και την ανάγκη να μου ζητήσει συγγνώμη».

Τίνα, Κοπεγχάγη

«Στην Κοπεγχάγη όπου μένω και εργάζομαι τα τελευταία χρόνια, οι Έλληνες, αρκετές φορές, αντιμετωπίζονται με βάση όλα τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά που ακολουθούν τη φήμη μας και τα οποία αναπαράγονται και από τα media. Αν και οι πιο ακραίες αντιδράσεις προέρχονται από ανθρώπους χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, συχνά με ρωτάνε αν η χώρα μου έχει καταρρεύσει οικονομικά, μου λένε ότι μας θεωρούν τεμπέληδες και συμφεροντολόγους.

Το πιο σοκαριστικό που μου έχει συμβεί ήταν στην προσπάθεια μου να νοικιάσω σπίτι. Όταν πήρα τηλέφωνο να δηλώσω ενδιαφέρον για ένα σπίτι, η ιδιοκτήτρια με ρώτησε από που κατάγομαι. Η απάντησή της όταν της είπα ότι είμαι Ελληνίδα ήταν «δε νοικιάζουμε σε Έλληνες».

«Μα έχω άδεια παραμονής και τριετές συμβόλαιο εργασίας σε εταιρεία, οπότε μπορώ να καλύπτω το ενοίκιο», είπα προσπαθώντας μάταια να της αλλάξω γνώμη.«Το λένε και οι ειδήσεις στην τηλεόραση ότι οι Έλληνες δεν είναι συνεπείς στις πληρωμές τους», απάντησε κλείνοντας μου το τηλέφωνο».